Ν. Στραβελάκης: Η Κόκκινη Πρωτοχρονιά των Χρηματιστηρίων…
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Της αμήχανης Πρωτοχρονιάς του 2019 προηγήθηκε η βαριά δοκιμασία των διεθνών χρηματιστηρίων. Όπως μας πληροφορεί η ιστοσελίδα Bloomberg, πρόκειται για τον χειρότερο Δεκέμβρη για τις μετοχές από την εποχή της «Μεγάλης Ύφεσης» (1929). Το βαρύ κλίμα επιβεβαιώθηκε και με τον νέο χρόνο, αφού όλοι οι χρηματιστηριακοί δείκτες βρέθηκαν σε βαθύ κόκκινο.
Αντίθετα με τους αστούς οικονομολόγους, που σε αυτές τις περιπτώσεις επικαλούνται τους «κακούς κερδοσκόπους», τον «ηθικό κίνδυνο», ή απλά το «απρόβλεπτο», οι παράγοντες των χρηματιστηριακών αγορών είναι αρκετά πιo ρεαλιστές. Ερωτηθείς για τις αιτίες πίσω από τη σημαντική διόρθωση των αγορών ο επικεφαλής επενδύσεων της OakBrook Investments κ. Γιανκόφσκις δήλωσε: «Το συνολικό ζήτημα που οδηγεί την αγορά προς τα κάτω είναι οι ανησυχίες για τη μελλοντική οικονομική μεγέθυνση και τη μελλοντική μεγέθυνση των κερδών».
Στο τελευταίο, δηλαδή στην εξέλιξη των κερδών, βρίσκεται το κλειδί των εξελίξεων τόσο στις κεφαλαιαγορές όσο και στις υπόλοιπες επιδόσεις των καπιταλιστικών οικονομιών.
Το ερώτημα που προκύπτει αβίαστα λοιπόν είναι: Πού οφείλονται οι αρνητικές προσδοκίες για την εξέλιξη των κερδών σε παγκόσμια κλίμακα; Οι μισθοί βρίσκονται στο κατώτατο επίπεδο και οι εργασιακές σχέσεις έχουν ισοπεδωθεί τελείως. Επιπλέον, οι κεντρικές τράπεζες έχουν διοχετεύσει τρισεκατομμύρια στην παγκόσμια οικονομία, στη μεγαλύτερη κοινωνικοποίηση ιδιωτικών ζημιών στην Ιστορία, που συνοδεύτηκε από μία δεκαετία σχεδόν μηδενικών επιτοκίων.
Τέλος, πολιτικές δημοσιονομικής λιτότητας σφραγίζουν αυτές τις πολιτικές, εξασφαλίζοντας, υποτίθεται, τη μελλοντική σταθερότητα των τιμών. Να τονίσω μόνον ότι οι τιμές του πετρελαίου βρίσκονται στην περιοχή των 45 δολαρίων το βαρέλι (κοντά στο χαμηλό δεκαετίας), οδηγώντας τη Σαουδική Αραβία σε περιορισμό των εξαγωγών της στην προσπάθεια συγκράτησης περεταίρω πτώσης. Θα περίμενε λοιπόν κανείς οι επενδυτές, από τη μακρινή Κίνα μέχρι τις ΗΠΑ και την ΕΕ, να αποχαιρετήσουν το 2018 ενθουσιασμένοι και να μπουν στο 2019 γεμάτοι αυτοπεποίθηση. Όμως συμβαίνει το αντίθετο, οδηγώντας τους αστούς οικονομολόγους στην απόγνωση.
Αντίθετα οι εξελίξεις φαίνεται να δικαιώνουν τον Μαρξ 200 χρόνια μετά τη γέννησή του και ενάμιση και βάλε αιώνα αφότου έγραφε, με αφορμή την κρίση του 1858, και τη σχετική έκθεση του Βρετανικού Κοινοβουλίου:
«…Η θεμελιακή αδυναμία όχι μόνο της πρόσφατης κοινοβουλευτικής έκθεσης, αλλά και της Έκθεσης για την Εμπορική Κρίση του 1848, καθώς και όλων των άλλων παρόμοιων εκθέσεων που έχουν προηγηθεί, είναι ότι αντιμετωπίζουν κάθε νέα κρίση ως μεμονωμένο φαινόμενο που εμφανίζεται για πρώτη φορά στον κοινωνικό ορίζοντα, και επομένως πρέπει να αποδοθεί σε περιστατικά, κινήσεις και παράγοντες που διόλου δεν συνδέονται –ή υποτίθεται ότι δεν συνδέονται– με την περίοδο που μόλις πέρασε ανάμεσα στην προτελευταία και την τελευταία περίοδο μαρασμού…».
Εκεί ακριβώς, στην τελευταία μεγάλη καπιταλιστική κρίση, εκείνη του 1970, θα πρέπει να αναζητηθεί η διάρκεια και τα χαρακτηριστικά της μεγάλης κρίσης που ξεκίνησε το 2008 και συνεχίζεται για πάνω από δέκα χρόνια. Ο λόγος είναι ότι ούτε στη διάρκεια και πολύ περισσότερο μετά το τέλος της κρίσης του ‘70 δεν καταστράφηκε κεφάλαιο.
Η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας μετά το 1982 βασίστηκε στη σχετική ανάσχεση της πτώσης του ποσοστού κέρδους μέσα από τη μείωση του μεριδίου των μισθών σε παγκόσμια κλίμακα και κυρίως στην πτώση των επιτοκίων και τη συνακόλουθη αύξηση αυτού που ο Μαρξ ονομάζει «ποσοστό κέρδους της επιχείρησης». Δηλαδή της διαφοράς του ποσοστού κέρδους από το επιτόκιο. Αποτέλεσμα ήταν το ποσοστό κέρδους να παραμείνει σε χαμηλά επίπεδα, που επικρατούν και μετά το 2008.
Έτσι, με το τέλος των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην ΕΕ, η αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων συνεπάγεται συρρίκνωση του «ποσοστού κέρδος της επιχείρησης» και οδηγεί τους «ανήσυχους» επενδυτές να πουλούν μετοχές και να στρέφονται σε ασφαλή καταφύγια, όπως ο χρυσός. Να επισημάνω χαρακτηριστικά ότι, όπως σε όλες τις περιόδους όξυνσης καπιταλιστικών κρίσεων, ο χρυσός ανέβηκε σημαντικά τον μήνα Δεκέμβριο.
Θα μου πει κάποιος: Και τι μας νοιάζει εμάς πού κατευθύνουν τις επενδύσεις τους οι… αλογομούρηδες των χρηματιστηρίων;
Ως προς τις αποδόσεις των τοποθετήσεών τους όντως δεν μας ενδιαφέρει καθόλου. Μας ενδιαφέρει όμως η εξέλιξη των θεμελιωδών μεγεθών που κινούν τους χρηματιστηριακούς δείκτες, την προσδοκώμενη «μεγέθυνση των κερδών», που λέει και ο κ. Γιανκόφσκις, που μνημονεύσαμε παραπάνω.
Ο λόγος είναι ότι η διαφαινόμενη παράταση της καπιταλιστικής κρίσης σημαίνει νέα βάσανα για την κοινωνία. Είναι επιτακτική πλέον η ανάγκη για εναλλακτικές πολιτικές, βασισμένες σε άμεσες κρατικές επενδύσεις, με τις κοινωνίες εξαντλημένες από τη λιτότητα της τελευταίας δεκαετίας.