Ο Ευκλείδης και η «φυματική σαρανταποδαρούσα»…
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Ο αρχαίος έλληνας γεωμέτρης Ευκλείδης προσέφερε στην ανθρωπότητα έναν γραμμικό κόσμο, αποτελούμενο από τέλεια σχήματα, τα οποία μπορούμε εύκολα να αναγνωρίσουμε και να μετρήσουμε.
Βασικό στοιχείο της ευκλείδειας γεωμετρίας ήταν η αφαίρεση από τις μη γραμμικότητες και τις ασυνέχειες του φυσικού κόσμου που μας περιβάλλει. Σε ένα σημαντικό άρθρο, γραμμένο στις αρχές του 20ού αιώνα (1902), ο γάλλος μαθηματικός Henri Poincare μας επεσήμανε ότι αυτή η γεωμετρία είναι αδύνατο να αποδειχτεί μαθηματικά και άρα είναι ακατάλληλη για να ερμηνεύσουμε τον φυσικό κόσμο.
Ο συνονόματος του αρχαίου έλληνα μαθηματικού υπουργός των Οικονομικών κ. Τσακαλώτος έχει ανάλογα προβλήματα στην ερμηνεία του οικονομικού κόσμου. Μοιάζει με έναν ευκλείδειο γεωμέτρη σε έναν μη γραμμικό κόσμο. Ο κ. Τσακαλώτος έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αν πιάνει ή υπερβαίνει (στα χαρτιά ή στην πραγματικότητα δεν έχει σημασία) κάποια πρωτογενή πλεονάσματα αυτό σημαίνει ότι η οικονομική του πολιτική έχει πετύχει. Ο λόγος είναι ότι αυτό θα επιτρέψει δημοσιονομικές ελαφρύνσεις, που θα φέρουν αύξηση της κατανάλωσης, που με τη σειρά της θα φέρει οικονομική μεγέθυνση. Τι του ξεφεύγει;
Του ξεφεύγει ότι στον πραγματικό καπιταλιστικό κόσμο της κρίσης υπάρχει ένας όγκος ζημιών σε επιχειρήσεις και τράπεζες που δεν έχει αναγνωριστεί ακόμη. Είναι τα περιβόητα «κόκκινα» δάνεια που κατατρέχουν τις ελληνικές τράπεζες και φέρνουν αναταράξεις στα επιτόκια των ομολόγων τόσο στην Ελλάδα όσο και πανευρωπαϊκά. Μια πιθανή αναγνώριση αυτών των ζημιών θα σημάνει νέες ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, που θα οδηγήσουν σε εξωπραγματικό ύψος πρωτογενών πλεονασμάτων στον γραμμικό κόσμο του κ. Τσακαλώτου.
Το χειρότερο όμως που δεν μπορεί να χωρέσει το μυαλό του είναι ότι τα ίδια τα πλεονάσματα που θεωρεί επιτυχία της πολιτικής του αποτελούν τροχοπέδη της οικονομικής μεγέθυνσης. Ο λόγος είναι ότι η πλειοψηφία αυτών των πλεονασμάτων χρηματοδοτεί τόκους δανείων που βρίσκονται πρωτίστως στα χέρια του ESM και δευτερευόντως του λεγόμενου επίσημου τομέα (ξένες κυβερνήσεις, ΕΚΤ και δευτερευόντως τοπικές κεντρικές τράπεζες). Κοντολογίς, δεν ενισχύουν την εγχώρια ζήτηση. Η όποια αύξηση της κατανάλωσης λόγω πιθανών ελαφρύνσεων δεν επαρκεί ούτε στο ελάχιστο για να ανασχέσει αυτές τις μεταβιβάσεις αξίας, αφού δεν πρόκειται να δημιουργήσει ούτε καν επιπλέον επενδύσεις κεφαλαίου κίνησης στη χειμαζόμενη ελληνική βιομηχανία. Το μόνο που θα φέρει είναι πιέσεις στο εμπορικό ισοζύγιο, που γύρισε ελλειμματικό μόλις καταγράφηκαν κάποιοι αναιμικοί θετικοί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης.
Όμως και ο υποτιθέμενος πολιτικός αντίπαλος του κ. Τσακαλώτου, η ΝΔ, που κατά τον ίδιο βάζει στόχους που μπορεί να εκπληρώσει «φυματική σαρανταποδαρούσα», δεν στοχεύει σε κάτι περισσότερο από την ενίσχυση της κατανάλωσης. Η μόνη της διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι βλέπει αυτήν την ενίσχυση να έρχεται αποκλειστικά μέσα από φοροελαφρύνσεις, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ πρωτίστως μέσα από ελεημοσύνη σε χαμηλά εισοδήματα. Μάλιστα επιχειρείται να αποδοθεί και ιδεολογική χροιά σε αυτήν τη διαφοροποίηση. Η μεν ΝΔ πιστεύει ότι η ελεημοσύνη του ΣΥΡΙΖΑ διαφθείρει τους οικονομικά ασθενέστερους, εθίζοντάς τους σε επιδοματική πολιτική, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι οι φοροελαφρύνσεις συνιστούν πριμοδότηση των οικονομικά ισχυρών σε βάρος των οικονομικά ασθενέστερων.
Καλά θα κάνει ο κ. Τσακαλώτος να διαβάσει μελέτες αμερικανών ετερόδοξων και μαρξιστών οικονομολόγων, κάποιοι από τους οποίους έχουν διδάξει στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου της Γιούτα, αντί να εντυπωσιάζεται από τις επιδόσεις του πρώην άσσου των Γιούτα Τζαζ Τζον Στόκτον στις ασίστ. Οι μελέτες αυτές αποδεικνύουν ότι το κράτος πρόνοιας χρηματοδοτείτο από μεταβιβάσεις εισοδήματος εντός της εργατικής τάξης και όχι από αναδιανομή εισοδήματος προς τους οικονομικά ασθενέστερους. Με άλλα λόγια είναι ένα ξαναμοίρασμα της μιζέριας και τίποτε περισσότερο. Από την άλλη, οι της ΝΔ πρέπει να καταλάβουν ότι οι φοροελαφρύνσεις δεν αποτελούν εισιτήριο προς την οικονομική μεγέθυνση, ιδιαίτερα σε ελλειμματικές οικονομίες, όπως η ελληνική. Αυτή είναι η εμπειρία πολύ ισχυρότερων οικονομιών, όπως οι ΗΠΑ του Ρίγκαν τη δεκαετία 1980 – 1990.
Το πρόβλημα αμφότερων των επίδοξων διαχειριστών του ελληνικού καπιταλισμού στο μέσο μιας μεγάλης κρίσης είναι ότι το σύστημα που έχουν κληθεί να υπηρετήσουν είναι μια «φυματική σαρανταποδαρούσα» που αγκομαχάει εντός της ΕΕ. Από αυτήν την πραγματικότητα δεν μπορούν να αποδράσουν με τα γραμμικά εργαλεία των ορθόδοξων οικονομικών που επιστρατεύουν για να εξορθολογήσουν μια παράλογη και αδιέξοδη πολιτική. Πόσο αδιέξοδη είναι τους το θυμίζουν οι ίδιες οι καπιταλιστικές αγορές κρατικού χρέους, που διατηρούν τα επιτόκια του ελληνικού χρέους σε απαγορευτικά επίπεδα.