Χρ. Μπότζιος: To… Brexit or not to Brexit…

Χρ. Μπότζιος: To… Brexit or not to Brexit…


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


O τίτλος αποτελεί παράφραση του γνωστού προβληματισμού του Άμλετ «To be or not to be» στο ομώνυμο αριστούργημα του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, που στα ελληνικά αποδίδεται «Να ζει κανείς ή να μη ζει».

Ο προβληματισμός ισχύει για το δίλημμα εξόδου – μη εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, που απασχολεί τους Βρετανούς από διετίας και πλέον. Και τούτο επειδή από τον Μάιο του 2016, που διεξήχθη το δημοψήφισμα παραμονής ή όχι στην ΕΕ, με το γνωστό αρνητικό αποτέλεσμα, το Κοινοβούλιο του ΗΒ δεν έχει ακόμη αποφασίσει αν θα εγκρίνει ή όχι τη συμφωνία που έχει επέλθει με τα κοινοτικά θεσμικά όργανα για τους κανόνες που θα ρυθμίζουν εφεξής τις σχέσεις μεταξύ των δύο μερών.

Ο πολιτικός κόσμος του ΗΒ είναι διχασμένος μεταξύ εκείνων που επιθυμούν επαναδιαπραγμάτευση των όρων εξόδου, εκείνων που επιθυμούν άμεση αποχώρηση και άλλων που τάσσονται υπέρ της διεξαγωγής νέου δημοψηφίσματος με την ελπίδα ανατροπής του προηγούμενου και την παραμονή στην ΕΕ.

Εύλογο το ερώτημα για το τι θα συνέβαινε αν στη θέση του ΗΒ βρισκόταν άλλη χώρα, πληθυσμιακά μικρότερη και συγκριτικά ήσσονος πολιτικής και οικονομικής σημασίας. Οι περισσότεροι πιθανότατα θα απαντούσαν ότι οι διαδικασίες θα ήταν συνοπτικές και θα τους εξανάγκαζαν να αποχωρήσουν το ταχύτερο δυνατό. Λάθος, γιατί το άρθρο 50 της Συνταγματικής Συνθήκης προβλέπει ρητώς ένα διάστημα διετίας προκειμένου, έπειτα από σχετικές διαπραγματεύσεις, να καθορισθεί το πλαίσιο των μελλοντικών σχέσεων με την αποχωρούσα χώρα-μέλος.

Οι διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις έχουν προβληματίσει τις πολιτικές δυνάμεις του ΗΒ για την ορθότητα της απόφασης διεξαγωγής του δημοψηφίσματος και αν η έξοδος εξυπηρετεί ή όχι τα γενικότερα συμφέροντά τους. Γιατί, άραγε, ο προκάτοχος της κ. Μέι, Nτέιβιντ Κάμερον, προκάλεσε τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος; Στο ερώτημα έχουν δοθεί ποικίλες απαντήσεις.

Βασικά πιστεύεται ότι εκείνο που ώθησε τον τότε πρωθυπουργό να προσφύγει στη λαϊκή ετυμηγορία ήταν οι σοβαρές πιέσεις που δεχόταν η κυβέρνησή του από τη μερίδα των ευρωσκεπτικιστών του κυβερνώντος κόμματος των Τόρηδων για αποχώρηση από την ΕΕ, προβάλλοντας ως επιχείρημα ότι η ένταξη έβλαψε παρά ωφέλησε τα ευρύτερα συμφέρο­ντα του ΗΒ. Η συντηρητική παράταξη είχε πάντοτε διαφορετική άποψη για τον ρόλο της Μεγάλης Βρετανίας στην Ευρώπη, που δεν διέφερε από την παραδοσιακή και ιστορικά δοκιμασμένη θέση τους για την ευρωπαϊκή ήπειρο. Να παρακολουθούν εκ του μακρόθεν τα τεκταινόμενα και να επεμβαίνουν όταν διαγραφόταν κίνδυνος κυριαρχίας μίας μόνο δύναμης στη γηραιά ήπειρο.

Οι επιφυλάξεις των ευρωσκεπτικιστών έναντι της συμμετοχής του ΗΒ στην ΕΕ ενισχύθηκαν τα τελευταία χρόνια για τρεις βασικούς λόγους. Πρώτον, η διεύρυνση της ΕΕ, που άρχισε το 2004 με την ένταξη των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης-πρώην μελών του Συμφώνου της Βαρσοβίας και στη συνέχεια των χωρών της Βαλτικής, προκάλεσε την εισροή μεγάλου αριθμού πολιτών προερχομένων από τις νέες χώρες-μέλη, κυρίως Πολωνών, με επιβάρυνση και επιπτώσεις στην οικονομική και κοινωνική ζωή.

Δεύτερος λόγος οι διαφαινόμενες τάσεις στην ΕΕ για ενίσχυση των θεσμικών οργάνων της Ένωσης με στόχο την πολιτική ενοποίηση, για την οποία οι Βρετανοί δεν επέδειξαν ποτέ μεγάλο ενθουσιασμό. Η προτίμησή τους στρεφόταν περισσότερο υπέρ μίας μεγάλης και ανοικτής αγοράς, παρά μίας πραγματικής πολιτικής ένωσης, που ήταν και το όραμα των ιδρυτών της. Η οικονομική κρίση που σημειώθηκε το 2008 και εξακολουθεί να μαστίζει πολλές από τις κοινοτικές χώρες με τα επακόλουθά της, όπως και το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό, επέτεινε τα αντιευρωπαϊκά αισθήματα των ευρωσκεπτικιστών. Θα μπορούσε να προστεθεί και ένας τέταρτος ανομολόγητος λόγος, που είναι η μη συμμετοχή του ΗΒ στο άτυπο διευθυ­ντήριο της ΕΕ, που εκφράζεται κυρίως από Γερμανία και Γαλλία.

Η σχεδόν βέβαιη αποχώρηση του ΗΒ από την ΕΕ αναμφισβήτητα θα αποτελέσει ένα πολύ δυσάρεστο γεγονός και σοβαρό πλήγμα κατά της ευρωπαϊκής ταυτότητας. Οι χώρες και οι λαοί που απαρτίζουν το ΗΒ είναι στενά συνδεμένοι με την ευρωπαϊκή ιστορία και τις εξελίξεις στην Ευρώπη και παρά την έλλειψη ιδιαίτερου ενθουσιασμού συμμετοχής τους στην Ένωση ήταν και εξακολουθούν να είναι ένα πολύτιμο και σημαντικό μέλος της.

Εξάλλου εκτός από μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι γνωστή η επιρροή που το ΗΒ ασκεί στις διεθνείς υποθέσεις. Η αποχώρησή ασφαλώς θα είναι αισθητή και θα μειώσει τη βαρύτητα του λόγου της ΕΕ σε θέματα διεθνούς ενδιαφέροντος. Αρνητικές εκτιμάται ότι θα είναι οι συνέπειες και για την Ελλάδα, τόσο για τους έλληνες υπηκόους που διαβιούν και δραστηριοποιούνται στο ΗΒ όσο για τον τουρισμό και τα ναυτιλιακά μας συμφέροντα. Ίσως ορισμένες από τις χώρες-μέλη της Ένωσης να μην τις δυσαρεστεί η αποχώρηση, αφενός για λόγους ιστορικών ανταγωνισμών με το Λονδίνο, αφετέρου διότι το ΗΒ δεν υπήρξε ποτέ ένθερμα φιλοευρωπαϊκό, αλλά μάλλον απρόθυμο, αν όχι αντίθετο, στην πορεία της πλήρους ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Πιθανότατα και οι ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ –σε αντίθεση με τον Μπαράκ Ομπάμα– να επιχαίρουν για την έξοδο, υπολογίζοντας ότι θα εξασθενήσει την Ευρώπη και συγχρόνως θα στρέψει το ΗΒ σε ενεργότερη συνεργασία με την Ουάσινγκτον. Είναι απορίας άξιον αν η κυβέρνηση Κάμερον είχε μελετήσει επισταμένως τις συνέπειες ενός ενδεχόμενου αρνητικού αποτελέσματος του δημοψηφίσματος ή κυριάρχησε ο πολιτικός οπορτουνισμός.

Ήδη διαγράφεται ο κίνδυνος, σε περίπτωση μη λήψης απόφασης από το Κοινοβούλιο λόγω των αντιδράσεων πολλών βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος, κυρίως από τις προβλεπόμενες από τη συμφωνία πρόνοιες υπέρ της Βορείου Ιρλανδίας, να επέλθει αυτοδικαίως η έξοδος από την ΕΕ, με δυσάρεστες επιπτώσεις σχεδόν σε όλους τους τομείς, ιδίως στον οικονομικό, που σύμφωνα με τα βρετανικά ΜΜΕ άρχισαν ήδη να παρατηρούνται.

Τελικά θα επαληθευθεί εκείνο που λεγόταν όταν το ΗΒ εντάχθηκε στην Ένωση, ότι το πράξανε χωρίς να το πολυθέλουν και θα εξέλθουν χωρίς να το πολυεπιθυμούν ή, όπως λέει και η ελληνική παροιμία, το έξυπνο πουλί από τη μύτη πιάνεται.


Σχολιάστε εδώ