«Παπανδρεϊσμός» είναι πρόθεση, όραμα, πράξη
Μιχάλης Ράπτης
(«Πάμπλο») για τον Ανδρέα και τη μεταπαπανδρεϊκή εποχή του ΠΑΣΟΚ*
-Η χώρα δεν απέκτησε ουσιαστικότερη εθνική ανεξαρτησία όση επί Ανδρέα Παπανδρέου
Τώρα που γίνεται λόγος για μια μεταπαπανδρεϊκή εποχή, η δημοσίευση των κειμένων που περιέχει το έργο αυτό αποκτά μια εξέχουσα ειδική σημασία. Δίνεται η ευκαιρία για να τακτοποιηθούν ορισμένες βασικές έννοιες και εκτιμήσεις από κάθε κριτικό πολίτη και ιδίως από τη διαμόρφωση τέτοιων πολιτών στις γραμμές των νέων γενεών της χώρας μας.
Όταν γίνεται λόγος για μεταπαπανδρεϊκή εποχή, θα ήταν ασυγχώρητο ιστορικό λάθος αν συνυπήρχε σ’ αυτό η έννοια ρήξης με την παράδοση που άφησαν πατέρας και γιος Παπανδρέου στη σύγχρονη ιστορία της χώρας μας.
Μια χώρα που από την απελευθέρωσή της δεν έχει κατορθώσει να ολοκληρώσει αστικοδημοκρατικά καθήκοντα, όπως και ουσιαστικότερο περιεχόμενο αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, που συνεπάγεται και ουσιαστικότερη λαϊκή συμμετοχή καθώς και ουσιαστικότερη εθνική ανεξαρτησία.
Η υπό διαρκή ξενική κηδεμονία μικρή αυτή χώρα, όπου γρήγορα επικράτησαν οι ιθαγενείς προνομιούχοι, χρησιμοποιούμενοι από τους ξένους σαν το κύριο κοινωνικοπολιτικό έρεισμα, δεν γνώρισε ποτέ μια πραγματική ρήξη αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα, μια αστικοδημοκρατική επανάσταση.
Το ιστορικό εγχείρημα του Ελ. Βενιζέλου, που σκιαγράφησε τέτοια προσπάθεια, έμεινε γρήγορα ημιτελές και σε διαρκή υποβάθμιση, καταλήγοντας ο σκαπανέας του να ζητωκραυγάζει υπέρ της βασιλείας και να εισαγάγει το Ιδιώνυμο, που θα προετοιμάσει το έδαφος για την ανακήρυξη –ύστερα από μερικά χρόνια– της βασιλοστρατιωτικής δικτατορίας του Μεταξά.
Το ρεύμα του πιο ριζοσπαστικού αστικού φιλελευθερισμού το εκπροσώπησε κατά πρώτον ο Γεώργιος Παπανδρέου και στη συνέχεια, αλλά και με κάποια σοβαρή υπέρβαση, ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Επομένως, ποτέ η Ελλάδα δεν ολοκλήρωσε, περιορισμένη έστω αστικοδημοκρατική επανάσταση. Ποτέ δεν εδραίωσε καθεστώς πολιτικής αστικής δημοκρατίας, με κάποια ουσιαστική λαϊκή συμμετοχή, και ποτέ η χώρα δεν απέκτησε ουσιαστικότερη εθνική ανεξαρτησία.
Ο ιστορικός αγώνας των δύο Παπανδρέου δεν μπορεί να θεωρηθεί πεπερασμένη εποχή, επιτρέπουσα ρήξη μαζί της, αλλά μάλλον επιβάλλει συνέχισή της για μια ουσιαστικότερη ολοκλήρωση και υπέρβαση των σταθερών της ανεκπλήρωτων επιδιώξεων.
Πίσω από το άρμα του αστικού ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού σταδιοδρομεί πρακτικά και το παραδοσιακό κίνημα της Αριστεράς στην Ελλάδα, που εκπροσωπήθηκε από το ΚΚΕ, όταν αυτό, εντασσόμενο τελείως στην από τη Μόσχα εκπορευόμενη ιδεολογία, προσχώρησε σε λαϊκά μέτωπα ή στον σχηματισμό της Εθνικής Αντίστασης.
Πρόκειται και στις δύο περιπτώσεις για εκφράσεις πολιτικής συμμαχίας με υποτιθέμενους εκπροσώπους της εθνικής αστικής τάξης, το συχνότερο εντελώς ατυχούς επιλογής.
Αν, πράγματι, μια νηφάλια αντικειμενική εκτίμηση του ρεύματος αστικού ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού στη χώρα μας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι κύριοι εκπρόσωποι αυτού του ρεύματος ήσαν οι δύο Παπανδρέου, αυτό χρειάζεται μια επιπλέον διασάφηση.
Ενώ ο Γεώργιος Παπανδρέου παραμένει σταθερά κεντρώος και αποφεύγει οποιαδήποτε διεύρυνση του μετώπου του προς τα αριστερά, ο Ανδρέας Παπανδρέου, όταν ξαναγυρίζει στην Ελλάδα και αναμιγνύεται στην πολιτική, δηλώνει εξαρχής την τάση υπέρβασης του αστικού φιλελευθερισμού προς ουσιαστική κατεύθυνση.
Αυτό διαφαίνεται καθαρά στα δημοσιευμένα εδώ κείμενα –που έπειτα από μεγάλη βάσανο έρευνας επέλεξε ο φίλος μου Χρήστος Χαλαζιάς–, όπου η εμμονή προς τέτοια κατεύθυνση διατηρείται σταθερή και αποτελεί αιτία ιδεολογικής ρήξης μεταξύ των δύο Παπανδρέου. Ρήξη καθόλου προσωπική, αλλά ιδεολογικών προθέσεων, από δύο άτομα στενότατα συνδεδεμένα και αλληεκτιμώμενα, που ζουν ωστόσο σε διαφορετικό ιστορικό χρόνο και επηρεάζονται από το περιβάλλον τους διαφορετικά.
Η σχεδόν ενστικτώδης αντίδραση του Γεωργίου Παπανδρέου προς ένα άνοιγμα και προσέγγιση της κομμουνιστικογενούς Αριστεράς στη χώρα μας δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα των ξενικών πιέσεων πάνω του αλλά και της επιφυλακτικότητας που μπορεί να αισθάνεται ένας ευαίσθητος και οξυδερκής αστός, φιλελεύθερος απέναντι στο πρόσωπο που διαβλέπει να αποκτά ο σοσιαλισμός στην Ελλάδα, εκπροσωπούμενος από το ΚΚΕ.
Οπωσδήποτε οι όσοι εγκύψουν συστηματικότερα και αντικειμενικότερα στην πολιτική ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας θα ’χουν ασφαλώς να επανεκτιμήσουν ποιος υπήρξε ο ρόλος του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού, του εκπροσωπούμενου από τον Γεώργιο Παπανδρέου, σε ποιον βαθμό η προσήλωσή του προς μια ουσιαστικότερη αστική δημοκρατία, επηρεαζόμενη από τον λαό, υπήρξε ειλικρινής, ποιοι υπήρξαν οι λόγοι που τον αναχαίτισαν σε οποιαδήποτε προσέγγιση της Αριστεράς, καθώς βέβαια και ο έλεγχος ειλικρίνειας του ανένδοτου αγώνα του εναντίον των λογής ξένων και ιθαγενών αντιπάλων ή υπονομευτών της εθνικής μας ανεξαρτησίας.
Τα πράγματα είναι πολύ καθαρότερα στην περίπτωση του Ανδρέα Παπανδρέου, που, σε προέκταση και υπέρβαση του έργου του πατέρα του, κατορθώνει και εμπεδώνει στην Ελλάδα έναν μαζικό χώρο, πέρα από τα όρια του κεντρώου αστικού φιλελευθερισμού, με σταθερά σοσιαλίζουσα απόκλιση.
Τα κείμενα καταδεικνύουν πως ο Ανδρέας Παπανδρέου σταδιοδρομεί ιδεολογικά από τότε που ξαναγυρίζει στην Ελλάδα και πως οι προσπάθειές του αποκρυσταλλώνονται τελικά στο ΠΑΣΟΚ και την ιδεολογική του φυσιογνωμία, όπως αυτή διατυπώνεται στην προγραμματική διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη 1974.
Στη διακήρυξη αυτή ξέρουμε σήμερα με βεβαιότητα ότι οι αναφορές στον σοσιαλισμό και στο πολιτικό και κοινωνικό του περιεχόμενο είναι έργο επιμονής του ίδιου του Ανδρέα Παπανδρέου εναντίον πολλών αντιδράσεων τότε.
Η Ιστορία θα κρίνει τους λόγους που οδηγούν το ΠΑΣΟΚ να παρεκκλίνει από την ιδρυτική προγραμματική του διακήρυξη και τους διαδοχικούς συμβιβασμούς στους οποίους υποχρεώνεται, διαχειριζόμενο μια εξουσία που ολοένα χάνει την εθνική ανεξαρτησία.
Από τη στιγμή που το ΠΑΣΟΚ και το σύνολο των αστικών κομμάτων τυφλά εντάσσονται αφενός στη Επιτροπή των Βρυξελλών και αφετέρου στο ΝΑΤΟ προσχωρούν σε μια νέα τάξη πραγμάτων, αφού και η Ευρώπη ολόκληρη είχε την τάση να παγκοσμιοποιηθεί.
Οι σταθερές επιδιώξεις του αστικού ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού, που υποστήριξαν οι Γεώργιος και Ανδρέας Παπανδρέου, μετατοπίζονται σήμερα σ’ ένα νέο διεθνές πλαίσιο, όπου η πάλη για την ολοκλήρωσή τους αποβαίνει ακόμα δυσκολότερη. Ενώ δυσκολότερη αποβαίνει και η προσπάθεια υπέρβασης του αστικού φιλελευθερισμού που επιχειρεί ο Ανδρέας Παπανδρέου προς έναν σοσιαλιστικό ορίζοντα. Ήδη η ταύτιση του ΠΑΣΟΚ με τη διαχείριση μιας ολοένα και περισσότερο περιορισμένης εθνικής εξουσίας οδήγησε σε οξεία κρίση του κόμματος αυτού.
Κρίση που επιδεινώθηκε όταν ανέκυψε το ζήτημα διαδοχής πια του Ανδρέα Παπανδρέου αφενός ως πρωθυπουργού και αφετέρου ως αρχηγού του κόμματος, που θα επιχειρηθεί να τεθεί ως «πατροκτονικός» στόχος στο ερχόμενο συνέδριο.
Πρέπει μ’ ανησυχία να αντιμετωπίζεται και αυτό το ενδεχόμενο, που θα σήμαινε μια οριστικότερη ρήξη με την παπανδρεϊκή εποχή.
Θα φανεί γρήγορα ποιοι προτίθενται να παίξουν ενδεχομένως τον άχαρο και αρνητικό ρόλο του «πατροκτόνου».
Γιατί ανεξαρτήτως οποιαδήποτε δικαιολογημένης κριτικής του ιστορικού του ρόλου, ταυτόχρονα πρέπει να επισημαίνεται ό,τι θετικό υπήρξε στην παράδοση του ριζοσπαστικού, αστικού φιλελευθερισμού που εκπροσώπησε ο Γεώργιος Παπανδρέου και συνέχισε με σημαντική υπέρβασή του γενικά προς τον σοσιαλισμό ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Οποιαδήποτε ρήξη με την παράδοση αυτή πρέπει να θεωρηθεί αρνητική, δηλαδή ως νίκη τελικά των συντηρητικών δυνάμεων, που μέσα στη λογική και δυναμική της νέας ιμπεριαλιστικής τάξης αποβλέπουν παντού στη δημιουργία νέων πολιτικών σχηματισμών, που ενεργούν πρακτικά και απρόσκοπτα ως εκτελεστικά όργανα της υπερεθνικής εξουσίας των πολυεθνικών αφενός και του ΝΑΤΟ αφετέρου.
Γίνεται προσπάθεια να διατηρηθεί ενιαίος ο χώρος του ΠΑΣΟΚ, αλλά και να διευρυνθεί, ώστε να στεγάσει το κύριο τμήμα των δημοκρατικών, αντιιμπεριαλιστικών λαϊκών δυνάμεων της χώρας, επίτευγμα προοδευτικό, καθόλου όμως και ακόμα εξασφαλισμένο.
Η διάσπαση του ΠΑΣΟΚ, στην οποία συνειδητά και δραστήρια επιμένουν ιθαγενείς και ξένες δυνάμεις, υπακούουσες σ’ άλλα συμφέροντα και αξίες, ίδιες της νέας τάξης, παραμένει μια πιθανή εκδοχή.
Ενάντια σε αυτή θα πρέπει εγκαίρως να οργανωθεί και να δράσει μια ιδεολογική, κατ’ αρχήν, υπέρβαση του ΠΑΣΟΚ προς την κατεύθυνση δημοκρατικότερης λειτουργίας του, αφενός ως Κινήματος και αφετέρου ως κόμματος, σε σχέση με την εξουσία.
Δημοκρατικότερο ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να είναι σήμερα ένας πολιτικός χώρος της ευρείας δημοκρατικής παράταξης, στον οποίο αναγνωρίζεται και διασφαλίζεται το δικαίωμα συγκυριακών ιδεολογικών τάσεων. Όχι μόνιμες φράξιες άλωσης του μηχανισμού, αλλά ρεύματα αρχών, ιδεών, που θα κατοχυρώσουν και την ενότητα του χώρου.
Παράλληλα και συμπληρωματικά μ’ αυτό το μέτρο θα πρέπει το ΠΑΣΟΚ να προχωρήσει σε ουσιαστικό χωρισμό κόμματος και κυβέρνησης, επιτρέποντας στο κόμμα να διατηρεί τι δυνάμεις που του εξασφαλίζουν την ιδεολογική και την ηθική του ταυτότητα, μη αναρροφούμενες όμως από τη διαβρωτική διαχείριση της εξουσίας. Το ιστορικό περιβάλλον της χώρας μας καθόρισε κόμματα γύρω από ένα χαρισματικό αρχηγό.
Η περίοδος αυτή πρέπει να θεωρηθεί λήξασα, ελλείψει ενός τέτοιου νέου χαρισματικού αρχηγού, αλλά και κυρίως ως μη ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις και προσδοκίες των νέων γενεών.
Αυτές χρειάζονται και θα αναζητήσουν κόμματα αρχών, στα οποία κινούνται πολίτες ικανοί να ενδιαφερθούν για την πολιτική ως πλαίσιο και λειτουργία δημοκρατικής διαχείρισης των κοινών.
Η παράδοση των δύο Παπανδρέου ενέχει τη λογική και τη δυναμική της δυνατότητας παρόμοιας υπέρβασης.
Από μια τέτοια μετεξέλιξη θα εξαρτηθεί και η διατήρηση ενός ανανεωμένου ΠΑΣΟΚ ή η διάσπασή του ή ακόμα και η μεταμόρφωσή του σε όργανο ουσιαστικά πια άσχετο με ό,τι υπήρξε στις διάφορες εκφράσεις του ο Παπανδρεϊσμός ως πρόθεση, όραμα και πράξη.
* Ο Μιχάλης Ν. Ράπτης (1911 – 1996), γνωστός σ’ όλο τον κόσμο με το ψευδώνυμο «Μισέλ Πάμπλο», ήταν γενικός γραμματέας της Τετάρτης Διεθνούς. Διετέλεσε σύμβουλος του αλγερινού Προέδρου Αχμέντ Μπεν Μπελά, του Σαλβαδόρ Αλιέντε, του Φρανσουά Μιτεράν και των Τσε Γκεβάρα – Φιντέλ Κάστρο. Με τον Ανδρέα Παπανδρέου γνωρίζονταν από τα νεανικά χρόνια τους και τον θεωρούσε δάσκαλό του στην πολιτική.
Το παρόν κείμενο ήταν το τελευταίο που έγραψε, αρχές Γενάρη του 1996, για το βιβλίο «Ανδρέας Παπανδρέου: 31 χρόνια πολιτικής δημιουργίας», που επιμελήθηκε ο Χρήστος Η. Χαλαζιάς. Στις 17 Φεβρουαρίου 1996 άφησε την τελευταία του πνοή.
Φωτό: Μιχάλης Ράπτης «Πάμπλο» και Χρήστος Η. Χαλαζιάς στο Παγκόσμιο Συνέδριο για τα 20 χρόνια του Μάη του 1968