Ν. Γ. Χαριτάκης: Σκέψεις για το άρθρο 16

Ν. Γ. Χαριτάκης: Σκέψεις για το άρθρο 16

Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ


Η συζήτηση για την κατάργηση του άρθρου 16 είναι άνευ σημασίας. Δωρεάν η μη, στον ανταγωνισμό της επαγγελματικής αποκατάστασης σημασία δεν έχει το κόστος αλλά η ποιότητα της γνώσης. Και όπως καλά γνωρίζουμε, η πιστοποίηση και η επαγγελματική κατοχύρωση της γνώσης δεν δεσμεύεται με συνταγματική κατοχύρωση του φορέα παροχής της.

Γι’ αυτό και όσο διαβάζω το άρθρο 16 τόσο περισσότερο αντιλαμβάνομαι πόσο πατερναλιστικά καπιταλιστικό είναι το Σύνταγμά μας. Αν λοιπόν τολμούσαμε να αποδεσμεύσουμε την επαγγελματική πιστοποίηση από την απόκτηση πτυχίου, το όλο θέμα της κατάργησης του άρθρου 16 θα είχε λήξει.

Το 1972 ο Ανδρέας Παπανδρέου δημοσιεύει ένα βιβλίο με τίτλο «Πατερναλιστικός καπιταλισμός». Τότε το αντικείμενο των συζητήσεων στην πολιτική οικονομία ήταν πως το επιχειρηματικό κατεστημένο και η ολιγοπωλιακή οργάνωση των αγορών επιτρέπουν στην κρατική εξουσία να ενισχύει την καπιταλιστική διάρθρωση της οικονομίας. Το βιβλίο αποτελούσε μια κριτική στην οργάνωση του αμερικανικού κράτους.

Ιδεολογικά αναδείκνυε ότι το συνταγματικό ιδεώδες της ατομικής ελευθερίας γίνεται όργανο αντί μοχλός στην εξέλιξη των θεσμικών αλλαγών. Ο συγγραφέας έπαιρνε θέση στο ερώτημα επιχειρηματολογώντας ότι η συνταγματική προστασία στη διαχείριση των μέσων παραγωγής μπορεί να δημιουργεί κρατικούς θεσμούς όχι ως «προστάτες των αδυνάτων» αλλά ως «προστάτες του καπιταλιστικού κατεστημένου».

Ήταν στα πλαίσια ενός διαλόγου που κρατάει τουλάχιστον 300 χρόνια και αφορούσε το αν οι κοινωνίες, για να προστατεύουν τις αρχές τους (ισότητα και ατομική ελευθερία), κατασκευάζουν θεσμούς που τις εξυπηρετούν ή, αντίθετα, οι θεσμοί υπάρχουν και λειτουργούν για να προφυλάσσουν και να συντηρούν μια δεδομένη κοινωνική οργάνωση. Ή η εξουσία επιβάλλει τους θεσμούς, που προστατεύουν τις αρχές, ή οι αρχές επιβάλλουν τους θεσμούς. Το άρθρο 16 είναι μια μορφή πατερναλιστικής λογικής, που αναδεικνύεται σε κάθε άρθρο του Ελληνικού Συντάγματος.

Στις κοινωνίες η μεγαλύτερη αναδιανομή πλούτου επιτυγχάνεται μέσω της παιδείας. Οι αρχές της ισότητας και της ελευθερίας εξυπηρετούνται με την παροχή δωρεάν παιδείας, για να ελέγχουν την αναδιανομή. Οι ίσες ευκαιρίες απαιτούν να είναι η παιδεία ένα δημόσιο αγαθό, ώστε η πρόσβαση προς αυτήν να επιτυγχάνεται χωρίς θεσμικούς ή οικονομικούς περιορισμούς. Από τη στιγμή όμως που υπάρχει φορέας δωρεάν ανώτατης παιδείας, ποιος λόγος δικαιολογεί την αποκλειστικότητά του;

Η πατερναλιστική λογική της συγκεκριμένης συνταγματικής ρύθμισης στρεβλώνει την ατομική ελευθερία όταν η κοινωνία ερμηνεύει το άρθρο 16 ε­μπλέκοντας άτυπα τον σκοπό της ανώτατης παιδείας με την πιστοποίηση της επαγγελματικής γνώσης. Όταν η παραγωγική διαδικασία της μεταφοράς γνώσης ταυτίζεται με την επαγγελματική αποκατάσταση. Όταν ο φιλόλογος, ο γιατρός ή ο οικονομολόγος, επειδή είναι απόφοιτοι του δημοσίου πανεπιστημίου, κατέχουν επαγγελματικό δικαίωμα, ανεξαρτήτως αν είναι ιδιοκτήτες του πνευματικού κεφαλαίου που ζητά η παραγωγή. Δήθεν προστατεύουμε την αξία της δημόσιας παιδείας ταυτίζοντας την άσκηση επαγγέλματος με τον δημόσιο χαρακτήρα του φορέα παροχής της παιδείας. Λες και το ράσο κάνει τον παπά.

Αναπόφευκτα, στρεβλώνουμε την ποιότητα της δημόσιας παιδείας και μαζί της το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των φοιτητών της. Η εξουσία υποτάσσει την ελευθερία της γνώσης. Θα είχαμε α­ντίρρηση στην άρση ή στη διατήρηση του άρθρου 16 αν αυτό δεν εξασφάλιζε την επαγγελματική κατοχύρωση του πτυχίου;

Στα οικονομικά έχουμε συμφωνήσει ότι ο ανταγωνισμός διαμορφώνεται σε τρία στάδια. Πρώτα με βάση την τιμή. Στη συνέχεια με βάση την ποικιλία και την ευελιξία στη χρήση και τέλος με βάση την ποιότητα. Ο τρόπος που εφαρμόζουμε το άρθρο 16 μας κάνει μονοσήμαντα να δεχόμαστε ότι η ποιότητα προκύπτει αποκλειστικά και μόνο από τον φορέα παροχής της παιδείας. Αυτόματα λοιπόν στη συνέχεια μετατρέπουμε τα δημόσια πανεπιστήμια σε κέντρα επαγγελματικής αποκατάστασης και μάλιστα χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα έναντι εκείνων του εξωτερικού.

Αν δεχτούμε αυτήν τη συνταγματική δέσμευση του άρθρου 16 μετατρέπουμε τη δωρεάν παιδεία σε εμπόδιο στην ατομική και κοινωνική αξιολόγηση της γνώσης. Αντίθετα, αν αποδεσμεύσουμε το άρθρο 16 από την πιστοποίηση, τότε το ατομικό δικαίωμα στη γνώση δεν είναι αυτόματα και επαγγελματική ταυτότητα. Η υποχρεωτική πιστοποίηση του πτυχίου κατέληξε στην πράξη να εξυπηρετεί την υφιστάμενη κοινωνική ιεραρχία και μάλιστα στα στενά εθνικά πλαίσια. Άλλωστε τα πτυχία όλων των πανεπιστημίων του κόσμου ελέγχονται στη χώρα μόνο ως προς τη γνησιότητά τους.

Και είναι λογικό, αφού τα επαγγέλματα ζουν και πεθαίνουν. Εξελίσσονται και αλλάζουν, καθώς οι γνώσεις δεν πιστοποιούνται στα πανεπιστήμια αλλά στη χρήση τους. Ένα πλήθος επαγγελμάτων δεν απαιτεί πανεπιστημιακή παιδεία (στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, το δικηγορικό επάγγελμα). Ένα πλήθος πτυχιούχων, για χίλιους λόγους, δεν θεραπεύει επαγγελματικά την επιστήμη του. Το σύνολο των επαγγελματιών γνωρίζει ότι η πανεπιστημιακή του παιδεία απαξιώνεται ταχύτατα. Και δεν είναι τυχαίο ότι ιστορικά οι επιστήμες που σχετίζονταν με πανεπιστημιακή γνώση (π.χ. μηχανικοί) κατέκτησαν την ταυτότητά τους στην άσκηση του επαγγέλματος και όχι στα θρανία.

Πριν από κάποια χρόνια, φίλος, απόφοιτος του ΜΙΤ, με κάλεσε σε δείπνο-ομιλία του προέδρου του πανεπιστημίου του. Στην ομιλία του ο πρόεδρος πήρε μία τολμηρή για την εποχή θέση, σύμφωνα με την οποία πολύ σύντομα το ΜΙΤ όπως και άλλα πανεπιστήμια θα τροφοδοτούσαν στο internet δωρεάν την ύλη και τις παρουσιάσεις των καθηγητών. Θυμάμαι λοιπόν ότι ζήτησε από τους αποφοίτους του ΜΙΤ να αναρωτηθούν αν αυτή η πολιτική ήταν ορθή. Αναρωτήθηκε γιατί πρέπει να πληρώνει κανείς 55.000 ευρώ ετησίως στο Harvard και στο ΜΙΤ για μια γνώση που την αποκτά δωρεάν στο σπίτι του.

Τι προσφέρει η ανώτατη παιδεία (πανάκριβη ή δωρεάν), που δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί με την εξ αποστάσεως δωρεάν; Και για να συγκρίνουμε το ερώτημα με μια άλλη αγορά, που σχετίζεται με την παιδεία, γιατί ακόμη και σήμερα υπάρχουν βιβλιοπωλεία, αν και εδώ και αιώνες υπάρχουν εξαιρετικές δανειστικές, εθνικές και περιφερειακές, βιβλιοθήκες; Και πόσο αναγκαίο είναι το άρθρο 16 για να προστατεύσει την παιδεία, επιβάλλοντας πιστοποίηση μόνο στη δημόσια ανώτατη παιδεία;

Ρωτάμε λοιπόν: Γιατί πρέπει τα πανεπιστήμια να πιστοποιούν την ποιότητα και την ικανότητα των ειδικών και όχι οι απόφοιτοί τους; Η αξία ενός πτυχιούχου προσδιορίζεται από τον ίδιο, ανεξάρτητα από το πόσο πλήρωσε για να σπουδάσει.

Η φήμη και ποιότητα των αποφοίτων αποτελεί αξιολόγηση του πανεπιστημίου και όχι το αντίστροφο. Ο ποιοτικός έλεγχος που ασκεί ο επαγγελματικός φορέας που εκπροσωπεί ένα γνωστικό αντικείμενο μας καλύπτει για την αναγνώριση του πτυχίου.

Ας μην ξεχνάμε ότι κάποτε η άδεια άσκησης επαγγέλματος μηχανικού αποδιδόταν στους αποφοίτους μηχανικούς από το ΤΕΕ και όχι από το Πολυτεχνείο. Η αποφοίτηση και η επαγγελματική κατοχύρωση του πτυχίου βιάζει την αναγκαιότητα για συνεχή εκπαίδευση εφ’ όρου ζωής.

Γράφοντας αυτές τις σκέψεις ενοχλώ όσους διεκδικούν το δικαίωμα της επαγγελματικής πιστοποίησης στον κλειστό χώρο του πανεπιστημίου. Στα οικονομικά το αποκαλούμε «εμπόδιο στην είσοδο». Η πολιτική ηγεσία όμως οφείλει να επιλέξει. Δωρεάν παιδεία, σε έναν χώρο που ήδη έχει ξεπεραστεί, χωρίς επαγγελματική πιστοποίηση ή ελεύθερη και χωρίς αναφορά στο κόστος ανώτατη παιδεία, με αυστηρή όμως δημόσια επαγγελματική πιστοποίηση;

Αν συμφωνήσουμε για το τελευταίο, η συνταγματική αλλαγή δεν έχει νόημα.


Σχολιάστε εδώ