Λεόντεια η συμφωνία με τα Σκόπια, βλάπτει τα εθνικά συμφέροντα
18 πρέσβεις καλούν τους βουλευτές να μην την ψηφίσουν
-Είναι εφαλτήριο για τη συνέχιση των αλυτρωτικών βλέψεων των Σκοπίων
-«Η συμφωνία, επιβληθείσα έξωθεν, τείνει να επιφέρει διχασμό στην ελληνική κοινωνία», τονίζουν οι πρέσβεις
Δεκαοκτώ πρέσβεις ε.τ., οι Αιλιανός Κωνσταντίνος, Αλιάγας Σπύρος, Βάσσης Κωνσταντίνος, Γεννηματάς Ιωάννης, Δεναξάς Ευάγγελος, Δοκιανός Σπύρος, Δρακουλαράκος Ιωάννης, Θεοδωρακόπουλος Αθανάσιος, Κοραντής Ιωάννης, Μεγαλοκονόμος Μάνος, Νομικός Αντώνιος, Παπαδόπουλος Ιωάννης, Παπασλιώτης Απόστολος, Πολίτης Κωνσταντίνος, Σταματίου Εμμανουήλ, Στοφορόπουλος Θέμος, Φραγκούλης Ευάγγελος, Χισκάκης Μιλτιάδης, καλούν αυτή την ύστατη ώρα την κυβέρνηση να μην προχωρήσει στην ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών, όπως έχει αποφασίσει, ή έστω να δώσει τη δυνατότητα στον ελληνικό λαό να εκφράσει με δημοψήφισμα αν είναι υπέρ ή κατά.
Επίσης, με την ανοιχτή επιστολή του ο «Διπλωματικός Κύκλος Συνταξιούχων Πρέσβεων» καλεί «τους εκπροσώπους του Έθνους να μη συμβάλουν με την ψήφο τους στην αποδοχή της συμφωνίας αυτής», την οποία χαρακτηρίζει «ετεροβαρή, λεόντεια, που βλάπτει τα εθνικά μας συμφέροντα». Επισημαίνεται επίσης ότι «η εν λόγω συμφωνία, επιβληθείσα –ως φαίνεται– έξωθεν, τείνει να επιφέρει διχασμό στην ελληνική κοινωνία».
Με ιδιαίτερη έμφαση, οι 18 πρέσβεις υπογραμμίζουν:
• «Η συμφωνία θα αποτελέσει το εφαλτήριο για τη συνέχιση της αλυτρωτικής πολιτικής, αναπροσαρμοσμένης στα νέα δεδομένα που τους παραχωρήσαμε με τη συμφωνία αυτή (γλώσσα, ταυτότητα, εθνική υπόσταση), και θα ενσπείρει τη σύγχυση ως προς την ελληνικότητα της ιστορικής ελληνικής Μακεδονίας».
• «Φοβούμεθα ότι ούτε η νέα ονομασία που συμφωνήθηκε στις Πρέσπες ούτε οι τροποποιήσεις των σχετικών με τον αλυτρωτισμό διατάξεων του σκοπιανού συντάγματος θα μπορέσουν να ανακόψουν τις επεκτατικές βλέψεις των “πολιτών της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας”, και ιδιαίτερα της νέας γενιάς, η οποία γαλουχήθηκε με το όνειρο επέκτασης της χώρας τους στην κατ’ αυτούς ‘‘Μακεδονία του Αιγαίου’’».
Το πλήρες κείμενο της επιστολής των 18 πρέσβεων ε.τ., που γράφει Ιστορία και δεν έχουμε υπόψη αν έχει υπάρξει ανάλογη καίρια παρέμβαση σε απόφαση της κυβέρνησης της χώρας, με τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού να είναι αντίθετη στη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία στην ουσία τα δίνει όλα στα Σκόπια, έχει ως εξής:
«Η συμφωνία αυτή, όπως πιστεύουμε, αποτελεί πλήρη αποδοχή –και κατά συνέπεια δική μας υποχώρηση– των απαιτήσεων της σκοπιανής πλευράς, η οποία ήδη από της σύστασης του ομόσπονδου κρατιδίου των Σκοπίων μέσα στα πλαίσια της άλλοτε Γιουγκοσλαβίας αλλά και σήμερα το προκύψαν μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας νέο κρατικό μόρφωμα της ΠΓΔΜ εξακολουθεί να εκδηλώνει ‘‘αλυτρωτικές’’ τάσεις κατά της χώρας μας, ενώ ταυτόχρονα δεν φαίνεται να έχει εγκαταλείψει την επεκτατική πολιτική του Τίτο περί ‘‘Ενοποιήσεως όλου του μακεδονικού χώρου συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής ιστορικής Μακεδονίας’’.
Φοβούμεθα ότι ούτε η νέα ονομασία που συμφωνήθηκε στις Πρέσπες ούτε οι τροποποιήσεις των σχετικών με τον ‘‘αλυτρωτισμό’’ διατάξεων του σκοπιανού συντάγματος θα μπορέσουν να ανακόψουν τις επεκτατικές βλέψεις των ‘‘πολιτών της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας’’ και ιδιαίτερα της νέας γενιάς, η οποία γαλουχήθηκε με το όνειρο επέκτασης της χώρας τους στην κατ’ αυτούς ‘‘Μακεδονία του Αιγαίου’’. Οι πολίτες της χώρας αυτής αρνούνται να δεχθούν την ιστορική αλήθεια, ότι η περιοχή των Σκοπίων ήταν τμήμα της Αρχαίας Δαρδανίας, ως τούτο επιβεβαιώνεται από αδιάσειστα αρχαιολογικά, εθνολογικά, γλωσσικά και άλλα στοιχεία. Ενδεικτικά παραθέτουμε περικοπή από το έργο (Περιηγηματικόν Πικτάκιον εκδοθέν στο Άμστερνταμ το 1706) του νεοέλληνα διανοητή που διακρίθηκε στον Ευρωπαϊκό χώρο Αναστασίου Μιχαήλ, όπου υπογραμμίζει ότι ‘‘με τη Μοισία (σημερινή Σερβία) προσομορούσιν (συνορεύουν) οι Δαρδανικοί Σκούποι (δηλ. τα σημερινά Σκόπια)’’.
Πέραν όμως της διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας, που επιχειρείται με την συμφωνία των Πρεσπών, η τελευταία θα δημιουργήσει σειρά προβλημάτων σε πολλαπλά επίπεδα και θα αποτελέσει αιτία προστριβών και αποσταθεροποίησης. Διότι αναγνωρίζεται, εντελώς εσφαλμένα, ‘‘η μακεδονική γλώσσα’’ και ‘‘ταυτότητα’’, ήτοι τα κυριότερα συστατικά στοιχεία για την δημιουργία μιας εθνικής οντότητας. Οι σχετικές διατάξεις της συμφωνίας των Πρεσπών παρέχουν το νομικό πλέον κάλυμμα για να συνεχίσει η σκοπιανή πλευρά την ‘‘αλυτρωτική’’ της πολιτική με άλλα πιο ισχυρά από τα μέχρι τώρα μέσα και μία πιο έντονη ρητορική προβολή τους.
Οι δηλώσεις, άλλωστε, του Πρωθυπουργού της ΠΓΔΜ στις Πρέσπες, πριν καν στεγνώσει το μελάνι της υπογραφής της εν λόγω συμφωνίας, όπου διαχώρισε τους Έλληνες από τους ‘‘Μακεδόνες’’, ως και εκείνες παρόμοιας φύσης άλλων αξιωματούχων του κράτους αυτού, δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας ως προς τις προθέσεις των βορείων γειτόνων μας.
Έχοντας αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό καθ’ όλη την διάρκεια της θητείας μας στη διπλωματική υπηρεσία και γνωρίζοντας τις τακτικές, μεθόδους, υστεροβουλίες και αρνητικές έναντι της χώρας μας διαθέσεις των βορείων γειτόνων μας, θεωρούμε χρέος μας να επισημάνουμε, όπως έπραξε και ο διακεκριμένος Έλληνας πατριώτης Μίκης Θεοδωράκης, τις ‘‘ολέθριες συνέπειες’’ που θα επιφέρει η συμφωνία των Πρεσπών.
Η εν λόγω συμφωνία θα αποτελέσει το εφαλτήριο για τη συνέχιση της ‘‘αλυτρωτικής’’ πολιτικής από τους βόρειους γείτονές μας, αναπροσαρμοσμένης στα νέα δεδομένα που τους παραχωρούνται (γλώσσα, ταυτότητα, εθνική υπόσταση) και θα ενσπείρει σύγχυση ως προς την ελληνικότητα της ιστορικής ελληνικής Μακεδονίας.
Είναι δε εξωπραγματικό να πιστεύεται ότι ο πολίτης μιας τρίτης χώρας (π.χ. Αφρικής, Λατινικής Αμερικής κ.λπ.) θα ενδιαφερθεί να ανατρέξει στην παραπάνω συμφωνία για να πληροφορηθεί ότι η ‘‘μακεδονική γλώσσα της Βορείου Μακεδονίας’’ είναι σλαβική και ‘‘ουδεμία σχέση έχει με την γλώσσα του Μεγάλου Αλεξάνδρου’’. Ομοίως δεν θα πρέπει να θεωρείται λήξαν το θέμα του ‘‘αλυτρωτισμού’’ με την τροποποίηση ορισμένων διατάξεων του σκοπιανού συντάγματος, διότι οι διατάξεις αυτές είναι πλέον περιττές, εφόσον η σκοπιανή πλευρά με την συμφωνία των Πρεσπών –μια διεθνή συνθήκη– πήρε ό,τι μέχρι τώρα επεδίωκε.
Πέραν των ανωτέρω η εν λόγω συμφωνία, ως διαφαίνεται από τις μέχρι τώρα αντιδράσεις, τόσο στο εσωτερικό όσο και στην διασπορά, τείνει να επιφέρει διχασμό στην ελληνική κοινωνία. Συναφώς, με λύπη διαπιστώνουμε ότι χαρακτηρίζονται από ορισμένους κύκλους ως “ακραίοι” οι αντιτιθέμενοι στην συμφωνία αυτή. Δεν πρέπει όμως αυτοί οι κύκλοι, αλλά και οι ξένοι, να λησμονούν ότι οι Έλληνες απέδειξαν το 1940 – 1941 ότι μπορούν να συσπειρωθούν ‘‘ακραία’’ και αποτελεσματικά, όταν η χώρα απειλείται από ξένο επεκτατισμό, φασιστικό ή άλλον
Έχοντας υπ’ όψη την ανωτέρω διαμορφωθείσα κατάσταση, ως και την πολύχρονη πείρα μας στον χειρισμό και εξέλιξη του εθνικού αυτού θέματος συντασσόμαστε και εμείς με την έκκληση της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών και:
1. Διακηρύσσουμε την αντίθεσή μας στην ετεροβαρή, λεόντεια συμφωνία των Πρεσπών, που βλάπτει τα εθνικά μας συμφέροντα.
2. Καλούμε τους εκπροσώπους του έθνους να μη συμβάλουν στην αποδοχή της συμφωνίας αυτής.
3. Καλούμε την Κυβέρνηση να εξετάσει την δυνατότητα –είμαστε πεπεισμένοι ότι τούτο επιθυμεί η πλειοψηφία του ελληνικού λαού— δημοψηφίσματος επί του κεφαλαιώδους σημασίας εθνικού αυτού θέματος».