Τουρκικός επεκτατισμός και αποτελεσματική αντιμετώπισή του
Του
ΜΑΡΙΝΟΥ ΣΙΖΟΠΟΥΛΟΥ
Προέδρου ΚΣ ΕΔΕΚ
Oι συνεχείς και αναβαθμισμένες προκλήσεις της Άγκυρας στον θαλάσσιο χώρο του Αιγαίου και της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας πέραν από την αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου εντάσσονται στο ευρύτερο σχέδιό της για θαλάσσια επέκταση, ώστε η Τουρκία να μετατραπεί σε μια μεγάλη περιφερειακή δύναμη με παγκόσμια εμβέλεια.
Παράλληλα αποσκοπούν:
– Στην αναστολή του ενεργειακού προγράμματος Ελλάδας και Κύπρου.
– Στη δημιουργία γκρίζων ζωνών τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο, τις οποίες θα αξιοποιήσει στο μέλλον.
– Στην ένταξη της διαχείρισης των υδρογονανθράκων στο πλαίσιο των συζητήσεων για επίλυση του Κυπριακού και κατά κύριο λόγο να συμφωνηθεί ο συνεταιρισμός με το κατοχικό καθεστώς.
– Στη ματαίωση της κατασκευής του αγωγού της Ανατολικής Μεσογείου (Eastmed) και τη μεταφορά του φυσικού αερίου προς την Ευρώπη με αγωγό μέσω Τουρκίας. Εξέλιξη η οποία θα ισχυροποιήσει ακόμα περισσότερο τον γεωστρατηγικό της ρόλο.
Ως ΕΔΕΚ εκτιμούμε ότι ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης του τουρκικού επεκτατισμού είναι η αξιοποίηση του γεωστρατηγικού παράγοντα. Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να αξιοποιήσουν τα πολιτικά και διπλωματικά τους πλεονεκτήματα, να προχωρήσουν στην αναβάθμιση του γεωστρατηγικού τους ρόλου με την υιοθέτηση πανεθνικής πολιτικής η οποία θα στηρίζεται στους τρεις παρακάτω πυλώνες:
1. Τον πολιτικό
Επικέντρωση των προσπαθειών στον ΟΗΕ και την ΕΕ. Στον ΟΗΕ σταθερή θέση αναφορικά με τη λύση του Κυπριακού πρέπει να είναι η υλοποίηση του συνόλου των αποφάσεων και των ψηφισμάτων του ΣΑ και της ΓΣ και όχι μόνο του ψηφίσματος 649 του ΣΑ, που αναφέρεται στη ΔΔΟ με πολιτική ισότητα.
Αιχμή αυτής της πολιτικής πρέπει να είναι η απόφαση της ΓΣ της 13ης Μαΐου 1983 για σύγκληση Διεθνούς Διάσκεψης για το Κυπριακό με τη συμμετοχή των πέντε μονίμων μελών του ΣΑ της ΕΕ, των εγγυητριών χωρών και της Κυπριακής Δημοκρατίας, με μοναδικό θέμα την υλοποίηση των αποφάσεων των ΗΕ για τη διεθνή πτυχή του Κυπριακού και συγκεκριμένα:
• Την πλήρη αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων.
• Την κατάργηση των συνθηκών εγγύησης και συμμαχίας.
• Τον επαναπατρισμό των εποίκων.
• Την επιστροφή των προσφύγων σε συνθήκες ασφάλειας.
Δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις ότι η υλοποίηση των πιο πάνω είναι εύκολη. Η εμμονή όμως σε αυτά:
– Αναστέλλει την αναβάθμιση του κατοχικού καθεστώτος και τους κινδύνους που αυτή συνεπάγεται.
– Επαναφέρει το Κυπριακό στη σωστή του βάση, ως προβλήματος εισβολής, συνεχιζόμενης κατοχής και εθνοκάθαρσης. Την ίδια στιγμή το απομακρύνει από τον επικίνδυνο εγκλωβισμό στη δικοινοτική του πτυχή, όπου απαλλάσσει την Τουρκία από τις ευθύνες της και μετατρέπει το κατοχικό καθεστώς σε «πολιτικά ισότιμο εταίρο».
– Τέλος, απεγκλωβίζει τη λύση του Κυπριακού από τον ασφυκτικό έλεγχο του αμερικανοβρετανικού παράγοντα, ο οποίος το δημιούργησε για να κατοχυρώσει τα γεωστρατηγικά του συμφέροντα στην ευαίσθητη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Όσον αφορά την ΕΕ, η στόχευση πρέπει να αφορά την παρεμπόδιση οποιασδήποτε αναβάθμισης των εμπορικών και οικονομικών σχέσεων με την Τουρκία. Ειδικά αυτήν την περίοδο, όπου η τουρκική οικονομία εισέρχεται σε περίοδο ύφεσης, είναι σημαντικό να παρεμποδισθεί η οικονομική αρωγή της ΕΕ.
Η αναστολή αναβάθμισης αυτών των σχέσεων ενδέχεται να ενεργοποιήσει αντιθέσεις εντός του τουρκικού πολιτικού συστήματος λόγω διαφοροποίησης συμφερόντων, χωρίς να αποκλείεται αυτό να οδηγήσει και σε χαλιναγώγηση της επεκτατικής πολιτικής της Άγκυρας σε βάρος της Ελλάδας, τερματισμό των προκλήσεων στο Αιγαίο και συναίνεση για εξεύρεση δημοκρατικής και βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό.
Το πολιτικό πλαίσιο αυτής της τακτικής πρέπει να περιλαμβάνει τη συμμόρφωση της Τουρκίας στις πρόνοιες της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923 και την υλοποίηση των κυπρογενών υποχρεώσεων που ανέλαβε έναντι της ΕΕ τον Σεπτέμβριο του 2005.
2. Τον ενεργειακό
Η προσεκτική και πολυεπίπεδη αξιοποίησή του θα υποβοηθήσει στη μερική εξισορρόπηση των συμφερόντων των δυνάμεων που εμπλέκονται στην περιοχή. Είναι ήδη γνωστοί οι ενεργειακοί σχεδιασμοί της Άγκυρας και η τακτική που ακολουθεί ως προς την υλοποίησή τους.
Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να σχεδιάσουν τη δική τους τακτική και με προσεκτική και αναβαθμισμένη κλιμάκωση να προωθήσουν την υλοποίησή της. Οι προτάσεις μας πρέπει να είναι συγκεκριμένες:
• Περαιτέρω αναβάθμιση των τριμερών συμφωνιών που έχουν υπογραφεί με τις άλλες χώρες της περιοχής, ώστε αυτές, πέραν της εκμετάλλευσης, να περιλαμβάνουν και εμπορικούς και γεωστρατηγικούς τομείς.
• Εμπλοκή ισχυρών εταιρειών στην εκμετάλλευση, με προηγούμενη επιβεβαίωση από τις κυβερνήσεις των χωρών από τις οποίες προέρχονται, στη βάση ότι θα προσφέρουν προστασία έναντι των τουρκικών προκλήσεων.
• Οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας Ελλάδας – Κύπρου – Αιγύπτου.
• Άμεση ενεργοποίηση της κατασκευής του αγωγού της Ανατολικής Μεσογείου (EastMed) για μεταφορά φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να θέσει τέρμα στους τουρκικούς σχεδιασμούς για αγωγό μέσω Τουρκίας, θα προσφέρει ενεργειακή επάρκεια στην Κεντρική Ευρώπη και θα οδηγήσει σε μερική εξισορρόπηση των οικονομικών και εμπορικών συμφερόντων αυτών των χωρών σε σχέση με την Τουρκία.
3. Τον στρατιωτικό
Η υλοποίηση των δύο προηγούμενων πυλώνων θα ενισχυθεί σημαντικά από ανάλογη στρατιωτική υποστήριξη, την οποία η Κύπρος αδυνατεί να προσφέρει.
Σε συνεργασία όμως με την Ελλάδα τα δεδομένα αλλάζουν σημαντικά. Η Ελλάδα πρέπει να αναβαθμίσει τον γεωστρατηγικό της ρόλο στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, αξιοποιώντας το τρίγωνο Κύπρος – Κρήτη – Ρόδος.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι σημαντικό να ενεργοποιηθεί το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου και να ενισχυθεί η παρουσία του Ελληνικού Στρατού σε αυτό το τρίγωνο και κυρίως στην Κύπρο, τόσο αριθμητικά όσο και οπλικά.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο αγώνας αντιμετώπισης του τουρκικού επεκτατισμού είναι κοινός. Η Κύπρος δεν είναι το προκεχωρημένο φυλάκιο του Ελληνισμού, αλλά το τελευταίο. Εάν χαθεί η μάχη της Κύπρου, θα χαθεί και η μάχη της Θράκης και του Αιγαίου.