Χρ. Μπότζιος: Ρωσία – Ουκρανία σε νέα ένταση – Οι επιπτώσεις σε Ευρώπη και Ελλάδα


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Προ της κατάρρευσης των κομμουνιστικών καθεστώτων στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, που ακολούθησε, λίγοι ήταν εκείνοι που διαχώριζαν, φυλετικά και γλωσσικά, τους Ουκρανούς από τους Ρώσους και αντίστροφα. Τους θεωρούσαν ως δύο αδελφά έθνη και λαούς και αυτό προβαλλόταν περισσότερο από ρωσικής πλευράς. Εξάλλου και ο εκχριστιανισμός των δύο λαών άρχισε συγχρόνως, μετά τη βάπτιση της βασίλισσας Όλγας στην Κωνσταντινούπολη, το 957, και γενικεύθηκε με την πρώτη Ιεραποστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Κίεβο, το 988.

Η βασίλισσα Όλγα είχε εντυπωσιασθεί τόσο από την Πόλη όσο και από τη μεγαλοπρέπεια του τελετουργικού της Ανατολικής Εκκλησίας σε σύγκριση με το λιτό και απλό της Δυτικής, όταν ακόμη οι δύο Εκκλησίες ήσαν ενωμένες. Ωστόσο ο ουκρανικός λαός δεν απέκρυβε τη συνείδηση χωριστής εθνικής ταυτότητας. Δεν ήταν συμπτωματικό ότι ο Στάλιν στη Διάσκεψη της Γιάλτας είχε ζητήσει και επέτυχε την αποδοχή της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας ως χωριστών μελών στον υπό ίδρυση Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Ούτε, επίσης, ήταν συμπτωματικό ότι επί Χρουστσόφ, ο οποίος ήταν ουκρανικής καταγωγής, αποφασίσθηκε η υπαγωγή της Κριμαίας στην Ουκρανία.

Η συνείδηση χωριστής ταυτότητας των Ουκρανών εκδηλώθηκε έμπρακτα μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, με το Κίεβο να επιδιώκει τον απογαλακτισμό από τη Ρωσία και να προσανατολίζεται πολιτικά και οικονομικά προς τη Δύση. Η υπογραφή της συμφωνίας συνεργασίας και σύνδεσης με την ΕΕ, που είχε αρχικώς συμφωνηθεί το 2013, δεν πραγματοποιήθηκε, ύστερα από υπαναχώρηση του ρωσόφιλου εκλεγμένου Προέδρου Γιανουκόβιτς, ο οποίος ανετράπη από τις λαϊκές διαδηλώσεις στο Κίεβο, στην κεντρική πλατεία Μεϊντάν.

Το γεγονός προκάλεσε ένταση με τη Μόσχα και μεγάλες αναταραχές και ένοπλες συγκρούσεις στις ανατολικές περιοχές της χώρας, όπως και στην Κριμαία, όπου υπερισχύει το ρωσικό και ρωσόφιλο στοιχείο. Οι συγκρούσεις προκάλεσαν την εμπλοκή της Ρωσίας και στη συνέχεια την προσάρτηση της Κριμαίας, κατόπιν δημοψηφίσματος, που δεν αναγνωρίσθηκε από τη διεθνή κοινότητα. Έκτοτε η Ουκρανία έχει καταστεί ένα είδος ευρωπαϊκού Ιράκ ή Συρίας, με τους φιλοδυτικούς και αντιρώσους να κυριαρχούν στο κεντρικό και δυτικό τμήμα της χώρας και τους ρωσόφιλους και ρωσόφωνους στο ανατολικό.

Τα πρόσφατα γεγονότα της 25ης Νοεμβρίου, όταν ρωσικό πολεμικό σκάφος εμβόλισε μικρή ουκρανική κανονιοφόρο, που κατευθυνόταν μέσω των στενών του Κερτς προς την κλειστή θάλασσα του Αζόφ, κατά παράβαση της διμερούς συμφωνίας του 2003 για ελεύθερη ναυσιπλοΐα, προκάλεσαν νέα ένταση στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών με ανησυχητικές διαστάσεις και απρόβλεπτες εξελίξεις.

Η Μόσχα απέδωσε την ουκρανική ενέργεια σε προβοκάτσια του Κιέβου και σε προεκλογικά τεχνάσματα του Προέδρου Ποροσένκο, που αντιμετωπίζει, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, προβλήματα επανεκλογής στις εκλογές του προσεχούς Μαρτίου, ενώ το Κίεβο κατηγορεί τη Μόσχα υποστηρίζο­ντας ότι με τον εμβολισμό της ουκρανικής κανονιοφόρου επιδιώκει να μονοπωλήσει τον έλεγχο των στενών. ΕΕ, ΝΑΤΟ και ΗΠΑ έσπευσαν να στηρίξουν την Ουκρανία, χωρίς όμως να προβούν, όπως συνέβη στο παρελθόν, σε επιβολή ή απειλή επιβολής οικονομικών κυρώσεων, που, από προηγούμενες εμπειρίες, ελάχιστα μπορεί να βλάψουν τη Ρωσία. Η αντίδραση των Δυτικών ανάγκασε τη Μόσχα να ανακοινώσει την επαναλειτουργία των στενών του Κερτς, όχι όμως και την απελευθέρωση του πληρώματος του ουκρανικού πολεμικού.

Θα καταστεί, άραγε, η θάλασσα του Αζόφ όπως το Αιγαίο, που αντί να ενώνει τις απέναντι χώρες τις χωρίζει, λόγω έλλειψης σεβασμού του διεθνούς δικαίου και των διμερών συμφωνιών; Μια απλή ματιά στον χάρτη οδηγεί σε σκέψεις ότι η Αζοφική Θάλασσα και τα στενά του Κερτς μπορεί να καταστούν πεδίο α­ντιπαραθέσεων μεταξύ των δύο παράκτιων χωρών, αν μία από αυτές ή και αμφότερες επιχειρήσουν ή επιδιώξουν τον έλεγχό τους ή να περιορίσουν την ελεύθερη ναυσιπλοΐα. Η Μόσχα είναι πολύ πιθανό να σκληρύνει τη στάση της αν το Κίεβο επιμείνει και επιδιώξει στενότερη συνεργασία ή και ένταξη στο ΝΑΤΟ, κατά το προηγούμενο των χωρών της Βαλτικής, όπως και εκείνων της Ανατολικής Ευρώπης.

Μια πολεμική αναμέτρηση Ρωσίας – Ουκρανίας, έστω και περιορισμένης έκτασης, θεωρείται μάλλον απίθανη, δεδομένης της συντριπτικής ρωσικής υπεροπλίας σε όλους τους τομείς. Δεν χρειάζεται να διαθέτει κανείς ειδικές γνώσεις για να καταλάβει ότι η Ουκρανία έχει καταστεί πεδίο γεωπολιτικών ανταγωνισμών. Η Δύση, ό,τι νοείται με αυτόν τον όρο, πολύ θα ήθελε τη συμπερίληψη της Ουκρανίας στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Και αυτό διότι θα καθίστατο όμορη με τη Ρωσία, γεγονός που θα την απομόνωνε, ενώ θα απέτρεπε την άσκηση επιρροής επί της Ευρώπης και την ενεργειακή εξάρτηση. Η Ρωσία επιδιώκει ακριβώς το αντίθετο. Τη μη ένταξη της Ουκρανίας στους ευρωατλαντικούς θεσμούς, για να λειτουργεί ως ανάχωμα (buffer zone) έναντι της Δύσης.

Μια περαιτέρω όξυνση των ρωσοουκρανικών σχέσεων δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Αν συμβεί σίγουρα θα επηρεάσει ουσιαστικά και τις σχέσεις της Ρωσίας με την ΕΕ, η οποία θα στέρξει σε στήριξη της Ουκρανίας. Αν και στόχος πολλών Δυτικών είναι η απομόνωση της Ρωσίας, μία τέτοια πολιτική αντίληψη δεν νομίζω ότι ωφελεί την Ευρώπη. Την καθιστά εξαρτώμενη από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, γεγονός που λειτουργεί αρνητικά στην προοπτική ολοκλήρωσής της. Αλλά και στρατηγικά δεν ωφελεί τη Δύση. Θα ωθήσει τη Ρωσία σε στενότερη συνεργασία με την Τουρκία, μετατρέποντας τη σημερινή ευκαιριακή σε στρατηγική συνεργασία που θα ενισχύσει τον Ισλαμισμό.

Η Ελλάδα έχει και ειδικότερα συμφέροντα στη Μαύρη και την Αζοφική Θάλασσα. Εκτός της εμπορικής μας ναυτιλίας, που δραστηριοποιείται στα εκεί λιμάνια, στην ευρύτερη περιοχή διαβιεί ιστορικός Ελληνισμός, η παρουσία του οποίου μπορεί να επηρεασθεί από το δυσμενές κλίμα στις ρωσοουκρανικές σχέσεις. Η επικείμενη επίσημη επίσκεψη του πρωθυπουργού στη Μόσχα είναι βέβαιο ότι θα δώσει τη δυνατότητα για ουσιαστικές συζητήσεις όχι μόνο για τα θέματα διμερούς ενδιαφέροντος αλλά και ευρύτερα.


Σχολιάστε εδώ