«Για μας το όνομά μας είναι η ψυχή μας»
Τον Μάρτιο του 1992 έξι επιφανείς ελληνικές προσωπικότητες υπέγραψαν ανοικτή επιστολή προς τους δώδεκα υπουργούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζητώντας να μην αναγνωρισθεί ως Μακεδονία «το κρατίδιο των Σκοπίων». Την επιστολή υπέγραφαν οι Οδυσσέας Ελύτης, Μελίνα Μερκούρη, Αριστόβουλος Μάνεσης, Γιάννης Γεωργάκης, Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ και Δημήτρης Τσάτσος.
Παραθέτουμε ολόκληρη την επιστολή:
«Ανοιχτή Επιστολή στην ΕΟΚ
Μάρτιος 28, 1992
Οι υπογραφόμενοι θεωρούμε υποχρέωση μας τόσο απέναντι στην ιδιαίτερη πατρίδα μας την Ελλάδα, όσο και απέναντι στη μεγαλύτερη πατρίδα μας την Ευρώπη, να απευθυνθούμε σε εσάς και να θέσουμε υπόψη σας τα ακόλουθα.
Σας είναι ασφαλώς γνωστή η προσπάθεια που άρχισε παλιότερα και συστηματοποιήθηκε μετά το 1944 με την ίδρυση, στο πλαίσιο της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, ενός ομοσπονδιακού κρατιδίου υπό το όνομα “Δημοκρατία της Μακεδονίας” με αποκλειστικό στόχο, τότε και τώρα, την αμφισβήτηση των ελληνικών συνόρων εντός των οποίων περικλείεται η ελληνική Μακεδονία, ως περιοχή της Βόρειας Ελλάδας με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη, κατοικούμενη από αμιγώς ελληνικό πληθυσμό.
Μέχρι σήμερα η αυθαίρετη χρήση της ιστορικής ονομασίας “Μακεδονία” από το ομόσπονδο κρατίδιο των Σκοπίων, αποτελούσε τυπικά τουλάχιστον, εσωτερική υπόθεση της Γιουγκοσλαβίας. Από τη στιγμή όμως που θα συμβεί να αναγνωριστούν το Σκόπια ως χωριστά κυρίαρχο κράτος, υποκείμενο του διεθνούς δικαίου και αποκτήσουν έτσι διεθνή υπόσταση ως “Μακεδονία” η επιβουλή κατά της Ελλάδος καθίσταται κατάφωρη και αναπόφευκτη.
Διότι αυτό το νέο κράτος με το όνομα “Μακεδονία”, καθώς δεν καλύπτει το σύνολο, αλλά μέρος μόνο του γεωγραφικού χώρου τον οποίο υποδηλώνει το όνομα του, θα τείνει, τόσο αντικειμενικά, όσο και υποκειμενικά να λειτουργεί ως “εθνικό κέντρο”, πράγμα που συνεπάγεται “δυνάμει” εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος των γειτονικών κρατών, καλλιεργώντας έτσι τον αλυτρωτισμό στους κατοίκους του, παρά το ότι αυτοί διαφέρουν εθνολογικά (είναι Σλάβοι, Αλβανοί και Τούρκοι) από τους κατοίκους της ελληνικής Μακεδονίας.
Η ειρήνη στα Βαλκάνια προϋποθέτει το σεβασμό των συνόρων.
Η χρήση ονομασίας “Μακεδονία” από ένα αναβαθμισμένο πλέον σε ανεξάρτητο κράτος των Σκοπίων συνιστά απροκάλυπτη αμφισβήτηση των ελληνικών συνόρων, μια αμφισβήτηση που δεν εκτοπίζεται και δεν εξουδετερώνεται ούτε με διεθνή σύμφωνα ούτε με συνταγματικές διατάξεις.
Με το σφετερισμό και την ιδιοποίηση της ονομασίας “Μακεδονία” τα Σκόπια – αν το κράτος τους τύχει της αναγνώρισής σας – δημιουργούν ένα πλάσμα (fiction), το οποίο θα δηλώνει καθημερινά στη διεθνή κοινότητα και καλλιεργεί στους κατοίκους του, ως “εθνικό όραμα”, την προοπτική μιας “ενιαίας Μακεδονίας”, τμήμα της οποίας θεωρείται και η λεγόμενη “Μακεδονία του Αιγαίου” – όπως σκοπίμως και μονίμως αποκαλούν την ελληνική Μακεδονία – με στόχο το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, μιας πόλης που κατοικείται 100% από Έλληνες.
Τέτοια ήταν, άλλωστε, καθώς το μαρτυρούν πάμπολα στοιχεία, η προοπτική που αρχικά., όταν το 1944 ο Τίτο ίδρυσε το ομόσπονδο κρατίδιο της “Μακεδονίας” και κατασκεύασε αντίστοιχη “εθνότητα”.
Εν όψει όλων των ανωτέρω η εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας τυχόν αναγνώριση του κράτους των Σκοπίων με την ονομασία “Μακεδονία” θα αποτελούσε επίσημη αμφισβήτηση των συνόρων της Ελλάδας και συνακόλουθα βαρύτατο πλήγμα κατά ενός μέλους της Κοινότητας. Ο ελληνικός λαός – αυτό έδειξαν και οι 1.000.000 διαδηλωτές που ξεχείλισαν τους δρόμους της μακεδονικής πρωτεύουσας, της Θεσσαλονίκης, στις 14 Φεβρουαρίου, δεν ξέρουμε κατά πόσο θα μπορέσει να παραμείνει απαθής μπροστά σ’αυτήν την απειλή κατά της εθνικής του υπόστασης και της εδαφικής του υπόστασης και της εδαφικής του ακεραιότητας. Ελπίζουμε ότι θα θελήσετε να λάβετε υπόψη σας όσα θεωρήσαμε σκόπιμο, όχι από απλή ευαισθησία, αλλά ως ηθική, νομική και πολιτική υποχρέωση μας, να θέσουμε υπόψη σας.
Για μας η ψυχή μας είναι το όνομα μας».