Η ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ
Συγγραφέας
Κατερίνα Μαυρομμάτη
Στο περιθώριο της Ιστορίας υπάρχουν γεγονότα που αφορούν καθημερινούς ανθρώπους για τα οποία δεν μαθαίνουμε ποτέ το παραμικρό.
Ο βιασμός μιας κοπέλας την ολέθρια αυγουστιάτικη εκείνη μέρα του 1974 στην Κύπρο, ο δυσβάσταχτος στη συνέχεια γάμος της στην Αθήνα και η ανασφάλειά της, ο ξεπεσμός της οικογένειάς της την περίοδο της οικονομικής κρίσης, ο έρωτάς της με έναν οικονομικό μετανάστη και το ταξίδι της στην Κωνσταντινούπολη, όπου κρύβεται ένα μυστικό, ποια κατάληξη άραγε θα έχουν;
Το τραυματικό παρελθόν μιας γυναίκας μπορεί να την οδηγήσει σε μια διαρκή αυτομομφή, που ωστόσο η ίδια την εκλαμβάνει και ως εξιλέωση.
Απόσπασμα βιβλίου
Η εξαθλίωση
1
Κατέβηκα με εμφανή κι αλγεινή δυσκολία τα σκαλοπάτια από τον τρίτο όροφο. Το ασανσέρ πάλι εκτός λειτουργίας. Προτού φτάσω στο ισόγειο, κάποιες κακόηχες κι ακατάληπτες φράσεις με προειδοποιούσαν ότι η μέρα μου ξεκινούσε με ένα ατόπημα. Όταν κατάφερα ασθμαίνοντας να βρεθώ στον χώρο του θυρωρείου, είδα τη διαχειρίστρια εν μέσω αρκετών ενοίκων οι οποίοι φωνασκούσαν απρεπώς, σαν να τη μέμφονταν για κάτι απροσδιόριστο ακόμα για μένα. Κρατούσαν τη μύτη τους μ’ ένα αίσθημα αηδίας.
Η μικροκαμωμένη ηλικιωμένη κυρία που είχε ρόλο θυρωρού, καθαρίστριας και εισπρακτόρισσας κοινοχρήστων και την οποία διέκρινε η ευπρέπεια και η σεμνότητα αρνιόταν να κάνει κάτι που οι υπόλοιποι φαινόταν ότι της υποδείκνυαν. Μια ανεξήγητη βιασύνη τους είχε πιάσει να της δίνουν απανωτές εντολές περί του καθήκοντός της, το οποίο η θαυμάσια θυρωρός μας ποτέ δεν είχε παραβλέψει ή παραμελήσει, για όσο τουλάχιστον μένω εδώ και την παρακολουθώ να εκτελεί άψογα την εργασία της. Μα τι ζητούσαν επιτέλους από εκείνη με τόσο έντονο και αυθάδη τρόπο; Να επιμεληθεί της καθαριότητας του πατώματος του ασανσέρ, όπως κατάλαβα αμέσως μετά. Τότε, προς τι η άρνησή της;
Η θυρωρός διεκδικούσε λαχανιαστά την αμφισβήτηση και κατ’ επέκταση την παραβίαση του κανόνα. Παγιδευμένη στην από φυσικού της ευγένεια δεν μπορούσε να μπήξει μια φωνή για τον πρωινό μπελά που την είχε βρει. Δεν θα έκανε θέμα αν επρόκειτο για οτιδήποτε άλλο, ακόμα και το πιο αναπάντεχο σε σχέση με όσα προσδοκούσε καθημερινά, αλλά αυτό ήταν άνω ποταμών, όπως είπε. Όχι απλώς εξοργιστικό και παράλογο, μα εντελώς αηδιαστικό και υποτιμητικό. Το κώλυμα εντοπιζόταν στη νοσηρότητα μιας αφόρητα έκλυτης πράξης που καταπατούσε κάθε λογική, φανερώνοντας την πιο αδιάντροπη μορφή θρασύτητας.
Δεν είχα καμιά όρεξη να εμπλακώ στη συζήτηση ή να θελήσω να μάθω τι συνέβαινε, αλλά μια μυρωδιά βόθρου και κάποιες κακές λέξεις μ’ έκαναν να γυρίσω το βλέμμα προς το εσωτερικό του ασανσέρ. Μια κόλλα χαρτί, κολλημένη στον καθρέφτη με σελοτέιπ, έγραφε με κόκκινο στιλό, ή μάλλον μαρκαδόρο, με μεγάλα βιαστικά γράμματα τη φράση «Να σας χέσω» και στο πάτωμα διέκρινα το απεχθές θέαμα που μου προκάλεσε τάση για εμετό. Κλείνοντας κι εγώ τη μύτη μου όπως οι υπόλοιποι, παρέμενα αμέτοχη, αφού δεν είχα το κουράγιο για περαιτέρω διευκρινίσεις ή προφανή συμπεράσματα. Το αποτέλεσμα μιας αφόδευσης ήταν η αιτία της υστερίας και μόνο αυτό αρκούσε για να με κάνει να το βάλω στα πόδια. Τρόπος του λέγειν να το βάλω στα πόδια, μια κουβέντα ήταν να πάρω τα πόδια μου, που μετά βίας με βαστούσαν.
Στο λίγο χρoνικό διάστημα που άντεξα να μείνω στην είσοδο της πολυκατοικίας, άκουσα διάφορες εκδοχές για το μυστήριο της αφόδευσης στο ασανσέρ, ένα μυστήριο που θα έμενε εσαεί πυκνό κι αξεδιάλυτο. Οι πάντες αναρωτιούνταν πώς ένας άνθρωπος έκανε τέτοιο πράμα χωρίς να φοβηθεί μην τον πιάσουν. Ήταν κάτι το αδιανόητο ακόμα κι αν κατανοούσαν ότι πίσω από την ενέργεια αυτή κρυβόταν το πρόσχημα κάποιας εκδίκησης για μια ανείπωτη προσβολή.
Έφυγα κάπως βιαστικά αφού καλημέρισα τους πάντες, αφήνοντας το βλέμμα μου να μείνει για πολύ πάνω στα απορημένα μάτια της θυρωρού, που τη συμπαθούσα ιδιαίτερα για το ελλιπές καλούπι της και το μονίμως χαμογελαστό πρόσωπό της, σαν να ήθελα να της συμπαρασταθώ με τα μάτια. Μονάχα αυτήν τη συμπαράσταση θα μπορούσα έτσι κι αλλιώς να της δείξω. Δεν μου ήταν δυνατόν να τη βοηθήσω κάπως, αφού πίσω από τη θέληση δεν υπήρχαν καθόλου δυνάμεις. Μέρες είχα να φάω κάτι. Το τελευταίο κρεμμύδι μου είχε τελειώσει – δεν θυμάμαι πότε. Ούτε στραγάλια έμειναν ούτε αμύγδαλα. Μόνο νερό έπινα. Θόλωνε ο νους μου κι ούτε που ήξερα πού λάθεψα για να ξεφύγω έτσι από τη φυσιολογική ζωή…
Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ
Λίγα λόγια για την συγγραφέα
Η Κατερίνα Μαυρομμάτη γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1957. Σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στο Eθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο. Εργάστηκε στη Μέση Εκπαίδευση και ασχολήθηκε με την έντυπη δημοσιογραφία.
Πήρε το πρώτο βραβείο σε πανελλήνιο διαγωνισμό διηγήματος με θέμα το φανταστικό, που έλαβε χώρα στην Αθήνα, στην Ελληνοαμερικάνικη Ένωση, το 2015.
Το μυθιστόρημά της Η ενοχή των αθώων συμπεριλήφθηκε στη λίστα των επικρατέστερων για το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου.
Το βραβευμένο διήγημά της «Το παραλάλημα» περιλαμβάνεται στη συλλογή Η Αθήνα και το βιβλίο που εκδόθηκε από τον Ιανό το 2018.
Site: www.katerinamavrommati.com
Κατηγορία: Ελληνική Πεζογραφία
ISBN: 978-960-04-4970-9