Το βαρύ τίμημα της Συμφωνίας των Πρεσπών: Δώρο στους Σκοπιανούς η χρήση του όρου «Μακεδονία» και «Μακεδόνας»!
-Άνευ περιεχομένου οι «διευκρινίσεις» Ζάεφ εν ονόματι του «μακεδονικού λαού»
H ευθύνη που αναλαμβάνουν οι βουλευτές οι οποίοι θα ψηφίσουν τη Συμφωνία των Πρεσπών και θα αλυσοδέσουν τη χώρα στο διηνεκές με την αποδοχή του «μακεδονικού» αλυτρωτισμού είναι τεράστια και αυτό δεν αφορά εκείνους τους βουλευτές που προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα υποστήριζαν το σκέτο «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Ούτε όσους μάλιστα, υπό την επήρεια ενός αρρωστημένου μειονεκτικού διεθνισμού, τάσσονταν πριν από μερικές δεκαετίες υπέρ της «ένωσης της διαμελισμένης ‘‘Μακεδονίας’’ σε μια ανεξάρτητη σοσιαλιστική ‘‘Μακεδονία’’».
Όμως όλοι οι άλλοι βουλευτές που θα ψηφίσουν υπέρ της Συμφωνίας δεν έχουν κανένα απολύτως άλλοθι, ούτε ιδεολογικό ούτε πολιτικό. Και για τον λόγο αυτό μολύνεται ο δημόσιος λόγος και η πολιτική ζωή με τις υποψίες περί συναλλαγής για την εξασφάλιση των αναγκαίων ψήφων, ώστε να περάσει μια κακή για τα εθνικά συμφέροντα συμφωνία.
Η Συμφωνία των Πρεσπών επιτεύχθηκε μόνο και μόνο επειδή βρέθηκε μια ελληνική κυβέρνηση η οποία αποδέχθηκε να καταπιεί τη βασική επιδίωξη του «μακεδονισμού»: Την ύπαρξη «μακεδονικής» ταυτότητας και γλώσσας και φυσικά εθνότητας. Με αντάλλαγμα την αλλαγή συνταγματικού ονόματος, η οποία έτσι κι αλλιώς αποτελούσε βασική υποχρέωση της ΠΓΔΜ βάσει και των αποφάσεων του ΣΑ του ΟΗΕ ήδη από τη δεκαετία του ’90, και πρακτικά δεν αποτελεί παραχώρηση προς την Ελλάδα, αλλά δέσμευση έναντι της εισόδου της χώρας στον ΟΗΕ…
Όσο για τις συνταγματικές αλλαγές, για τις οποίες επαίρεται η κυβέρνηση, είναι σαφές πλέον ότι ήταν προσχηματικές οι αλλαγές των επίμαχων και προβληματικών αναφορών που παραπέμπουν σε «μακεδονική ταυτότητα». Και όσοι υποκριτικά αναφέρονται σε δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού, αυτό αποτελεί ατομικό δικαίωμα και όχι συλλογικό, το οποίο μάλιστα έρχεται να καταγραφεί σε διεθνή συνθήκη και να μπει κάτω από αυτό η υπογραφή της Ελλάδας…
Η Ελλάδα δεν είχε κανέναν λόγο να βιαστεί να κλείσει την υπόθεση του ονοματολογικού, καθώς τα Σκόπια και ο κ. Ζάεφ ήταν αυτοί που πιέζονταν και παρά την αναγνώριση με το συνταγματικό όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» από 140 χώρες (το οποίο επισημαίνεται συχνά από τους υποστηρικτές της Συμφωνίας), έμενε στο περιθώριο των διεθνών οργανισμών και σε μια επικίνδυνη αβεβαιότητα. Αυτό ήταν και το μεγάλο διαπραγματευτικό όπλο της Ελλάδας και τώρα πλησίαζε η ώρα που θα έπρεπε μια ελληνική κυβέρνηση να το χρησιμοποιήσει για να αποσπάσει μια σωστή και βιώσιμη λύση, που να μην προδίδει την εθνική θέση για μη ύπαρξη της τεχνητής «μακεδονικής ταυτότητας και εθνότητας».
Γιατί η διαφορά για το όνομα του νέου κράτους δεν είναι μια δογματική προσέγγιση, αλλά ακριβώς εστιάζεται στη μη ύπαρξη εθνότητας, η οποία έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όπως η ταυτότητα και η γλώσσα, και ταυτίζεται με το σύνολο της Μακεδονίας. Από μόνο του ένα όνομα του κράτους δεν θα είχε ιδιαίτερη σημασία, αλλά γίνεται κρίσιμο όταν εκφράζει μια υποτιθέμενη χωριστή εθνότητα, η οποία επίσης ταυτίζεται με το σύνολο του εδάφους της Μακεδονίας (και όχι με το μέρος το οποίο ανήκει στην επικράτειά της).
Έτσι, η υιοθέτηση της ονομασίας «Βόρεια Μακεδονία», μαζί με όλα όσα περιλαμβάνονται στη Συμφωνία των Πρεσπών, όχι μόνο δεν λύνει το πρόβλημα, αλλά δυστυχώς έρχεται να δικαιώσει και να επιβραβεύσει τον ακραίο «μακεδονισμό».
Η συζήτηση περί εθνικότητας και γλώσσας είναι εξαντλητική και είναι σαφές ότι η μεγάλη παραχώρηση της Αθήνας, με αποδοχή και αναγνώριση «μακεδονικής γλώσσας» και ιθαγένειας / εθνικότητας όχι ως «πολίτη της Βόρειας Μακεδονίας», αλλά με την προσθήκη «μακεδονική / πολίτης Βόρειας Μακεδονίας», αποσκοπεί στη διατήρηση και προώθηση της «μακεδονικής ταυτότητας».
Οι υποτιθέμενες διευκρινίσεις της άλλης πλευράς (που ήρθαν σε έγγραφο με το λογότυπο «Δημοκρατία της Μακεδονίας» και με αναφορές στον «μακεδονικό λαό») ήταν απλή επανάληψη όσων προβλέπει η Συμφωνία, που δηλώνει ότι η «μακεδονική γλώσσα» είναι νοτιοσλαβική (λες και θα μπορούσε να είναι… αρχαία ελληνική), ενώ οι συνταγματικές αλλαγές καταγράφουν το επίσης αυτονόητο, ότι η εθνικότητα δεν είναι εθνότητα, ούτε την προδικάζει. Αλλά αυτό είναι εντελώς διαφορετικό από το να υπήρχε ρητή διευκρίνιση ότι δεν υπάρχει «μακεδονική εθνότητα».
Και το ερώτημα φυσικά είναι: Για ποιον λόγο προστέθηκε στην εθνικότητα (που αναφέρεται στην κρατική οντότητα και στους πολίτες της) και το «μακεδονική»; Σε ποιους πολίτες της χώρας αναφέρεται; Εξάλλου, ο λόγος που υιοθετήθηκε η διευκρίνιση ήταν η στάση των δύο αλβανών βουλευτών, που για να στηρίξουν τη Συμφωνία ζήτησαν είτε να αφαιρεθεί το «μακεδονική» (κάτι που απέρριψαν οι βουλευτές του VMRO-DPMNE που στήριξαν τη Συμφωνία) είτε να δηλωθεί ότι η αναφορά αυτή δεν καθορίζει την εθνότητα, θέλοντας έτσι να προστατεύσουν την αλβανική εθνική ταυτότητά τους.
Αυτό όμως που ίσως δεν έχουν αντιληφθεί οι αμφιταλαντευόμενοι υποστηρικτές της Συμφωνίας είναι ότι πλέον όχι μόνο η γλώσσα και η εθνικότητα θα λέγεται «μακεδονική», αλλά πλέον με την υπογραφή της Ελλάδας και την ψήφο των ελλήνων βουλευτών η άλλη πλευρά θα έχει δικαίωμα ελεύθερης χρήσης των όρων «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» (άρθρο 1, παράγραφος 3, εδάφιο δ και άρθρο 7).
Με τον συνδυασμό αυτών των δύο άρθρων τα Σκόπια αποκτούν, με τη συναίνεση της Ελλάδας, το δικαίωμα χρήσης του όρου «Μακεδονία» και «Μακεδόνας». Μάλιστα, η προσπάθεια δικαιολόγησης αυτής της εξωφρενικής υποχώρησης με το άρθρο 7 της Συμφωνίας οδηγεί σε ακόμη χειρότερα αποτελέσματα.
Το άρθρο 7, που αποτελεί την κολυμβήθρα του Σιλωάμ για το ξέπλυμα του «μακεδονισμού», δηλώνει ότι τα δύο μέρη δέχονται ότι η αναφορά τους σε «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» έχει… διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο και πολιτιστική κληρονομιά.
Δηλαδή, πολύ απλά, τα Σκόπια θα χρησιμοποιούν ελεύθερα και βάσει της Συμφωνίας τους όρους «Μακεδονία» και «Μακεδόνας», αλλά όσοι έχουν… διαβάσει τη Συμφωνία θα γνωρίζουν ότι εννοούν διαφορετικό πράγμα από αυτό που εμείς ονομάζουμε «Μακεδονία» και «Μακεδόνας»…
Όμως στο ίδιο άρθρο της Συμφωνίας των Πρεσπών, στην παράγραφο 3, γίνεται μία ακόμη μεγαλύτερη παραχώρηση.
Αναφέρει το σχετικό άρθρο: «Αναφορικά με το Δεύτερο Μέρος (δηλαδή την ΠΓΔΜ), με αυτούς τους όρους (‘‘Μακεδονία’’ και ‘‘Μακεδόνας’’) νοούνται η επικράτεια, η γλώσσα, ο πληθυσμός και τα χαρακτηριστικά τους με τη δική τους ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά, διακριτώς διαφορετικά από αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 7(2) (σ.σ.: Που αφορά την ελληνική Μακεδονία και τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό).
Όμως όλα αυτά που περιγράφονται (επικράτεια, γλώσσα, πληθυσμός, ιστορία, πολιτισμός, κληρονομιά) ως σημείο αναφοράς στη χρήση του όρου «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» από τη γειτονική χώρα είναι συστατικά στοιχεία εθνικής ταυτότητας και εθνότητας…
Τέλος, είναι επίσης χρήσιμο να τονισθεί ότι με τη Συμφωνία, και βάσει του άρθρου 1 παράγραφος 3, εδάφιο ζ, αποδέχεται η Ελλάδα την ελεύθερη χρήση του όρου «Μακεδονία / μακεδονικός» για κάθε φορέα, σύλλογο, θεσμό της γειτονικής χώρας, εξαιρουμένων μόνο όσων χρηματοδοτούνται από το κράτος και έχουν ιδρυθεί με νόμο. Και αυτό αφορά φυσικά αθλητικούς συλλόγους και ομάδες, ομοσπονδίες, πολιτιστικούς οργανισμούς, συγκοινωνιακούς ή τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς και κάθε άλλη δραστηριότητα…
Η επιλογή των ελλήνων βουλευτών δεν είναι καθόλου εύκολη. Αλλά τουλάχιστον θα πρέπει να γνωρίζουν τι ψηφίζουν. Γιατί η ψηφοφορία στη Βουλή διαρκεί λίγες ώρες, όμως η δέσμευση της χώρας είναι μόνιμη, με βαριές συνέπειες και έχει ιστορικές διαστάσεις…
Κωνσταντίνος Τσάκαλος