Αρμινούτα

Αρμινούτα


Συγγραφέας
Donatella Di Pietrantonio
Μετάφραση
Δήμητρα Δότση
Σχεδιασμός/εικονογράφηση εξωφύλλου
Χρήστος Κούρτογλου


«Και ποια είναι η μαμά σου;» με ρώτησε απεγνωσμένα.
«Έχω δύο. Η μία είναι η μητέρα σου».

Με μια βαλίτσα στο ένα χέρι και μια τσάντα με παπούτσια στο άλλο, η Αρμινούτα χτυπάει το κουδούνι μιας πόρτας, πίσω από την οποία την περιμένει ένας άγνωστος, ξένος κόσμος. Κάπως έτσι ξεκινά αυτή η εκρηκτική, καθηλωτική ιστορία, με μια έφηβη που από τη μια μέρα στην άλλη αναγκάζεται να επιστρέψει στη βιολογική της οικογένεια και να χάσει τα πάντα: τις ανέσεις της, τις αγαπημένες της φίλες, την άνευ όρων αγάπη των γονιών της ή μάλλον εκείνων που νόμιζε γονείς της. Το καινούριο της σπίτι είναι μικρό, σκοτεινό, γεμάτο αδέρφια και με λιγοστό φαγητό.
H Αρμινούτα, το κορίτσι που το γύρισαν πίσω, όπως τη βάφτισαν στη διάλεκτο του τόπου τους οι καινούριοι της συμμαθητές, αναζητά μια απάντηση μα και τη θέση της σε τούτο τον κόσμο.

Η Ντονατέλα Ντι Πιετραντόνιο αφουγκράζεται τη γη της, αυτόν τον άγνωστο, τραχύ και άγριο ορεινό τόπο του Αμπρούτσο, και πραγματεύεται το θέμα της μητρότητας, της γονικής ευθύνης, της οικογενειακής φροντίδας, της εγκατάλειψης και του ανήκειν από μια πρωτότυπη οπτική και με μια σπάνια εκφραστική ένταση.

Το best seller, που το 2017 κατέκτησε κοινό και κριτικούς στην Ιταλία, βραβεύτηκε με το Premio Campiello και το Premio Napoli και πρόκειται να κυκλοφορήσει σε 21 χώρες, ενώ αναμένεται και η κινηματογραφική του μεταφορά.

 


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ 10 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2018

> Διαθέσιμο και σε e-book


Απόσπασμα βιβλίου

Στα δεκατρία μου δεν γνώριζα την άλλη μου μητέρα. Ανέβαινα με κόπο τις σκάλες με μια άβολη βαλίτσα και μια τσάντα γεμάτη ανάκατα παπούτσια. Στο πλατύσκαλο με υποδέχτηκε η μυρωδιά πρόσφατης τηγανίλας κι ένα αίσθημα προσμονής.
Η πόρτα δεν έλεγε ν’ ανοίξει, κάποιος την ταρακουνούσε από μέσα χωρίς να μιλάει και πάλευε με την κλειδαριά. Κοίταξα μια αράχνη να ταλαντεύεται στο κενό, κρεμασμένη από την άκρη του νήματός της. Μετά από το μεταλλικό κλικ εμφανίστηκε ένα κοριτσάκι με αναμαλλιασμένες κοτσίδες, πλεγμένες από μέρες. Ήταν η αδερφή μου, μόνο που δεν την είχα ξαναδεί. Τράβηξε την πόρτα για να μπω, με το κοφτερό της βλέμμα καρφωμένο πάνω μου. Τότε μοιάζαμε περισσότερο απ’ ό,τι μεγάλες.
Η γυναίκα που με είχε φέρει στον κόσμο δεν σηκώθηκε καν απ’ την καρέκλα. Το μωρό που βαστούσε στην αγκαλιά της δάγκωνε τον αντίχειρά του χωμένο στην άκρη του στόματός του, εκεί όπου μάλλον θα του φύτρωνε ένα δόντι. Με κοιτούσαν και οι δύο· το αγοράκι σταμάτησε το μονότονο μουρμουρητό του. Δεν ήξερα ότι είχα τόσο μικρό αδερφό.
«Ήρθες», είπε εκείνη. «Άσ’ τα κάτω τα πράματά σου».
Το μόνο που έκανα ήταν να χαμηλώσω το βλέμμα μου πάνω από τη μυρωδιά των παπουτσιών που αναδιδόταν από την τσάντα κάθε φορά που έκανα να την κουνήσω. Από το δωμάτιο με τη μισάνοιχτη πόρτα στο βάθος ακουγόταν ένα παρατεταμένο, βροντερό ροχαλητό. Το μωρό συνέχισε να κλαψουρίζει και στράφηκε προς το στήθος της, με τα σάλια του να τρέχουν στα ιδρωμένα λουλούδια της ξεβαμμένης βαμβακερής μπλούζας.
«Ανοιχτή θα την αφήσεις την πόρτα;» ρώτησε κοφτά η μητέρα το κορίτσι που στεκόταν ασάλευτο.
«Δεν θ’ ανεβούνε αυτοί που τη φέρανε;» είπε εκείνη δείχνοντάς με με το μυτερό της πιγούνι.
Την ίδια στιγμή μπήκε ο θείος –έτσι έπρεπε να μάθω να τον αποκαλώ– λαχανιασμένος από τις σκάλες. Μέσα στην κάψα του καλοκαιρινού μεσημεριού βαστούσε με δυο δάχτυλα μια κρεμάστρα μ’ ένα καινούριο παλτό, στο νούμερό μου.
«Η γυναίκα σου δεν ήρθε;» τον ρώτησε η πρώτη μου μητέρα υψώνοντας τον τόνο της φωνής της για να καλύψει την γκρίνια που όλο και δυνάμωνε στην αγκαλιά της.
«Δεν σηκώνεται απ’ το κρεβάτι», αποκρίθηκε εκείνος κουνώντας το κεφάλι. «Χτες πήγα μόνος μου να της πάρω κάτι για τον χειμώνα», και της έδειξε το ταμπελάκι με τη μάρκα του παλτού μου.
Προχώρησα προς το παράθυρο κι άφησα κάτω τα πράγματά μου. Από μακριά ακούστηκε ένας μακρόσυρτος πάταγος, σαν πέτρες που τις ξεφορτώνει φορτηγό….

Διαβάστε τη συνέχεια  ΕΔΩ 


Είπαν για το βιβλίο

«Σε συνεπαίρνει με τη μαγεία του μέχρι την τελευταία σελίδα».
-Libération-

«Αρμινούτα: το νέο λογοτεχνικό φαινόμενο που μας έρχεται από την Ιταλία».
-El Mundo- 

«Εξαιρετικό και συγκινητικό, ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα της χρονιάς».
-Huffington Post-

«H Donatella Di Pietrantonio έχει γράψει πολύ δυνατά διηγήματα και μυθιστορήματα κι αυτό το τελευταίο της είναι πραγματικό διαμάντι».
-La Repubblica-

«Πυρετώδης, δυνατή γραφή».
-Corriere della Sera-

«Νηφάλιο, χωρίς μελοδραματισμούς, αιχμαλωτίζει και συγκλονίζει».
-L’Express-

«Ένα ξεχωριστό, εκλεπτυσμένο μυθιστόρημα που θα σας μαγνητίσει».
-Il Foglio-


Λίγα λόγια για την συγγραφέα

Η Donatella Di Pietrantonio γεννήθηκε το 1963 στην Αρσίτα, ένα ορεινό χωριό της περιφέρειας του Αμπρούτσο, ενώ σήμερα ζει στην πόλη Πένε όπου εργάζεται ως παιδοδοντίατρος. Πρωτοεμφανίστηκε ως συγγραφέας με το μυθιστόρημα Η μητέρα μου είναι ένας ποταμός (2011, βραβείο Tropea). Το δεύτερο βιβλίο της Όμορφή μου (2014, βραβείο Brancati) ήταν υποψήφιο για το βραβείο Strega. Το 2017, το μυθιστόρημά της Αρμινούτα θεωρείται εκδοτικό γεγονός, ενώ την ίδια χρονιά βραβεύεται με ένα από τα εγκυρότερα ιταλικά λογοτεχνικά βραβεία, το Premio Campiello, καθώς και με το Premio Napoli. Κοινός παρονομαστής και στα τρία μυθιστορήματα της Ντι Πιετραντόνιο είναι ο γενέθλιος τόπος της, το Αμπρούτσο.
Περισσότερα για την Donatella Di Pietrantonio: https://ikarosbooks.gr/authors/di-pietrantonio-donatella


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΚΑΡΟΣ

Κατηγορία: Σύγχρονη Ξένη Πεζογραφία, Μυθιστόρημα
ISBN: 978-960-572-263-0


Σχολιάστε εδώ