ΚΥΚΛΟΣ ΜΑΛΕΡ VIII
Παρασκευή 18.01.2019, 20:30
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Αίθουσα Χ. Λαμπράκης
Μεγαλειώδης, όχι μόνο συνθετικά αλλά και σε επίπεδο διατυπώσεων. Βαθιά υπαρξιακή και ευαίσθητη. Σοφή ως προς τις απαντήσεις της σε αρχετυπικά ερωτήματα και φόβους του ανθρώπου. Ο ψυχογράφος Μάλερ, χρειάστηκε έξι χρόνια για να ολοκληρώσει τη δημοφιλή Δεύτερη Συμφωνία του, που από την αρχή θέτει το ερώτημα: τί είναι η ζωή και ο θάνατος; Το φευγαλέο της ευτυχίας διαδέχονται το παράλογο της καθημερινότητας και η αξία της Πίστης πριν το εντυπωσιακό φινάλε, στο πέμπτο μέρος, έναν ύμνο στην υπέρτατη δύναμη της Αγάπης. Στη Συμφωνία «της Αναστάσεως», όπως είναι γνωστό το έργο, οι επιρροές της γερμανικής παράδοσης αλλά και της θρησκείας, είναι το όχημα που ο πρωτοπόρος συνθέτης χρησιμοποιεί για να εκφράσει, να καθησυχάσει ίσως, τις μεταφυσικές του αναζητήσεις. Στην όγδοη συναυλία του Κύκλου Μάλερ της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, η ραγδαία ανερχόμενη υψίφωνος Αλεξάνδρα Στάινερ και η καταξιωμένη μεσόφωνος Λίλλυ Παασικίβι, πρωταγωνιστούν στην απόδοση των έντονων συναισθηματικών εναλλαγών. Συμμετέχουν, η Χορωδία της ΕΡΤ και η Μικτή Χορωδία του Δήμου Αθηναίων. Διευθύνει ο Στέφανος Τσιαλής.
Το σχόλιο των σολίστ:
Αλεξάνδρα Στάινερ (υψίφωνος): “Είμαι ενθουσιασμένη που θα βρεθώ στην Αθήνα! Είμαι ειλικρινά ευγνώμων για αυτή την πρόσκληση, η οποία θα είναι και η πρώτη αφορμή για να έρθω στην Ελλάδα. Ανυπομονώ να τραγουδήσω με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και να συνεργαστώ με τον Στέφανο Τσιαλή, φέρνοντας τη μουσική του Μάλερ πιο κοντά στο κοινό.”
Λίλλυ Παασικίβι (μεσόφωνος): “Στη μουσική του ο Μάλερ συμπεριέλαβε ένα τόσο πλούσιο φάσμα ανθρώπινων συναισθημάτων, από τον πόνο και το βάσανο έως τη συγχώρεση και την αποδοχή. Αυτό το ταξίδι είναι πάντα μια βαθιά πνευματική εμπειρία. Ανυπομονώ για την πρώτη μου συναυλία στην Ελλάδα με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών.”
Το σχόλιο του μαέστρου:
” Η Δεύτερη είναι η πιο μεταφυσική Συμφωνία του Μάλερ. Μια έντονη αντιπαράθεση ζωής και θανάτου, επίγειας καθημερινότητας και αθανασίας. Η μεγαλύτερη δυσκολία αλλά και πρόκληση για τον αρχιμουσικό είναι να δοθεί ανάγλυφα η αντιπαράθεση των εικόνων: του αγώνα για επιβίωση έναντι της αιώνιας γαλήνης, της μάχης αλλά και της ηρεμίας. Πρόκληση επίσης, αποτελεί η διαχείριση των τεράστιων ηχητικών όγκων και των περασμάτων με χαρακτήρα μουσικής δωματίου.”
Το πρόγραμμα με μια ματιά
ΓΚΟΥΣΤΑΒ ΜΑΛΕΡ (1860–1911)
Συμφωνία αρ. 2 “της Αναστάσεως”
ΣΟΛΙΣΤ
Αλεξάντρα Στάινερ, υψίφωνος
Λίλλυ Παασικίβι, μεσόφωνος
ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ
Στέφανος Τσιαλής
ΣΥΜΜΕΤΟΧΕΣ
Χορωδία της Ε.Ρ.Τ.
Μικτή Δημοτική Χορωδία Αθηνών
Ώρα: 19:45
> Δωρεάν εισαγωγική ομιλία από τον Χαράλαμπο Γωγιό για τους κατόχους εισιτηρίων.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ
Τιμές εισιτηρίων: 25€, 15€, 10€ και 5€ (εκπτωτικό)
Προπώληση από 14 Σεπτεμβρίου 2018
Για την ιστορία
ΓΚΟΥΣΤΑΒ ΜΑΛΕΡ (1890 – 1911)
Συμφωνία αρ.2 σε ντο ελάσσονα, «της Αναστάσεως»
1. Allegro maestoso
2. Ländler: Andante moderato
3. Scherzo In ruhig fliessender Bewegung (Με ήρεμα ρέουσα κίνηση)
4. Urlicht (Αρχέγονο φως)
5. Im Tempo des Scherzo (Σε ρυθμό σκέρτσου).
Σχεδόν αμέσως μετά την ολοκλήρωση της Πρώτης του Συμφωνίας (Μάρτιος 1888) ο νεαρός συνθέτης Γκούσταβ Μάλερ συνέθεσε ένα συμφωνικό έργο με τίτλο Todtenfeier (Επικήδειος τελετή). Αν και στην ουσία επρόκειτο μάλλον για ένα συμφωνικό ποίημα, ο Μάλερ συγχρόνως το αντιλαμβανόταν δυνητικά ως πρώτο μέρος μίας Συμφωνίας σε ντο ελάσσονα, αν και τότε ακόμα δεν είχε αποφασίσει με ποιον ακριβώς τρόπο θα προχωρούσε στη σύνθεσή της. Τον Μάιο του 1888 ο Μάλερ, που ήδη ήταν ένας ανερχόμενος αρχιμουσικός, παραιτήθηκε από τη θέση του ως βοηθού του θρυλικού μαέστρου Άρτουρ Νίκις στην Όπερα της Λειψίας και ανέλαβε καθήκοντα αρχιμουσικού στην Όπερα της Βουδαπέστης. Σύντομα όμως (1891) άφησε τη Βουδαπέστη για την πιο περίοπτη θέση του αρχιμουσικού στην Όπερα του Αμβούργου. Εκεί είχε την ευκαιρία να παρουσιάσει το Todtenfeier στον διάσημο Γερμανό πιανίστα και αρχιμουσικό Χανς φον Μπύλοβ, ο οποίος αν και δεδηλωμένα θαύμαζε τον Μάλερ ως μαέστρο, δεν έτρεφε ιδιαίτερη εκτίμηση για τις συνθετικές του ικανότητες. Έτσι, στο άκουσμα του έργου αναφώνησε (σύμφωνα με τον Μάλερ): «Μπροστά στη μουσική σου, ο Τριστάνος ακούγεται απλός σαν συμφωνία του Χάυντν! Αν αυτό είναι ακόμα μουσική, τότε δεν καταλαβαίνω το παραμικρό για τη μουσική!». Με δεδομένη την εκτίμηση του Μάλερ προς τον Μπύλοβ, μία τέτοια αντιμετώπιση του έργου του από τον δεύτερο, ήρθε να κλονίσει περαιτέρω την ήδη κλονισμένη αυτοπεποίθηση του νεαρού συνθέτη.Το καλοκαίρι του 1893, πέντε χρόνια μετά τη σύνθεση του Todtenfeier, ο Μάλερ επέστρεψε στη σύνθεση της Συμφωνίας του, καθώς παραθέριζε στις αυστριακές Άλπεις (κοντά στο Ζάλτσμπουργκ) και ήταν ελεύθερος από τις υποχρεώσεις του ως αρχιμουσικού. Ήδη από τον προηγούμενο χρόνο το ενδιαφέρον του είχε στραφεί σε μία συλλογή από γερμανικά παραδοσιακά ποιήματα, που είχαν ανθολογήσει οι Γερμανοί ρομαντικοί ποιητές Άχιμ φον Άρνιμ και Κλέμενς Μπρέντανο με τίτλο Des Knaben Wunderhorn (Το μαγικό κόρνο του αγοριού). Ο Μάλερ βρήκε στον ανάλαφρο και γεμάτο αθωότητα κόσμο αυτών των ποιημάτων μία εξαιρετική πηγή έμπνευσης: μελοποίησε το ποίημα Des Antonius von Padua Fischpredigt, που με ειρωνικό τρόπο αναφέρεται στον Φραγκισκανό Άγιο Αντώνιο της Πάδοβα και το κήρυγμά του στα μάλλον αδιάφορα ψάρια (!)· το τραγούδι έγινε η βάση για τη σύνθεση του (αμιγώς ορχηστρικού) σκέρτσου της Συμφωνίας. Το τραγούδι βασισμένο στο ποίημα Urlicht (Αρχέγονο φως), το οποίο επίσης ολοκληρώθηκε εκείνο το καλοκαίρι, αξιοποιήθηκε ως τέταρτο μέρος της Συμφωνίας. Με την ολοκλήρωση και του αργού μέρους, το μόνο πια που έλειπε ήταν ένα κατάλληλο φινάλε.
Στις 12 Φεβρουαρίου 1894 ο Χανς φον Μπύλοβ πέθανε στην Αίγυπτο, όπου είχε ταξιδέψει με την ελπίδα βελτίωσης της υγείας του. Κατά τη διάρκεια της κηδείας του, που έγινε λίγο καιρό μετά στον ναό του Αγ. Μιχαήλ στο Αμβούργο, ο Μάλερ άκουσε την παιδική χορωδία να τραγουδά στίχους από μία θρησκευτικού περιεχομένου Ωδή του Γερμανού ποιητή Φρήντριχ Γκότλημπ Κλόπστοκ (1724-1803). Η εμπειρία του αυτή υπήρξε αποκαλυπτική για το φινάλε που αναζητούσε: τον Ιούνιο του 1894, έξι χρόνια μετά την απαρχή της σύνθεσής της, η Δεύτερη Συμφωνία ήταν πλέον ολοκληρωμένη. Ο Μάλερ χρησιμοποίησε στο φινάλε της δύο στροφές από την Ωδή του Κλόπστοκ και συμπλήρωσε το κείμενο με δικούς του στίχους – χρησιμοποιώντας σολίστ και χορωδία καθιστούσε αναπόφευκτες τις συγκρίσεις με το φινάλε της Ενάτης του Μπετόβεν. Στις 4 Μαρτίου 1895 ο ίδιος ο Μάλερ διηύθυνε τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Βερολίνου στα τρία πρώτα μέρη της Συμφωνίας, ενώ οι ίδιοι συντελεστές υπέγραψαν την πρεμιέρα όλου του έργου στις 13 Δεκεμβρίου 1895. Παρόλα αυτά, ο συνθέτης προέβη σε βελτιώσεις της ενορχήστρωσης της Συμφωνίας το 1903, ενώ ακόμα και το 1909 έκανε μικρές διορθωτικές παρεμβάσεις σε αυτή.
Από το 1896 ως το 1900 ο Μάλερ σε τρεις διαφορετικές περιστάσεις κατέγραψε «προγραμματικές» οδηγίες για την ακρόαση της Δεύτερης Συμφωνίας, που σίγουρα φώτιζαν το περιεχόμενό της. Ταυτόχρονα όμως, πίστευε πως τέτοιες αναλύσεις δεν μπορούσαν να αποκαλύψουν πλήρως το νόημα μιας μουσικής και γι’ αυτό υπήρξε αυστηρά κριτικός απέναντί τους. Κατ’ αναλογία, δεν ήταν ο ίδιος που απέδωσε το προσωνύμιο «της Αναστάσεως» στη Συμφωνία, αν και αυτό χρησιμοποιείται ανέκαθεν ευρύτατα. Μπορεί βεβαίως οι καταγεγραμμένες ιδέες του Μάλερ για το πρόγραμμα της Δεύτερης να μην εξαντλούν τις δυνατότητες πρόσληψης της μουσικής του, ωστόσο δεν παύουν να είναι εξόχως αποκαλυπτικές για κάθε ακροατή της.
Κατά τον συνθέτη λοιπόν, στο πρώτο μέρος βρισκόμαστε πλάι στο φέρετρο ενός αγαπημένου προσώπου, του οποίου η ζωή, τα πάθη και οι εμπνεύσεις περνούν μία ύστατη φορά από τη σκέψη μας. Υπό το βάρος της συγκλονιστικής απώλειας αναδύονται εναγώνια ερωτήματα: «Και τώρα τι; Τι είναι η ζωή και ο θάνατος; Υπάρχουμε μετά τον θάνατο; Είναι όλα αυτά ένα μπερδεμένο όνειρο ή ζωή και θάνατος έχουν νόημα;» Και πρέπει να δώσουμε απαντήσεις αν θέλουμε να συνεχίσουμε να ζούμε. Το δεύτερο μέρος λειτουργεί ως ανάμνηση μίας ευτυχισμένης στιγμής, που περνά σαν ηλιαχτίδα από το μυαλό μας και μας κάνει πρόσκαιρα να ξεχνάμε τι έχει συμβεί. Το όνειρο όμως δεν κρατά πολύ και κανείς ξυπνά (τρίτο μέρος) βιώνοντας τη σύγχυση της καθημερινότητας. Η ζωή μοιάζει με φρικτό θέαμα που δεν βγάζει νόημα και που μας κάνει να οπισθοχωρούμε με μία κραυγή απέχθειας. Ο Μάλερ παρομοιάζει το τρίτο μέρος με την αίσθηση που έχουμε παρακολουθώντας εξ αποστάσεως και μέσα από ένα παράθυρο έναν χορό· η κίνηση των χορευτών φαντάζει παράλογη, επειδή ο παρατηρητής δεν μπορεί να ακούσει τον ρυθμό της μουσικής. Η φωνή στο τέταρτο μέρος είναι η φωνή της απλής πίστης που μας συγκινεί και μας προσφέρει μία ευπρόσδεκτη παρηγοριά. Τα ερωτήματα του πρώτου μέρους επανέρχονται στο προσκήνιο στο πέμπτο. Το τέλος της ζωής έχει φτάσει και έρχεται η τρομερή μέρα της Κρίσης. Η γη σείεται, οι νεκροί σηκώνονται και κάθε συνείδηση ξεθωριάζει στην έλευση του αιωνίου Πνεύματος. Οι τρομπέτες της Αποκάλυψης ηχούν αλλά οι αιθέριες φωνές των αγγέλων και των αγίων προετοιμάζουν την εμφάνιση του Θεού: τελικά δεν υπάρχει κρίση, δεν υπάρχουν αμαρτωλοί και δίκαιοι, ούτε ταπεινοί και ένδοξοι, ούτε τιμωρία ούτε επιβράβευση. Μία παντοδύναμη Αγάπη αγλαΐζει και ευλογεί την ύπαρξή μας.