ΚΡΥΦΗ ΦΩΤΙΑ – HOME FIRE
Συγγραφέας
Καμίλα Σάμσι
Μεταφραστής
Μιχάλης Μακρόπουλος
Η Ίσμα είναι ελεύθερη πια. Αφού αφιέρωσε χρόνια στη φροντίδα των νεαρότερων αδελφιών της μετά τον θάνατο της μητέρας τους, αποδέχεται μια πρόσκληση από τη Χίρα, μέντορά της που ζει στην Αμερική, η οποία της επιτρέπει να κάνει πραγματικότητα ένα άπιαστο όνειρό της. Ωστόσο, ο νους της είναι στο Λονδίνο και στην Ανίκα, την όμορφη και ξεροκέφαλη αδελφή της, αλλά και στον αδελφό της, τον Παρβίζ, που εξαφανίστηκε ακολουθώντας το δικό του όνειρο, δέσμιος της σκοτεινής κληρονομιάς του τζιχαντιστή πατέρα που δε γνώρισε ποτέ. Όταν επανεμφανίζεται στην άλλη άκρη της υφηλίου, οι χειρότεροι φόβοι της Ίσμα επιβεβαιώνονται.
Και τότε ο Έιμον μπαίνει στη ζωή των αδελφών. Γιος πανίσχυρος πολιτικού, πρέπει να αποφασίσει αν θα ακολουθήσει το προδιαγεγραμμένο μέλλον του ή αν θα τολμήσει να το αψηφήσει. Οι μοίρες των δύο οικογενειών θα συνδεθούν καταλυτικά όταν οι πρωταγωνιστές κληθούν να επιλέξουν τις θυσίες που πρέπει να κάνουν στο όνομα της αγάπης.
Μια συγκινητική ιστορία για την πάλη ανάμεσα στην αγάπη και την πίστη, που μεταφέρει την Αντιγόνη του Σοφοκλή στην πολύπλοκη σημερινή πραγματικότητα.
Απόσπασμα βιβλίου
Η Ίσμα θα έχανε την πτήση της. Το αντίτιμο του εισιτηρίου δε θα της επιστρεφόταν, επειδή η αεροπορική εταιρεία δεν έφερε καμία ευθύνη αν ένας επιβάτης, φτάνοντας στο αεροδρόμιο ένα τρίωρο πριν από την ώρα αναχώρησης, οδηγούνταν σε ένα δωμάτιο ανακρίσεων. Την περίμενε την ανάκριση, όχι όμως και τις ώρες της αναμονής πριν από αυτήν, ούτε πως θα ένιωθε τέτοια ταπείνωση όταν ήλεγξαν το περιεχόμενο της βαλίτσας της.
Είχε φροντίσει να μη βάλει τίποτα που θα προκαλούσε σχόλια ή ερωτήσεις –το Κοράνι, οικογενειακές φωτογραφίες, βιβλία σχετικά με τους τομείς των ακαδημαϊκών της ενδιαφερόντων–, και, παρ’ όλα αυτά, η αστυνομικός έπιασε ένα ένα όλα τα ρούχα της Ίσμα και τα πασπάτεψε με τον αντίχειρα και τον δείκτη, όχι τόσο αναζητώντας κρυφές τσέπες, όσο κρίνοντας την ποιότητα του υλικού.
Τελικά έπιασε το πουπουλένιο μπουφάν, γνωστής φίρμας, που η Ίσμα το είχε ρίξει στη ράχη μιας καρέκλας όταν μπήκε, και το κράτησε ψηλά, τσιμπώντας με το άλλο χέρι πρώτα τον έναν ώμο κι έπειτα τον άλλο.
«Δεν είναι δικό σας αυτό», είπε, και η Ίσμα ήταν σίγουρη πως δεν εννοούσε επειδή σου πέφτει μεγάλο, αλλά επειδή παραείναι καλό για κάποια σαν εσένα.
«Δούλευα σ’ ένα στεγνοκαθαριστήριο. Η γυναίκα που το έφερε είπε ότι δεν το ήθελε, όταν δεν μπορέσαμε να βγάλουμε τον λεκέ». Έδειξε μια λαδιά στην τσέπη.
«Ο διευθυντής ξέρει ότι το πήρατε;»
«Εγώ ήμουν η διευθύντρια».
«Ήσασταν η διευθύντρια ενός στεγνοκαθαριστηρίου και τώρα πηγαίνετε στο Άμερστ της Μασαχουσέτης για να κάνετε διδακτορικό στην κοινωνιολογία;»
«Ναι».
«Και πώς προέκυψε αυτό;»
«Τα αδέρφια μου κι εγώ ορφανέψαμε μόλις τελείωσα το πανεπιστήμιο. Ήταν δώδεκα χρονών – δίδυμα. Έπιασα την πρώτη δουλειά που βρήκα. Τώρα μεγάλωσαν· έτσι, μπορώ να συνεχίσω τη ζωή μου».
«Να συνεχίσετε τη ζωή σας… στο Άμερστ της Μασαχουσέτης;»
«Εννοώ, την ακαδημαϊκή μου ζωή. Η πρώην καθηγήτριά μου στη Σχολή Οικονομικών του Λονδίνου διδάσκει στο Άμερστ τώρα, στο πανεπιστήμιο εκεί. Λέγεται Χίρα Σα. Μπορείτε να της τηλεφωνήσετε. Μέχρι να βρω σπίτι, θα μείνω μαζί της όταν φτάσω».
«Στο Άμερστ».
«Όχι. Δεν ξέρω. Συγγνώμη, εννοείτε το δικό της σπίτι ή αυτό που θα βρω εγώ; Μένει στο Νορθάμπτον, κοντά στο Άμερστ. Θα ψάξω στην περιοχή για κάτι που να με βολεύει. Έτσι, μπορεί να ’ναι στο Άμερστ, μπορεί όχι. Έχω μερικές αγγελίες από κτηματομεσιτικά γραφεία στο κινητό μου· το οποίο έχετε εσείς».
Σταμάτησε. Η αστυνομικός έκανε κάτι που η Ίσμα το είχε ξαναδεί σε προσωπικό ασφαλείας – να σιωπούν όταν απαντούσες ευθέως στις ερωτήσεις τους, κάνοντάς σε να πιστεύεις ότι έπρεπε να πεις περισσότερα. Και, όσο πιο πολλά έλεγες, τόσο πιο ένοχη έδειχνες.
Η γυναίκα έριξε το μπουφάν μες στον σωρό από ρούχα και παπούτσια, και της είπε να περιμένει.
Είχε περάσει κάποια ώρα από τότε. Η επιβίβαση θα άρχιζε τώρα. Η Ίσμα κοίταξε τη βαλίτσα της. Την είχε ξαναφτιάξει όταν έφυγε η γυναίκα από το δωμάτιο, και έκτοτε ανησυχούσε αν συνιστούσε αδίκημα το να το κάνει αυτό χωρίς άδεια. Θα έπρεπε μήπως να αδειάσει ξανά φύρδην μίγδην τα ρούχα, ή αυτό θα χειροτέρευε τα πράγματα; Σηκώθηκε κι άνοιξε το φερμουάρ της βαλίτσας, ώστε να φαίνεται το περιεχόμενό της.
Ένας άντρας μπήκε στο γραφείο, κρατώντας το διαβατήριό της, το λάπτοπ και το κινητό της. Η Ίσμα επέτρεψε στον εαυτό της να ελπίσει, όμως αυτός κάθισε, της ένευσε να κάνει το ίδιο, κι έβαλε ανάμεσά τους μια συσκευή εγγραφής φωνής…
Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ
Λίγα λόγια για την συγγραφέα
Η ΚΑΜΙΛΑ ΣΑΜΣΙ γεννήθηκε το 1973 στο Καράτσι, όπου και μεγάλωσε. Σπούδασε δημιουργική γραφή στο Hamilton College και έκανε μεταπτυχιακά (MFA) στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης. Εργάστηκε ως κριτικός λογοτεχνίας και αρθρογράφος, κυρίως για τον Guardian, και συμμετείχε ως κριτικός σε αρκετά λογοτεχνικά βραβεία, όπως το Orange Award for New Writing και το Guardian First Book Award.
Επίσης είναι μέλος της συμβουλευτικής ομάδας του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Index on Censorship.
Τα μυθιστορήματά της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχουν τιμηθεί με πολυάριθμα βραβεία.
Το ΚΡΥΦΗ ΦΩΤΙΑ τιμήθηκε με το Women’s Prize for Fiction, ενώ ήταν υποψήφιο για το Man Booker Prize, το Costa First Novel Award και το International Book of the Year 2018 στα Australian Book Industry Awards.
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία, Κοινωνικό
ISBN:978-618-01-2686-0
ISBN Ebook: 978-618-01-2687-7