Παραβιάζει τις «κόκκινες γραμμές» της Εκκλησίας η συμφωνία

Παραβιάζει τις «κόκκινες γραμμές» της Εκκλησίας η συμφωνία

Την Τρίτη η Ιεραρχία βάζει στο αρχείο το έργο Ιερώνυμου – Τσίπρα

Και με τη βούλα της Ιεραρχίας, η «Συμφωνία Εκκλησίας – Κράτους», την οποία συνήψαν Ιερώνυμος και Τσίπρας, με πλήρη άγνοια των Μητροπολιτών, μπαίνει στο αρχείο ως προς το σκέλος της μισθοδοσίας του κλήρου. Αντίθετα, για την εκκλησιαστική περιουσία είναι πιθανό να ανοίξει μια συζήτηση.

Αυτές είναι οι εκτιμήσεις πολλών Μητροπολιτών εν όψει της έκτακτης σύγκλησης της Ιεραρχίας μεθαύριο, Τρίτη, οι εργασίες της οποίας θα διαρκέσουν μέχρι και την Πέμπτη. Και, όπως όλα δείχνουν, το κλίμα κάθε άλλο παρά ευχάριστο θα είναι για τον Αρχιεπίσκοπο, δεδομένου ότι δεν είχε ενημερώσει την Ιεραρχία για τις μυστικές διαπραγματεύσεις που έκανε με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, η κατάληξη των οποίων ήταν η περιβόητη συμφωνία, που υιοθετεί όλες τις απαιτήσεις της κυβέρνησης.

Και το αποτέλεσμα ήταν να ανάψει μεγάλη φωτιά στην Εκκλησία, με τους ιερείς να βγαίνουν στους δρόμους. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος της έκτακτης συνεδρίασης της Ιεραρχίας την Τρίτη το πρωί στο Συνοδικό Μέγαρο, όπου ο πρόεδρος της Επιτροπής της Εκκλησίας, Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος θα ενημερώσει την Ιεραρχία για τον διάλογο Εκκλησίας – Πολιτείας σχετικά με τη συμφωνία. Και η πρόταση της Επιτροπής, σύμφωνα με πληροφορίες, θα είναι πιθανότατα ότι ο διάλογος δεν έχει οδηγήσει σε καμία σύγκλιση.

Της εισήγησης του προέδρου της Επιτροπής θα προηγηθεί προσφώνηση του Αρχιεπισκόπου.

Προφανές είναι ότι θα ακολουθήσει ψηφοφορία για την τύχη της «Συμφωνίας Εκκλησίας – Κράτους», που σύμφωνα με πολλούς Μητροπολίτες θα είναι απορριπτική. Ήδη είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει Μητροπολίτης που να συναινεί στην αλλαγή του τρόπου μισθοδοσίας των ιερέων με τη διαδικασία που γίνεται μέχρι σήμερα.

Πέραν της αντίδρασης της Εκκλησίας της Ελλάδος, κάθετα αντίθετος είναι και ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, καθώς και η Εκκλησία της Κρήτης και η Εκκλησία της Δωδεκανήσου. Και αυτήν τη θέση τους την έχουν εκφράσει δημόσια.

Έχει πρόβλημα ο ένας από τους τρεις υποψήφιους νέους Μητροπολίτες
Για την Τετάρτη το πρωί έχει προγραμματιστεί η εκλογή των τριών νέων Μητροπολιτών, οι οποίοι θα καλύψουν τις κενές Μητροπόλεις:

1) Σισανίου και Σιατίστης,
2) Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης και
3) Περιστερίου.

Για την πρώτη προορίζεται ο Πρωτοσύγκελλος της Μητρόπολης Καστορίας, Αρχιμανδρίτης Αθανάσιος Γιαννουσάς, για τη δεύτερη ο Επίσκοπος Σαλώνων Αντώνιος και για την τρίτη ο Επίσκοπος Μεθώνης Κλήμης.

Να σημειωθεί ότι έχει δημιουργηθεί θέμα για το αν μπορεί να διεκδικήσει τη Μητρόπολη Τιτουλάριος Μητροπολίτης ή Επίσκοπος, εν προκει­μένω ο Επίσκοπος Σαλώνων Αντώνιος, ο οποίος είναι υποψήφιος για τη Μητρόπολη Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης.
Ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος σε γνωμοδοτικό σημείωμά του, το οποίο έχει αποστείλει σε όλους τους Αρχιερείς, θέτει το ερώτημα αν οι Τιτουλάριοι Επίσκοποι και Μητροπολίτες έχουν το δικαίωμα του εκλέγεσθαι σε Ιερά Μητρόπολη της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας επισημαίνει ότι «επανεισάγοντας η Εκκλησία της Ελλάδος τον θεσμό των Τιτουλάριων Επισκόπων και Μητροπολιτών σε μη θεσμοθετημένες θέσεις ‘‘εκτός νόμου’’, αποδέχεται και αυτή αλλά και οι εκλεγέντες Τιτουλάριοι τη μη δυνατότητα περαιτέρω προαγωγής τους σε Ιερά Μητρόπολη της Εκκλησίας της Ελλάδος, δεν δύνανται δε να είναι εκλόγιμοι ούτε κατ’ εξαίρεσιν σε Ιερά Μητρόπολη της Εκκλησίας της Ελλάδος». Και καταλήγει τονίζοντας ότι «τυχόν εκλογή τους σε κάποια Ιερά Μητρόπολη θα εμπλέξει την Εκκλησία της Ελλάδος και την Ιερά Μητρόπολη στην οποία θα εκλεγούν σε μια δίνη δικαστικών προσφυγών και ακυρώσεων, σε περίπτωση που ο υπουργός Παιδείας και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπογράψουν το Προεδρικό Διάταγμα της εκλογής τους σε κάποια Ιερά Μητρόπολη».

Αντίθετη άποψη έχει ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων κ. Μάξιμος, ο οποίος σε σημείωμά του με ημερομηνία 15 Μαρτίου, το οποίο απέστειλε σε όλους τους Μητροπολίτες, υποστηρίζει ότι «οι Τιτουλάριοι Επίσκοποι δύνανται να εκλεγούν Επαρχιούχοι Μητροπολίτες», αναφέροντας ότι «η Εκκλησία αποφάσισε ότι δύνανται να εκλεγούν Τιτουλάριοι Επίσκοποι και Μητροπολίτες». Και προσθέτει: «Άρνηση της δυνατότητας εκλογής τους για την πλήρωση κενής θέσης Επαρχιούχου Μητροπολίτου μπορεί να προκαλέσει προσφυγή στο ΣτΕ, με όλα τα επακόλουθα, εφ’ όσον κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται ούτε από τον Καταστατικό Χάρτη ρητώς ούτε από την Κανονική Πράξη της Εκκλησίας».

Όχι σε όλο το σχέδιο, λέει ο Μεσσηνίας

Απόλυτα εύστοχες παρατηρήσεις και προβληματισμούς στο «Σχέδιο υλοποίησης της Συμφωνίας Πολιτείας – Εκκλησίας» καταθέτει σε εμπεριστατωμένη μελέτη του ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, η οποία καταλήγει στα εξής συμπεράσματα:

«1) Οι δύο αναφορές στο συγκεκριμένο ‘‘Σχέδιο’’, ότι ‘‘η Εκκλησία παραιτείται από κάθε περαιτέρω αξίωση σχετικά με τις συγκεκριμένες απαλλοτριώσεις και η Πολιτεία παραιτείται από την απευθείας μισθοδοσία του κλήρου’’ ως και ότι ‘‘η Πολιτεία παύει να μισθοδοτεί η ίδια τον κλήρο της Εκκλησίας της Ελλάδος’’ είναι πλήρως αντίθετες προς την ‘‘κόκκινη γραμμή’’ την οποία έθεσε η ΙΣΙ της 16ης Νοεμβρίου 2018, περί μη αλλαγής του καθεστώτος μισθοδοσίας των κληρικών και των εκκλησιαστικών υπαλλήλων, γι’ αυτό τον λόγο και το παρόν ‘‘Σχέδιο’’ δεν θα πρέπει να γίνει αποδεκτό στο σύνολό του από την ΙΣΙ της 19ης – 21ης Μαρτίου 2019. Άλλωστε το σημείο 15 της ‘‘ιστορικής συμφωνίας’’ της 6ης Νοεμβρίου 2018 αυτό υπαγορεύει ενώ οι μέχρι σήμερα ανακολουθίες της Κυβέρνησης δεν μας επιτρέπουν άλλες επιλογές.

2) Η ΙΣΙ πρέπει να επιμείνει στη διατήρηση του υφιστάμενου εργασιακού, ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού καθεστώτος των κληρικών και των εκκλησιαστικών υπαλλήλων και τη μισθοδοσία τους από το Υπουργείο Παιδείας μέσω της Ενιαίας Αρχής Πληρωμών.

3) Να επιδιωχθεί η νομοθετική κατοχύρωση ότι η μισθοδοσία είναι υποχρέωση της Πολιτείας για την εκκλησιαστική περιουσία την οποίαν κατέχει και της οποίας ποτέ η Εκκλησία της Ελλάδος δεν παρεχώρησε την κυριότητα.

4) Η αναγνώριση και η κατοχύρωση αυτή υπό τον τύπο της υποχρέωσης και σε σχέση προς τη μισθοδοσία των κληρικών και των εκκλησιαστικών υπαλλήλων δεν πρέπει να συνδέεται με τις θεσμικές και συνταγματικές σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας, ενώ θα αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα για τον εξορθολογισμό των σχέσεών τους.

5) Η Εκκλησία της Ελλάδος, η ημιαυτόνομη Εκκλησία της Κρήτης και η Εκκλησία της Δωδεκανήσου πρέπει να προχωρήσουν στην καταγραφή του αριθμού των οργανικών θέσεων των κληρικών και των εκκλησιαστικών υπαλλήλων, να καταρτισθεί το Μητρώο κληρικών και εκκλησιαστικών υπαλλήλων ενταγμένο στο Μητρώο Ανθρωπίνου Δυναμικού του Ελληνικού Δημοσίου και να επιλυθεί νομοθετικά η υπάρχουσα ασυμφωνία μεταξύ του υφιστάμενου αριθμού των οργανικών θέσεων και εκείνου που θεσπίστηκε το έτος 1945.

6) Να ολοκληρωθεί η κτηματογράφηση και κτηματολόγηση της περιουσίας όλων των ΝΠΔΔ και εκκλησιαστικών οργανισμών ως επείγουσα ανάγκη».


Σχολιάστε εδώ