Ν. Γ. Χαριτάκης: Η Ελλάδα της ενισχυμένης εποπτείας
Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ
Θα ξεκινήσουμε με μία φιλική υπόδειξη προς όλους εκείνους που μετά τις εκλογές θα αναλάβουν κυβερνητικές θέσεις. Προσοχή στους σκληρούς δίσκους και στους προσωπικούς υπολογιστές των υπουργών και των ασκούντων διοίκηση. Πρέπει να παραδοθούν χωρίς ηλεκτρονικές παρεμβάσεις και μαζικές διαγραφές αλληλογραφίας. Οι σημερινοί υπουργοί ας γνωρίζουν από τώρα ότι θα αποχωρήσουν με τους σκληρούς του υπουργείου απείρακτους και όχι κατεστραμμένους.
Οι πολιτικοί της κυβερνητικής πλειοψηφίας προετοιμάζονται να ζήσουν, όσοι εξ αυτών μπορούν να καταλάβουν τη διαφορά, την τραγική αλλαγή που εισήγαγε στην οικονομική ζωή της χώρας μας η μη υπογραφή ενός τετάρτου Μνημονίου. Όχι βέβαια γιατί δεν το θέλαμε εμείς, αλλά γιατί δεν το ήθελαν κυρίως οι εταίροι. Σ’ αυτό συνετέλεσε ο κομπραδόρος της οικονομικής πολιτικής της Ευρωζώνης κ. Μοσκοβισί. Για λόγους που δεν γνωρίζουμε, αλλά θα τους μάθουμε όταν αποδεσμευτούν οι σκληροί δίσκοι των υπουργών και του Μαξίμου, η Ελλάδα πέρασε από την εποχή των Μνημονίων στην εποχή των «παγετώνων» ή διαφορετικά στην εποχή της ενισχυμένης εποπτείας.
Η διαφορά των δύο μεθοδολογιών οικονομικής επιτροπείας είναι ουσιώδης. Και οι δύο έχουν κανόνες συμπεριφοράς σε σχέση με τα μέτρα που λαμβάνει η εκάστοτε κυβέρνηση για να πετύχει τον στόχο του πλεονάσματος 3,5%. Και οι δύο έχουν «τρόικα» (χωρίς το ΔΝΤ). Και οι δύο έχουν ένα πιστωτικό «μαξιλάρι» για τη στήριξη της χαμηλότοκης ανακεφαλαιοποίησης των λήξεων των δανείων. Εδώ όμως τελειώνουν οι ομοιότητες και υπάρχει μία διαφορά ουσίας. Ενώ στα Μνημόνια η αποδέσμευση κεφαλαίων που κάλυπταν τις πιστωτικές ανάγκες της χώρας (δημοσιονομικό έλλειμμα για εξυπηρέτηση χρέους, έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου) γινόταν κατ’ εντολή του Eurogroup, σήμερα ακόμη και η οριακή αποδέσμευση κεφαλαίων για τις ανάγκες δανεισμού της χώρας προσδιορίζεται από τον Κώδικα Τραπεζικής Δεοντολογίας που έχει επιβάλλει η ΕΚΤ για όλους τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της Ευρωζώνης.
Και να θέλουν οι τράπεζες όλου του κόσμου να μας δανείσουν σε επιτόκιο της επιλογής τους, οφείλουν να αιτιολογήσουν την απόφασή τους στις διοικήσεις τους με βάση τον Κώδικα Δεοντολογίας. Και τουλάχιστον η ΕΚΤ θα πρέπει να θεωρεί ότι το χρέος είναι βιώσιμο. Όπως, για παράδειγμα, οι εμπορικές τράπεζες της χώρας δεν μπορούν να δανείζουν τους πελάτες τους χωρίς εξασφαλίσεις βιωσιμότητας της επιχείρησης, έτσι και ίδιοι οργανισμοί δεν μπορούν να δανείζουν χώρες χωρίς εξασφαλίσεις βιωσιμότητας.
Μέχρι τον Αύγουστο του 2018 η εξασφάλιση προσδιοριζόταν από το θολό σύστημα της πολιτικής συζήτησης στο Eurogroup, αφού η χώρα ήταν εκτός αγορών. Οι εταίροι, και όχι η ΕΚΤ, έλεγαν ή άφηναν να διαρρεύσει ότι «τη θέλουμε την Ελλάδα», «δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε κρίση στην Ευρωζώνη και στο ευρώ», «η κυβέρνηση Τσίπρα είναι καλή και κάνει ό,τι της λέμε», «να περάσουν τα Σκόπια και βλέπουμε» και άλλα ευτράπελα.
Οι συνθήκες αλλάξαν και τη διεύθυνση της ορχήστρας την έχει πλέον ο κ. Ντράγκι και η τραπεζική δεοντολογία. Όποιος τολμά ας δανείσει τη χώρα πριν η ΕΚΤ επιβεβαιώσει τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους. Η πρώτη και σημαντική ένδειξη της αξιολόγησης της ΕΚΤ θα προκύψει από την επιστροφή ενός ποσού 650 εκατ. που μας όφειλε και δεν το επέστρεψε μέχρι τις 31/12/2018. Καθυστέρησε γιατί αντί η πρώτη αξιολόγηση της ενισχυμένης εποπτείας να γίνει τον Νοέμβριο του 2018 θα γίνει τον Φεβρουάριο.
Εκτός από την ΕΚΤ έχουμε και το ΔΝΤ, αφού στις 18/1 έληξαν και στις 31/1 λήγουν άλλα 450 εκατ. οφειλής προς αυτό. Τέλος, στις 17/4 πρέπει να πληρωθούν 4 δισ. σε ιδιώτες που έχουν χάσει πολλά στο παρελθόν. Όλοι αυτοί περιμένουν να πάρει θέση ο κ. Ντράγκι.
Η αλυσίδα των άμεσων λήξεων χρεών δεν είναι μεγάλη. Θα μπορούσε λοιπόν κάποιος να υποθέσει ότι αφού έχουμε ταμείο μπορούμε και να πληρώνουμε. Δυστυχώς δεν είναι έτσι, γιατί πρώτα η ΕΚΤ οφείλει να εξηγήσει γιατί δεν επέστρεψε τα 650 εκατ. που είχε δεσμευτεί να αποδώσει στη χώρα μας και μετά θα ενεργήσουν οι υπόλοιποι. Αν ένας πιστωτής (ΕΚΤ) δεν επιστρέφει υποχρέωση, πώς δανείζουν οι υπόλοιποι;
Η απόφαση αποδέσμευσης του ποσού της οφειλής της ΕΚΤ αποτελεί και επιβεβαίωση ότι το χρέος, τραπεζικά και όχι πολιτικά, είναι βιώσιμο. Ο διοικητής της ΕΚΤ ήταν σαφής: «Εμείς θα κάνουμε ανεξάρτητη μελέτη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους». Και το συμπέρασμά της θα είναι το σήμα για όλους τους πιστωτικούς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένου και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Αν η ΕΚΤ θέσει σε αμφιβολία τη βιωσιμότητα του χρέους με τραπεζικά κριτήρια, είναι μάλλον βέβαιο ότι ακόμη και οι ελληνικές τράπεζες δεν θα μπορούν εύκολα να ανακυκλώνουν τα έντοκα γραμμάτια Δημοσίου. Απλά θα κλείσει και ο μέχρι σήμερα «ακατάσχετος» λογαριασμός του Δημοσίου. Ο διοικητής της ΤτΕ θα υποχρεωθεί από την ΕΚΤ να επιβάλει τον Κώδικα Δεοντολογίας και στον βραχυχρόνιο δανεισμό του Ελληνικού Δημοσίου. Για τους μη γνωρίζοντες, το ύψος αυτών των δανείων είναι σε μόνιμη βάση 12 δισ.
Κατά την ταπεινή μου γνώμη, όσο ανέφικτο είναι η ΕΚΤ να παραβεί κανόνες που η ίδια έχει επιβάλει, άλλο τόσο ανέφικτο είναι να περιγράψει κανόνες του κώδικά της και να θεωρήσει ότι το χρέος είναι βιώσιμο. Οι λόγοι είναι:
1. Η κυβέρνηση μετά τον Αύγουστο του 2018 προχώρησε σε προεκλογικές παροχές, ενώ ταυτόχρονα υποχρεώνει έμμεσα την αντιπολίτευση να ακολουθήσει, όσο υπεύθυνη κι αν είναι, την ίδια τακτική. Ποιος θα κατηγορήσει τον κ. Μητσοτάκη από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό κόμμα στην επιλογή μιας ανεύθυνης πολιτικής, όταν δικαιολόγησαν την ίδια προεκλογική τακτική το 2015 στον ΣΥΡΙΖΑ;
2. Παρ’ όλες τις τυμπανοκρουσίες για τα υπερπλεονάσματα πάνω από τους στόχους και παρ’ όλη τη σιωπή για τα ταμειακά αποτελέσματα, η εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2018 έληξε με ένα έλλειμμα 5,5 δισ., αν υπολογιστούν οι επιπτώσεις του προγράμματος εξόφλησης υποχρεώσεων παρελθόντων ετών και εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης. Το ποσό όμως αυτό μας το είχαν δανείσει και εμείς δεν εξοφλήσαμε τα χρέη. Τώρα, θα ρωτήσουν οι αναλυτές της ΕΚΤ, πώς θα χρηματοδοτηθούν αυτές οι υποχρεώσεις;
3. Οι κίνδυνοι για πιθανή ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με την πλήρη εφαρμογή των κανόνων εκκαθάρισης των «κόκκινων» και «μπλε» δανείων είναι άμεσοι. Τα σχέδια νομισματοπιστωτικής ισορροπίας ήδη προδιαγράφουν τις εξελίξεις. Είναι γνωστό ότι υπάρχει το μαξιλάρι των 21 δισ. Πόσο αφελείς μπορεί είναι όμως οι κυβερνητικοί οικονομολόγοι, ώστε να νομίζουν ότι για να κάνουν παροχές η ΕΚΤ μπορεί να αδιαφορήσει και να μη δεσμεύσει ένα ποσό περίπου 10-15 δισ. από το μαξιλάρι για την εξασφάλιση των ελληνικών τραπεζών;
4. Μέχρι το τέλος του 2019, μεσούσης της προεκλογικής περιόδου, με μια πάγια στασιμότητα στα δημόσια έσοδα, έχουμε να αποπληρώσουμε, χρεολύσια και όχι τόκους στο ΔΝΤ, σε ιδιώτες και στην ΕΚΤ μόνο 12 δισ. Το ερώτημα που θα θέσει ο κ. Ντράγκι και το διεθνές τραπεζικό σύστημα είναι απλό: Ποιος θα δανείσει την Ελλάδα, ώστε να ανακυκλώσει τα χρέη της επόμενης χρονιάς; Όχι με ποιο επιτόκιο, αλλά αν θα τη δανείσει κατ’ αρχήν. Και η στιγμή αυτή είναι πολύ κοντά. Μέσα με τέλη Φεβρουαρίου.
Ο κ. Σημίτης πρόσφατα προέβλεψε ότι θα πάμε σε ένα νέο Μνημόνιο. Ίσως όμως θα έπρεπε να αναρωτηθεί γιατί ο κ. Τσίπρας και οι περί αυτόν έκαναν το λάθος και επέλεξαν τον Ιούλιο του 2018 την ενισχυμένη εποπτεία αντί ένα νέο Μνημόνιο. Σήμερα γι’ αυτούς θα ήταν όλα πιο εύκολα.