Ν. Στραβελάκης: Στον αστερισμό των δηλώσεων…

Ν. Στραβελάκης: Στον αστερισμό των δηλώσεων…


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Πριν από περίπου 165 χρόνια, ο Μαρξ, σε μια ανταπόκριση για τη «New York Daily Tribune», είχε γράψει:
«Η Κωνσταντινούπολη είναι η χρυσή γέφυρα ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή και ο δυτικός πολιτισμός, όπως και ο ήλιος, δεν μπορεί να διαγράψει τον κύκλο του γύρω από τον κόσμο χωρίς να περάσει απ’ αυτήν τη γέφυρα – και δεν μπορεί να την περάσει χωρίς να συ­γκρουστεί με τη Ρωσία».

Παρά την εμφανή προσέγγιση ΗΠΑ – Ρωσίας και την περίπου συμμαχία τους στη διαμάχη με την Κίνα, το προηγούμενο απόσπασμα είναι περισσότερο από επίκαιρο όσον αφορά τους ανταγωνισμούς στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη.

Ο Ερντογάν, γνωρίζοντας ότι η Τουρκία είναι το μήλον της έριδος για τον έλεγχο της περιοχής, προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα εσωτερικά προβλήματα της χώρας και το δικό του πολιτικό μέλλον παίζοντας σε μια γεωστρατηγική τραμπάλα ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία. Άλλοτε πηγαίνει προς τις ΗΠΑ και άλλοτε πλησιάζει τη Ρωσία. Τα τελευταία επεισόδια σε αυτήν τη διελκυστίνδα ήταν η αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400 και η αναγγελία του αγωγού Turkish Stream, που θα τροφοδοτεί την Τουρκία με ρωσικό φυσικό αέριο. Να θυμίσω ότι το Αμερικανικό Κογκρέσο κάλεσε δημόσια την Τουρκία να ακυρώσει την αγορά των S-400.

Στο ίδιο μήκος κύματος ο αμερικανός υπουργός Ενέργειας κ. Πέρι δήλωσε πριν από έναν περίπου μήνα ότι οι ΗΠΑ αντιτίθενται στον Turkish Stream αλλά και τον North Stream διότι (εδώ γελάνε) δεν χρησιμοποιούν το ουκρανικό δίκτυο διανομής φυσικού αερίου.

Το ερώτημα είναι: Ποιος ο λόγος ε­μπλοκής της Ελλάδας σε αυτήν την ένταση; Γιατί δεν μπορούν να εξηγηθούν αλλιώς οι δηλώσεις Καμμένου – Αποστολάκη, που ξαφνικά και χωρίς συγκεκριμένη τουρκική πρόκληση ανέβασαν τους τόνους σε επίπεδο «θερμού επεισοδίου». Μάλιστα το έκαναν αυτό ύστερα από ένα αρκετά μεγάλο διάστημα ηρεμίας στις σχέσεις των δύο χωρών.

Σίγουρα ένας λόγος είναι ότι θέλουν να κάνουν τον καλό στους Αμερικάνους, πιέζοντας παραπέρα την Τουρκία και ευελπιστώντας σε κέρδη αναφορικά με την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων του Αιγαίου και της κυπριακής ΑΟΖ. Δεν είναι τυχαίο ότι ο προεδρεύων του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής στη συνεδρίαση της Παρασκευής 21/12, υφυπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος, μόλις χθες επέστρεψε από το Ισραήλ, όπου προφανώς συζητήθηκαν αυτά τα θέματα.

Ο δεύτερος λόγος είναι εσωτερικός και μάλλον έχει να κάνει με την αναγκαιότητα να πέσουν οι τόνοι της πολιτικής αντιπαράθεσης εν αναμονή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Δεν θέλει θεογνωσία για να καταλάβει κανείς ότι οι εξελίξεις διευκολύνουν τόσο την κυβέρνηση όσο και ξένες πρεσβείες, προκειμένου να συγκεντρώσουν τους απαιτούμενους βουλευτές για την ψήφιση της Συμφωνίας, ενώ βολεύει και πιθανές κωλοτούμπες του Καμμένου. Είναι βέβαιο ότι με αφορμή τα σύννεφα στα ελληνοτουρκικά το επόμενο διάστημα οι τόνοι της πολιτικής αντιπαράθεσης θα πέσουν, οι μη κυβερνητικοί βουλευτές που θα ψηφίσουν τη Συμφωνία θα επικαλεστούν τον «τουρκικό κίνδυνο» και ο Καμμένος θα έχει έναν επιπλέον λόγο να μην αποσύρει τη στήριξή του προς την κυβέρνηση.

Βέβαια, από τη σκοπιά των συμφερόντων της κοινωνίας η πρόκληση έ­ντασης και μάλιστα με συμβολικές δηλώσεις είναι απολύτως επιζήμια. Αποπροσανατολίζει από τα πραγματικά προβλήματα του κόσμου, υπονομεύει τις κοινωνικές διεκδικήσεις, ενώ ανοίγει και την όρεξη στους κάθε λογής εμπόρους όπλων και οπλικών συστημάτων να επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό.

Όλοι γνωρίζουμε άλλωστε ότι σειρά ΜΜΕ όλο το προηγούμενο διάστημα προσπαθούσε να σηκώσει τα ελληνοτουρκικά σε ό,τι αφορά την ανάγκη για αμυντική θωράκιση της χώρας. Δεν έχει περάσει δα και πολύς χρόνος από τον περασμένο Απρίλιο, που το ΚΥΣΕΑ είχε αποφασίσει την ενοικίαση γαλλικών φρεγατών και ο κ. Καμμένος είχε αναπτύξει τη θεωρία της διάθεσης των κερδών του ευρωπαϊκού επίσημου τομέα από τα ελληνικά ομόλογα για κάλυψη αμυντικών δαπανών.

Τότε η πρόταση είχε συναντήσει την άρνηση των Ευρωπαίων. Τώρα, με δεδομένο ότι κέρδη 600 εκατ. ευρώ δεν διανεμήθηκαν από το Eurogroup της 3ης Δεκεμβρίου, ενδεχομένως η πρόταση να επανέλθει στο πλαίσιο της αξιολόγησης του Φεβρουαρίου. Θα πει κάποιος, και σωστά, ότι όλα αυτά είναι εικασίες. Όμως είναι εξίσου βέβαιο ότι πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί όσον αφορά δηλώσεις που δεν αντιστοιχίζο­νται σε γεγονότα.


Σχολιάστε εδώ