Τα «Κόκκινα» δάνεια, είναι απλά η κορυφή του παγόβουνου…

Τα «Κόκκινα» δάνεια, είναι απλά η κορυφή του παγόβουνου…

Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ


Ήταν αρχές του 2012, όταν στο προωθημένο σεμινάριο για αρίστους φοιτητές του Οικονομικού Τμήματος του ΕΚΠΑ αποφασίζαμε να ασχοληθούμε για έναν ολόκληρο χρόνο με το πρόβλημα του πτωχευτικού δικαίου και των «κόκκινων» δανείων στη χώρα. Ιστορικά μόλις είχε διαφανεί η λύση της πτώχευσης του δημοσίου χρέους και ήταν λογικά αναμενόμενο να ακολουθήσει η λύση του ιδιωτικού.

Στο σεμινάριο συμμετείχαν μόνιμα δύο επιπλέον συνάδελφοι και περίπου επτά φοιτητές, οι δύο μάλιστα τελειόφοιτοι του Νομικού Τμήματος. Για την Ιστορία και μόνο, οι φοιτητές των οικονομικών είναι ήδη στο στάδιο της ολοκλήρωσης των διδακτορικών τους διατριβών. Η αναφορά αυτή γίνεται ώστε να κατανοήσει ο αναγνώστης πόσο παλαιό θέμα είναι τα «κόκκινα» δάνεια και πόσο υπεύθυνα η ακαδημαϊκή κοινότητα μελετά τα προβλήματα, προσπαθώντας, στο μέτρο του εφικτού, να δώσει απαντήσεις.

Αυτό που σήμερα αποκαλούμε «κόκκινο» δάνειο είναι απλά η κορυφή του παγόβουνου. Είναι δυστυχώς αυτό που ο «Τιτανικός» της ελληνικής οικονομίας, κάθε ημέρα που περνάει, α­ντιμετωπίζει μοιρολατρικά. Αν, όμως, το 2012 το πρόβλημα ήταν τα «κόκκινα» δάνεια, σήμερα το πρόβλημα είναι η επικαιροποίηση των ισολογισμών. Από τις τράπεζες, συστημικές και μη, από τις εισηγμένες και μη ελληνικές επιχειρήσεις, δημοσίας ή ιδιωτικής ιδιοκτησίας, και από τις απλές μικροεπιχειρήσεις, το σύνολο των ισολογισμών είναι σαθρό.

Όπως θα έλεγε και ο Άμλετ, κρατώντας τη νεκροκεφαλή της ελληνικής οικονομίας, «κάτι σάπιο υπάρχει στο Βασίλειο των Ισολογισμών». Δυστυχώς, και πάντοτε σε σύγκριση με τον «Τιτανικό», ενώ η ορχήστρα παίζει, το πλήρωμα, από τους ναυτοπαίδες μέχρι τους πλοιάρχους, α­ντί να εκτελεί κατά γράμμα το σχέδιο διάσωσης, άφωνο παρακολουθεί συζητήσεις γύρω από το ποιος προτείνει το καλύτερο σχέδιο.

Οι τράπεζες έχουν πρόβλημα τόσο με τις προβλέψεις τους έναντι των μη εξυπηρετούμενων δανείων όσο και με τις εγγυήσεις των εξυπηρετούμενων. Για να τα πούμε απλά: Αν, για παράδειγμα, «σκάσουν» οι ισολογισμοί της FF και της ΔΕΗ ή της ΛΑΡΚΟ, τι θα συμβεί με τις επιχειρήσεις που έχουν πιστώσει αυτές τις εταιρίες; Αν διαγραφούν τα χρέη των ELFE, τι θα γίνει με τα ΕΛΠΕ και όσους έχουν απαιτήσεις, π.χ., εργαζόμενους; Αν η ΔΕΗ δεν καταβάλει τις υποχρεώσεις της στην ΕΡΤ ή στους δήμους και, για να σωθεί, υποχρεωθεί να τις διαγράψει, τι θα γίνει με όσους απαιτούν από αυτήν, π.χ., δήμοι και κοινότητες;

Στην ιδιωτική οικονομία δεν υπάρχει «πατερούλης», όπως μας προέκυψε με τα χρέη του Ελληνικού Δημοσίου. Η προστασία του πανίσχυρου ιδιώτη τραπεζίτη, που δεν του επιτρέπει η εθνική οικονομία να καταρρεύσει, τελείωσε με τη Lehman Brothers. Είναι σημαντικό λοιπόν ο αρχηγός της αξιωματικής α­ντιπολίτευσης, που καταλαβαίνει οικονομικά, να συζητά για το θέμα με τον διοικητή της ΤτΕ. Όχι όμως σε σχέση με το ποιο σχέδιο επίλυσης διαφορών θα επικρατήσει, αλλά πότε επιτέλους θα κλείσει η πληγή.

Δεν είναι δύσκολο άλλωστε να αντιληφθούν οι γνωρίζοντες γιατί όλα αυτά τα χρόνια δεν γίνεται τίποτα. Είναι διάφανο ότι «φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη» (Δραγασάκης και Στουρνάρας). Αναζητούν νέες, καλύτερες λύσεις για να αποφύγουν ευθύνες. Ανεύθυνα μεταφέρουν, μαζί με τις διοικήσεις των τραπεζών, ευθύνες στους μετόχους, στους ομολογιούχους και τους καταθέτες. Ιδιαίτερα μάλιστα οι διοικήσεις, που επιλέγουν να στηριχθούν στην κεντρική διοίκηση, αντί να δουν την επομένη ημέρα, σε σχέση με την προοπτική των οργανισμών που διοικούν. Δεν αντιλαμβάνονται ότι οι ευθύνες της κρατικής εξουσίας στο τραπεζικό σύστημα έχουν εξελιχθεί σε παιχνίδι μουσικών καρεκλών;

Ας πιάσουμε λοιπόν τον ταύρο από τα κέρατα. Ας παραδε­χθούμε ότι απαιτείται επικαιροποίηση ισολογισμών, με κάθε λογιστήριο να λαμβάνει υπόψη του τις αναγκαίες προβλέψεις.

Το υπουργείο Οικονομικών θα μπορούσε να επεκτείνει την εφαρμογή της νομοθετικής ρύθμισης που ισχύει για τις τράπεζες σε σχέση με τον αναβαλλόμενο φόρο σε όλες τις επιχειρήσεις της χώρας. Θα μπορούσε να επιτραπεί στις επιχειρήσεις να αγοράζουν και να πωλούν το συγκεκριμένο δικαίωμα. Όπως για παράδειγμα έγινε κάποια άλλη εποχή, επί υπουργίας Μάνου, με τον συντελεστή δόμησης. Θα μπορούσε να επιτραπεί σε όσους θέλουν να δημιουργήσουν funds, να μπορούν, σύμφωνα με τη λογική της ΤτΕ για τον αναβαλλόμενο φόρο των τραπεζών, να μεταφέρουν το δικαίωμα του δικού τους αναβαλλόμενου εισφέροντάς το στο fund (SPV). Θεωρώ ότι, για παράδειγμα, εταιρείες του κλάδου τροφίμων και ποτών, που είναι σήμερα κερδοφόρες, θα επέλεγαν αυτήν τη λύση έτσι ώστε να μη «μολυνθούν» από τη διαγραφή των απαιτήσεών τους από τους προμηθευτές τους.

Η συμβολή του Ελληνικού Δημοσίου είναι ήδη τεράστια. Έχει διορθώσει λάθη του παρελθόντος σε θέματα πτωχευτικού δικαίου. Θυμάμαι τον εαυτό μου να διαβάζει σε εφημερίδα απομαγνητοφώνηση συνομιλίας μου με τον νομικό σύμβουλο του υπουργείου Βιομηχανίας, όταν εκείνος αμφισβητούσε τη βούληση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε αλλαγή του πτωχευτικού κώδικα (circa 1990). Θεωρούσα ότι ο πρωθυπουργός θα στήριζε τη θέση τριών υπουργών του, σε σύγκρουση με τους δικηγόρους, που εκμεταλλεύονταν τότε την πτωχευτική διαδικασία. Όπως και έγινε.

Από τότε μέχρι σήμερα, οι κυβερνήσεις, αντιδρώντας στην κρίση του 2008, έκαναν και λάθη (π.χ. νόμος Κατσέλη) αλλά και σωστές επιλογές (π.χ. εξωδικαστική διαδικασία). Κατά προτεραιότητα μάλιστα, συνέβαλαν με κεφαλαιακές ενισχύσεις τις τράπεζες, έστω και αν στη συνέχεια έχασαν το σύνολο των κεφαλαίων που διέθεσαν. Διέγραψαν δικές τους απαιτήσεις και προτίθενται να συνεχίσουν να διαγράφουν προς όφελος, και πάλι, των τραπεζών.

Σημειώνουμε ότι οι κυβερνητικές ρυθμίσεις πέτυχαν να μειώνουν τις αναγκαίες διαγραφές των τραπεζών, επιτρέποντας τη μετατροπή των μη βιώσιμων δανείων σε βιώσιμα. Έδωσαν και ενεργοποίησαν εν υπνώσει δικαιώματα στο τραπεζικό σύστημα, που δεν υπήρχαν μέχρι πριν από λίγο καιρό. Έλεγχοι λογαριασμών εσωτερικού – εξωτερικού, δεσμεύσεις καταθέσεων, υποχρεωτική διεύρυνση των πιστωτικών μέσων στις συναλλαγές και πλήθος άλλων μέτρων που εξισορροπούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αν μάλιστα διαβάζουμε σωστά τις προθέσεις της κυβέρνησης και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, είναι πρόθυμοι να συμβάλουν ακόμη περισσότερο. Πού σκοντάφτουν λοιπόν οι επιλογές και οι αναγκαίες λύσεις;

Η οικονομική επιστήμη έχει καιρό τώρα καταλήξει σ’ ένα συ­μπέρασμα. Οι δημοκρατικοί θεσμοί και οι μεταρρυθμίσεις είναι αποτέλεσμα των στρατηγικών επιλογών ισχυρών κοινωνικών ομάδων, που βλέπουν τη χώρα με μία προοπτική. Οι ισχυρές elite, όταν στοχεύουν στο μέλλον για τους ίδιους και για τα παιδιά τους, όταν ενεργούν γνωρίζοντας ότι το μέλλον θα τους το αναγνωρίσει, επιλέγουν στρατηγικές μεταρρυθμίσεις για την κοινωνία ως σύνολο. Αντίθετα, όταν οι ισχυρές elite αδρανούν σε στρατηγικές επιλογές, που δίνουν προοπτική στη χώρα, αναζητώντας τις λύσεις, αναλύοντας προβλήματα του παρελθόντος (βλέπε σκάνδαλα και ευθύνες), επιλέγουν τη συντήρηση και το status quo.

Η συντηρητική επιλογή του καλώς έχειν δεν μπορεί να κριθεί αξιοκρατικά και ηθικά. «Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε», όπως θα έλεγε και ο μεγάλος Πιραντέλο. Όσο υπάρχει καιρός όμως για την οικονομία, ας τοποθετηθούν οι elite, ώστε να μπορέσουν και εκείνοι, που θα πληρώσουν τον λογαριασμό στο τέλος, οι πολίτες αυτής της χώρας, να ακολουθήσουν ή να διαφωνήσουν. Τουλάχιστον εκεί που τους επιτρέπεται, στις κάλπες.


Σχολιάστε εδώ