Ν. Γ. Χαριτάκης: Οι διασωληνωμένοι
Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ
Σκέφτομαι την ιστορία ενός φίλου, όταν συχνά αντιμετωπίζω το ερώτημα που θέτουν πολλοί αντικαθεστωτικοί: «Πότε θα γίνουν εκλογές;».
Απλοί άνθρωποι, κυρίως μισθοσυντήρητοι, βλέπουν τα χρέη τους να αυξάνονται, βλέπουν τους κόπους μιας ζωής να εξαφανίζονται, βλέπουν τα παιδιά τους να μεταναστεύουν και, όπως ο πνιγμένος που πιάνεται από τα μαλλιά του, έτσι κι αυτοί αντιλαμβάνονται πόσο αδιέξοδη είναι η συνέχιση αυτής της πορείας για την οικονομία μας. Το θέμα δεν είναι ιδεολογικό ή πολιτικό. Είναι καθαρά λογικό. Δεν μπορούν να αντιληφθούν πώς θα βγούμε ως χώρα από το αδιέξοδο, που –το υπογραμμίζω– είναι ανεξάρτητο από πολιτικές θέσεις και πεποιθήσεις. Για τον μέσο Έλληνα δεν προκύπτει λογικά –όσο και αισιόδοξα αν αντιμετωπίζει το μέλλον του– μια προοπτική εξόδου από τη μίζερη καθημερινότητά του.
Δεν υπάρχει αντιπαλότητα μεταξύ καλής και κακής οικονομικής ισορροπίας. Υπάρχει σύγκρουση μεταξύ status quo και φωτός στο τούνελ. Στο ερώτημα, λοιπόν, «πότε θα γίνουν εκλογές;», προτιμώ να προστρέχω στην ιστορία του φίλου, αντί να απαντώ λέγοντας: «Περίμενε μέχρι να ακούσουμε τις θέσεις των κομμάτων ως προς το πόσο καλή ή κακή είναι η συντήρηση, η πρόοδος και η ανάπτυξη».
Ο πατέρας φίλου βρίσκεται διασωληνωμένος, έπειτα από μακρόχρονη, πανάκριβη, αλλά αναποτελεσματική ιατρική παρακολούθηση σε ιδιωτικό θεραπευτήριο των βορείων προαστίων. Μία ατυχής ιατρική εξέλιξη οδηγεί τον ασθενή από την εντατική στη διασωλήνωσή του. Οι συνθήκες αλλά και οι αποφάσεις επώδυνες, αλλά και τελείως κοινές.
Οι γιατροί δεν μπορούν να αναλάβουν την ευθύνη, έστω και αν ο κ. Κρεμαστινός ζητά, στην πρόσφατη συνταγματική μεταρρύθμιση, να την έχουν. Το νοσοκομείο, ιδιωτικό γαρ, δεν έχει λόγο να τοποθετηθεί, αφού ο πελάτης χρεώνεται καθημερινά σεβαστά ποσά. Κάποια στιγμή, σε ερώτησή μου για το πώς σκοπεύει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, δεδομένου μάλιστα ότι η ζωή συνεχίζεται και υπάρχουν και κληρονόμοι, μου απαντά στωικά: «Όταν τελειώσουν τα χρήματα». Όπως και πράγματι συνέβη. Κάποια στιγμή, όχι πολύ μακριά από την ημέρα της συζήτησης, παίρνει το θάρρος και την ευθύνη και ενημερώνει το λογιστήριο ότι απλά τα λεφτά τελείωσαν.
Η οριστική έξοδος από τα Μνημόνια, κατά την κυβέρνηση, ή η μετάβαση στην ενισχυμένη εποπτεία, για όλους εμάς, τους ταπεινούς, που διαβάζουμε οδηγίες, προσομοιάζει με τη μετάβαση ενός ασθενούς από την κλινική κατάσταση της εντατικής παρακολούθησης στη διασωλήνωση. Η Ελλάδα, οικονομικά και πολιτικά, ήταν στην εντατική καθ’ όλη τη μνημονιακή περίοδο και μετά τον Ιούλιο του 2018 μετέβη στη διασωλήνωση. Τι σημαίνει αυτό;
Βρίσκεται υπό τεχνική παρακολούθηση. Υπάρχει ένα ταμείο –το «μαξιλάρι»– που υπό προϋποθέσεις την κρατάει στη ζωή, και τέλος καθημερινά αντιμετωπίζει τα εξής ενδεχόμενα: Είτε βίαια θα γίνει η αποσωλήνωση, με κάθε ενδεχόμενο, ακόμη και το μοιραίο, είτε θα παραμείνει διασωληνωμένη μέχρι να τελειώσουν τα χρήματα. Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι πότε θα γίνουν εκλογές, γιατί συνταγματικά τουλάχιστον αυτό είναι γνωστό, αλλά για πόσο καιρό ακόμη τα χρήματα φτάνουν για να πληρώνουν και να συντηρούν τη διασωλήνωση.
Όσο οι πιστωτές είναι διατεθειμένοι να επιτρέπουν στην ελληνική κυβέρνηση να χρησιμοποιεί τα χρήματα του «μαξιλαριού» για να πληρώνει την εντατική παρακολούθηση, τόσο η κυβέρνηση θα παραμένει στην εξουσία. Δεν έχει να κάνει λοιπόν με το αν διαθέτει ή όχι κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Δεν έχει να κάνει με την υπεύθυνη δήλωση συγκεκριμένων βουλευτών, που ευθαρσώς, και σε γνώση των συνεπειών του νόμου, δηλώνουν ότι θα ψηφίζουν ό,τι φέρει στη Βουλή η κυβέρνηση. Δεν έχει σημασία αν θα εξασφαλιστεί ή όχι η «δεξιά παρένθεση». Όταν μία ολόκληρη παράταξη και οι παρατρεχάμενοί της εκφέρουν στον λόγο τους τη φράση «απεταξάμην τον σατανά», η απάντηση στο ερώτημα «πότε θα γίνουν εκλογές;» είναι μονοσήμαντη: «Όταν θα τελειώσουν τα χρήματα». Αν τα χρήματα φτάσουν μέχρι τον Οκτώβριο, μέχρι τότε, αν φτάσουν μέχρι αύριο, το ίδιο.
Είναι γεγονός ότι η κυβέρνηση κάνει τα αδύνατα δυνατά για να βρει τα χρήματα που θα την κρατήσουν στη διασωλήνωση. Ιατρικά θα μπορούσαμε εύκολα να πούμε ότι η καρδιά αντέχει ακόμη. Ζει, ενώ οι συγγενείς και οι φίλοι γνωρίζουν ότι πλέον δεν μπορεί να κάνει τίποτα περισσότερο. Δεν μπορεί να συντάξει διαθήκη. Δεν μπορεί να νομοθετήσει κάτι που θα έχει ισχύ, αν δεν το δέχεται η επόμενη κυβέρνηση. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να αυξήσει μισθούς, να προσλάβει όσους θέλει, να συμφωνήσει με την Τουρκία για το Αιγαίο και την υφαλοκρηπίδα με αντάλλαγμα τις μειονοτικές ψήφους κ.ά.
Οι πάντες πλέον γνωρίζουν ότι οι αποφάσεις της έχουν ισχύ όσο υπάρχει το «μαξιλάρι». Την επομένη των εκλογών πρώτα θα εφαρμοστούν όλες οι ήδη συμφωνηθείσες από τη σημερινή κυβέρνηση δεσμεύσεις και μετά θα συζητήσουν οι τότε υπεύθυνοι για τα επιπλέον. Πρώτα θα πρέπει να δουν ποιος θα εγγυηθεί για τα χρέη και τη χρηματοδότηση των ΔΕΚΟ και μετά να συζητήσουν για αλλαγές στον προϋπολογισμό και τις δαπάνες για προσλήψεις, που εγγράφονται καθημερινά ως υποσχέσεις. Ενός προϋπολογισμού που εγκρίθηκε με επιφυλάξεις από το Eurogroup. Πρώτα θα δουν ποιος ή πώς θα εξασφαλιστούν οι ιδιωτικές καταθέσεις σε ένα αφερέγγυο τραπεζικό σύστημα και μετά θα συζητήσουν το κόστος της λύσης των «κόκκινων» δανείων. Πρώτα θα δουν πώς θα λειτουργήσουν τα δίκτυα, π.χ., ενέργειας, μεταφορών φυσικού αερίου, κ.ά., και μετά τι θα γίνει με τη «μικρή» η «μεγάλη ΔΕΗ».
Η διασωλήνωση όμως έχει και ορισμένα αναμφισβήτητα καλά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, έχουν χρόνο οι συγγενείς και οι κληρονόμοι να συμφωνήσουν για την κατανομή της περιουσίας. Μπορούν να εξηγήσουν –σε όσους βοήθησαν στην επιβίωση του ασθενούς– ότι επειδή δεν έχουν νόμιμα δικαιώματα, δεν μπορούν να διεκδικήσουν τίποτα από την περιουσία. Είναι η στιγμή που οι νόμιμοι κληρονόμοι απαγγέλουν στίχους από ποιήματα. Είναι η στιγμή που αποκαλύπτεται η μικρότητα στις ανθρώπινες σχέσεις, π.χ., αδειάζουν οι θυρίδες, εξαφανίζονται κοσμήματα, και διαμορφώνονται νέες συμμαχίες.
Το ρολόι του χρόνου της ρευστότητας είναι δεδομένο. Οι αγορές καταλαβαίνουν καθημερινά το πρόβλημα και περιμένουν. Γνωρίζουν ότι η κυβέρνηση αναγκάστηκε, για να βγει στις αγορές, να μεταθέσει την είσπραξη από την πώληση των περιφερειακών αεροδρομίων. Πληρώσαμε τίμημα για ένα άνευ σημασίας αποτέλεσμα. Γνωρίζουν ότι δεν υπάρχουν ταμειακά διαθέσιμα και περιμένουν να δουν πώς θα χρηματοδοτηθούν οι επερχόμενες μέχρι τον Οκτώβριο υποχρεώσεις της χώρας (ΕΚΤ 5,8 δισ., ΔΝΤ 1,7 δισ. και ιδιώτες 4 δισ.). Γνωρίζουν ότι ακόμη και η ΔΕΗ προέβλεψε ότι μέχρι τις ευρωεκλογές θα έχει πουλήσει τα εργοστάσια. Αυτά που δεν μπόρεσε να πουλήσει εδώ και έξι χρόνια. Γνωρίζουν και περιμένουν.
Η πραγματικότητα έχει απαντήσεις λοιπόν στα δύσκολα ερωτήματα, όπως, για παράδειγμα, πότε θα γίνουν εκλογές. Η πράξη διδάσκει ότι αν ο ασθενής είναι διασωληνωμένος, το μοιραίο θα προκύψει όταν τελειώσουν τα χρήματα. Εναλλακτικά, τι πιθανότητα δίνουν οι αγορές ως προς το αν ο ασθενής, εφόσον κρατηθεί στη ζωή, θα μπορέσει να αποσωληνωθεί και να ανακάμψει; Αν δεν υπάρχει πιθανότητα να αποφύγει το μοιραίο, γιατί να ξοδεύουν οι αγορές πόρους για να τον κρατήσουν διασωληνωμένο; Το έκαναν το 2015.
Είναι καμιά φορά πολύ δύσκολο να αντιληφθούν οι συγγενείς και οι φίλοι πόσο κυνικές γίνονται οι κοινωνικές σχέσεις, όταν, αντί Μνημονίων, συντονίζονται από τις αγορές.