Μείζονα θέματα ελληνικού και διεθνούς ενδιαφέροντος του 2018 που θα απασχολήσουν και το 2019

Μείζονα θέματα ελληνικού και διεθνούς ενδιαφέροντος του 2018 που θα απασχολήσουν και το 2019


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Πολλά τα διεθνούς και εθνικής σημασίας γεγονότα που έλαβαν χώρα το 2018, ενώ θα συνεχίσουν κατά πάσα πιθανότητα να μας απασχολούν και τα προσεχή χρόνια. Άλλα θετικά και άλλα όχι, που όμως δεν προέκυψαν τυχαία. Τίποτα, ασφαλώς, δεν είναι τυχαίο στις ανθρώπινες σχέσεις. Και όλα τα γεγονότα, ιδίως εκείνα με διεθνή διάσταση, έχουν τα γενεσιουργά τους αίτια, που ανάγονται σε συγκρουόμενα συμφέροντα και γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς.

Αναμφισβήτητα το θέμα που σχεδόν μονοπώλησε την εξωτερική και εσωτερική μας πολιτική για μεγάλο χρονικό διάστημα, όπως και την κοινή γνώμη, ήταν το «Μακεδονικό» και η υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Πρωταγωνιστές στην προσπάθεια επίλυσης ενός χρόνιου προβλήματος που έχει επηρεάσει όχι μόνο τις διμερείς σχέσεις αλλά και τον ευρύτερο βαλκανικό χώρο οι πρωθυπουργοί των δύο χωρών, όπως και οι υπουργοί Εξωτερικών, που έβαλαν τις υπογραφές τους στη Συμφωνία, οι κ. Νίκος Κοτζιάς και Νίκολα Ντιμιτρόφ.

Παρασκηνιακοί παράγοντες οι ΗΠΑ, η ΕΕ, διά του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και οι δύο χώρες του άτυπου Διευθυντηρίου της Ένωσης, Γερμανία και Γαλλία. Σημαντικός παράγων, αν όχι αποκλειστικός, του ενδιαφέροντος των ΗΠΑ και των άλλων δυτικών χωρών η προοπτική ένταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, που από πολλούς ερμηνεύεται και ως πολιτική αποτροπής επανόδου της Ρωσίας στα Βαλκάνια, γεγονός που σε ικανό βαθμό επιβεβαιώθηκε και από τις αντιδράσεις της Μόσχας και την παροδική ένταση που δημιουργήθηκε με την Ελλάδα με εκατέρωθεν απελάσεις διπλωματών.

Η Συμφωνία των Πρεσπών μπορεί να μην αποτελεί την ιδανικότερη λύση. Θα μπορούσαμε να απαιτήσουμε περισσότερα, γιατί τα επιχειρήματά μας είναι ισχυρά. Ωστόσο δίνεται μια λύση, χωρίς την οποία το πρόβλημα θα διαιωνιζόταν, με δυσμενείς επιπτώσεις στη συνεργασία και σταθερότητα σε μια πολύ εύθραυστη περιοχή της Ευρώπης. Τα επίμαχα σημεία που αφορούν την εθνικότητα και τη γλώσσα αντιμετωπίζονται ικανοποιητικά με τις προβλέψεις του άρθρου 7. Σημασία όμως έχει και η καθημερινή και διεθνής χρήση.

Η Συμφωνία των Πρεσπών ανέδειξε και τη συνήθη αδυναμία μας για ψύχραιμη αποτίμηση των υπέρ και κατά, με τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας να συναγωνίζονται σε μαξιμαλιστικές θέσεις, χωρίς υποβολή συγκεκριμένων και εναλλακτικών προτάσεων από την πλευρά τους. Όσο πλησιάζει η ολοκλήρωση των διαδικασιών στο Κοινοβούλιο της ΠΓΔΜ, από την οποία θα εξαρτηθεί και η έγκριση της Συμφωνίας από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, τόσο περισσότερο αυξάνεται η πιθανότητα ένα εθνικό θέμα να καταστεί και αντικείμενο εσωτερικών πολιτικών αντιπαραθέσεων.

Στις αντιδράσεις κατά της Συμφωνίας, που σημειώνονται κυρίως στη Βόρειο Ελλάδα, εμφανής είναι και η ανάμειξη της Εκκλησίας, θεμιτή μεν σε προσωπικό επίπεδο των ιερωμένων και ευπρόσδεκτη, προβληματίζει όμως όταν λαμβάνει συλλογικό χαρακτήρα, όπως η κοινή ανακοίνωση των 23 μητροπολιτών, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι ορισμένοι ιεράρχες δεν αντιλαμβάνονται τα όρια μεταξύ της πνευματικής αποστολής τους και της άσκησης πολιτικής και λήψης αποφάσεων, που είναι μέλημα της εκάστοτε κυβέρνησης.

Το Κυπριακό, μέγιστο εθνικό θέμα, μετά τις συνομιλίες της Ελβετίας βρίσκεται σε περίοδο περισυλλογής με στόχο την επανάληψη των διαπραγματεύσεων και αναζήτηση λύσης που να διασφαλίζει την ενότητα και την ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η κυπριακή και ελληνική διπλωματία στο μεταξύ προβαίνει σε δέουσες ενέργειες για την εξασφάλιση υποστήριξης έναντι της Άγκυρας, που προσπαθεί εμπράκτως να παρεμποδίσει τη διενέργεια ερευνών εντός της κυπριακής ΑΟΖ, στην οποία η Κύπρος έχει, βάσει του διεθνούς δικαίου, αποκλειστικά κυριαρχικά δικαιώματα.

Το Κυπριακό είναι ανα­γκαστικά συνδεδεμένο με την Τουρκία και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η τουρκική πολιτική δεν έχει αλλάξει σε επιδιώξεις και συμπεριφορές, που συνίστανται στην αμφισβήτηση του status quo στο Αιγαίο, εγείροντας όλο και νέα στοιχεία, που επιβεβαιώνουν ότι ενεργεί βάσει σχεδίου και όχι συμπτωματικά. Οι καθημερινές σχεδόν παραβιάσεις του εναέριου και θαλάσσιου χώρου του Αιγαίου δεν είναι απλές προκλήσεις αλλά συνιστούν άμεση απειλή.

Διαφορές όπως οι ελληνοτουρκικές δεν είναι μοναδικές. Παρατηρούνται και μεταξύ άλλων χωρών. Τις επιλύουν όμως με νόμιμα μέσα, στα πλαίσια του διεθνούς δικαίου και των αρχών της καλής γειτονίας. Η Τουρκία ενεργεί σε περιφρόνηση όλων αυτών των αρχών. Η παράνομη συμπεριφορά της Άγκυρας, όπως καταγράφεται και τις τελευταίες ημέρες του φθίνοντος έτους, προβληματίζει για το σκόπιμο πραγματοποίησης της πρωθυπουργικής επίσκεψης στην Τουρκία, εντός του Ιανουαρίου.

Η διεθνής εμπειρία καταγράφει ανάλογα διλήμματα. Προτιμητέο είναι να μη διακόπτονται οι διμερείς επαφές, καθότι παρέχουν τη δυνατότητα διευκρίνησης προθέσεων και συμπεριφορών. Ενέχουν όμως τον κίνδυνο να εκληφθούν από την παραβατική χώρα ως ενδοτισμός. Ο βαλκανικός χώρος που μας περιβάλλει δεν έχει απολέσει τα χαρακτηριστικά της πολιτικής ρευστότητας και των εθνοτικών ανταγωνισμών.

Ανησυχητικές και οι τελευταίες εξελίξεις στο Κόσοβο, που μπορεί να πυροδοτήσουν μια νέα ένταση με τη Σερβία. Η Αλβανία του Ράμα διέρχεται μια περίοδο εθνικής έξαρσης. Οι ελληνοαλβανικές σχέσεις βρίσκονται σε ύφεση και οι διαπραγματεύσεις εφ’ όλης της ύλης, που είχαν δρομολογηθεί επί υπουργίας Νίκου Κοτζιά, έχουν σταματήσει εξαιτίας δύο σοβαρών γεγονότων. Την εν ψυχρώ δολοφονία του ομογενή από τις Βουλιαράτες της Βορείου Ηπείρου από την αλβανική αστυνομία και τις προσχηματικές απαλλοτριώσεις ακινήτων και κατοικιών ελλήνων μειονοτικών σε παραθαλάσσιες περιοχές της Χειμάρρας. Οι Αλβανοί, όπως αποδεικνύεται, εξακολουθούν να είναι δέσμιοι του οθωμανικού παρελθόντος τους και ανίκανοι να αντιληφθούν τη σημασία του σεβασμού των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας, που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις.

Ο χώρος της Μέσης Ανατολής, με τον οποίο η Ελλάδα συνδέεται με άρρηκτους δεσμούς από τα αρχαία χρόνια, εξακολουθεί να παραμένει από τους πλέον επισφαλείς στον κόσμο. Το μέλλον της Συρίας ως ενιαίας χώρας είναι αδιόρατο, όπως και η τύχη των Κούρδων. Τη ρευστότητα και την ανασφάλεια στην περιοχή ήρθε να επιτείνει η αιφνιδιαστική απόφαση του Προέδρου Τράμπ να αποσύρει τις αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις από τη Συρία. Ποικίλες οι ερμηνείες που δόθηκαν στην απρόβλεπτη αυτή απόφαση που ενδιαφέρει άμεσα και τη χώρα μας.

Πρόκειται για ένα deal με την Τουρκία, με αντάλλαγμα την ακύρωση της αγοράς των S-400 από τη Ρωσία, που θα επηρεάσει και τις ρωσοτουρκικές σχέσεις, για να επιστρέψει η Τουρκία στη συνεργασία με τη Δύση; Σχετίζεται με τους αγωγούς μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Μέση Ανατολή στην Ευρώπη; Ή συνδέεται με ευρύτερους σχεδιασμούς για το συριακό χώρο και τη γύρω περιοχή; Ασφαλείς απαντήσεις δεν μπορούν ακόμα να δοθούν γιατί το διπλωματικό τοπίο προς το παρόν είναι πολύ θολό.

Πώς αντιμετωπίζει η Ελλάδα τις πολλαπλές, διεθνούς και εθνικού χαρακτήρα, προκλήσεις που περιγράφο­νται παραπάνω; Κυρίως με τη συμμετοχή σε συμμαχίες και διεθνείς οργανισμούς, με διμερείς, πολυμερείς και περιφερειακές συνεργασίες, όπως με χώρες της Ανατολικής Μεσογείου και της Βορείου Αφρικής. Ιδιαίτερης σημασίας οι τριμερείς συνεργασίες με Ισραήλ, Αίγυπτο και Κύπρο, που αποσκοπούν, μεταξύ άλλων, και στην έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων εντός της ΑΟΖ τους. Απαραίτητη όμως και η εσωτερική συνοχή και συναίνεση, που ατυχώς δεν υπάρχει.

Μήπως θα έπρεπε, με πρωτοβουλία του εκάστοτε Προέδρου της Δημοκρατίας, να καθιερωθεί, έστω και ατύπως, η διαβούλευση μεταξύ κυβέρνησης και κομμάτων της αντιπολίτευσης επί μείζονος σημασίας διαπραγματεύσεων και αποφάσεων που αφορούν θέματα ιδιαίτερης εθνικής σημασίας; Μοιάζει ουτοπικό για την ελληνική πολιτική πραγματικότητα, αλλά αναγκαίο για την υπαρξιακή μας υπόσταση σε ένα άστατο περιφερειακό και διεθνές περιβάλλον.


Σχολιάστε εδώ