Χρ. Μπότζιος: Οι ελληνοαλβανικές σχέσεις σε δοκιμασία
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.
Έπρεπε να περάσουν δέκα μέρες για να αποφασίσουν οι αλβανικές αρχές, εν προκειμένω η Εισαγγελία Τιράνων, για την παράδοση της σορού του εν ψυχρώ δολοφονηθέντος από τις δυνάμεις ασφαλείας ομογενούς Κωνσταντίνου Κατσίφα από τους Βουλιαράτες της Βορείου Ηπείρου. Ως βασικό επιχείρημα η κυβέρνηση Ράμα επικαλέσθηκε την ανάγκη σύνταξης του ιατροδικαστικού πορίσματος.
Οι απανταχού του κόσμου ιατροδικαστές σίγουρα θα μειδιούν αν ερωτηθούν για το αν πράγματι απαιτείται τόσος χρόνος προκειμένου να αποφανθούν και να συντάξουν ένα ανάλογο πόρισμα. Η κωλυσιεργία των αλβανικών αρχών αποδίδεται κυρίως σε πολιτικούς λόγους. Η κυβέρνηση Ράμα προφανώς ανέμενε τις αντιδράσεις που θα σημειώνονταν τόσο στο εσωτερικό της χώρας, κυρίως στη μειονοτική περιοχή, όσο και στην Ελλάδα και την Ευρώπη.
Ο ίδιος είχε ήδη σπεύσει, μέσω Twitter, να απαντήσει στην ηπίων τόνων ανακοίνωση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών σε ακριβώς αντίθετο πνεύμα. Γεγονός που καταδεικνύει ότι ο κ. Ράμα φαίνεται να μην ήταν σε θέση να διαχωρίσει την υπευθυνότητα του λόγου ενός πρωθυπουργού από τις αντιδράσεις ενός θυμικού και φανατικού πολίτη. Τελικά η σορός του, ύστερα από προσωπική παρέμβαση του Προέδρου της Αλβανικής Δημοκρατίας κ. Ιλίρ Μέτα, παραδόθηκε στην οικογένειά του και η ταφή έγινε την περασμένη Πέμπτη στην ιδιαίτερη πατρίδα του, με την αυθόρμητη παρουσία εκατοντάδων συγχωριανών του και πολλών Ελλήνων που έσπευσαν από την Ελλάδα. Είχαν προηγηθεί παρεμβάσεις μειονοτικών βουλευτών, όπως και διαβήματα του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών και οπωσδήποτε παρασκηνιακές από άλλες χώρες καθώς και ευρωβουλευτών, με προεξάρχουσα την ελληνοκύπρια κ. Ελένη Θεοχάρους.
Αν οι συνθήκες υπό τις οποίες διαπράχθηκε η εν ψυχρώ δολοφονία του άτυχου ομογενή είναι γνωστές από τη μαρτυρία αυτοπτών μαρτύρων, αναμένεται και η επίσημη έκθεση των αρμοδίων αλβανικών αρχών, που δεν έχει ακόμα δημοσιοποιηθεί. Στο μεταξύ έχουν κυκλοφορήσει πολλές εκδοχές, με τις περισσότερες να προσπαθούν, όπως και ο ίδιος ο αλβανός πρωθυπουργός, να παρουσιάσουν το θύμα ως «τρελό, που πυροβολούσε κατά της Αστυνομίας, η οποία εκτέλεσε το καθήκον της…». Η εν ψυχρώ εκτέλεση από τους αστυνομικούς συνέβη ανήμερα της επετείου της 28ης Οκτωβρίου, ο εορτασμός της οποίας προβλέπεται από τις διατάξεις της ελληνοαλβανικής συμφωνίας «σχετικά με την αναζήτηση, την εκταφή, τον προσδιορισμό της ταυτότητας και τον ενταφιασμό των ελλήνων στρατιωτικών σε πολεμικές επιχειρήσεις στην Αλβανία κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940 και την κατασκευή κοιμητηρίων στο έδαφος της Δημοκρατίας της Αλβανίας για τον ενταφιασμό τους».
Το άρθρο 8 προβλέπει ρητώς ότι «επίσημες τελετές σε ανάμνηση των πεσόντων σε πολεμικές επιχειρήσεις θα διοργανώνονται από εκπροσώπους της Ελληνικής Δημοκρατίας και τη Δημοκρατία της Αλβανίας στις 28 Οκτωβρίου κάθε έτους. Οι ενώσεις των συγγενών και φίλων των αποθανόντων μπορούν να παρίστανται στις τελετές». Οι αλβανικές αρχές αναγνωρίζουν ή όχι στους έλληνες μειονοτικούς αυτό το δικαίωμα, που κάπως εμφατικά θέλησε να εκφράσει ο Κ. Κατσίφας στη γενέτειρά του;
Στο Ρίμινι της Ιταλίας τελείται κάθε χρόνο επιμνημόσυνη τελετή στο εκεί ελληνικό κοιμητήριο των ελλήνων πεσόντων στρατιωτικών του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, στην οποία παρίστανται και οι αρχές της πόλης, χωρίς καμιά επιφύλαξη ή προκατάληψη.
Στην Ελλάδα οι κάτοικοι του Δήμου Διονύσου της Ανατολικής Αττικής γνωρίζουν καλώς την ύπαρξη νεκροταφείου πεσόντων γερμανών στρατιωτικών του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου στην περιοχή τους και οι δημοτικές αρχές παρίστανται στις ετήσιες επιμνημόσυνες τελετές. Αρκετές συζητήσεις προκλήθηκαν στη χώρα μας για το αν είναι πρέπον να αναφερόμαστε σε Βόρειο Ήπειρο ή να χρησιμοποιείται ο όρος «Νότια Αλβανία», επειδή αποτελεί μέρος της αλβανικής επικράτειας. Νομίζω ότι αυτό συνιστά πολιτική ή ιδεολογική υπερευαισθησία.
Οι γεωγραφικοί όροι μιας περιοχής δεν εξαλείφονται από συντελεσθείσες πολιτικές αλλαγές. Για παράδειγμα, ουδόλως μας προβληματίζει η αναφορά σε Δυτική και Ανατολική Θράκη, ενώ το ίδιο πιθανότατα συμβαίνει και για τους Τούρκους. Θα πρόσθετα και το παράδειγμα της Ιταλίας, που για τη βόρεια μειονοτική περιοχή της χώρας οι ίδιοι χρησιμοποιούν τον όρο «Alto Adige», ενώ οι Αυστριακοί εξακολουθούν να την αποκαλούν Νότιο Τιρόλο. Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε πολλές άλλες περιοχές, που ιστορικά συνδέονται με μία ή περισσότερες χώρες, χωρίς αναγκαστικά να προβληματίζει η διαφορετική ονομασία τους από όμορες ή άλλες χώρες.
Μερικές ακόμα παρατηρήσεις σχετικά με τη δολοφονία του Κωνσταντίνου Κατσίφα και της συμπεριφοράς των αλβανικών αρχών, με την καθυστερημένη παράδοση της σορού στην οικογένειά του. Ο δείκτης πολιτισμού των λαών δεν μετριέται μόνο από τα μνημεία τέχνης ή τα πνευματικά επιτεύγματά τους. Κρίνεται και από την εν γένει συμπεριφορά τους. Ο γερμανικός λαός, π.χ., έχει αναδείξει πνευματικούς και καλλιτεχνικούς κολοσσούς, η συμπεριφορά τους όμως κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τους έχει βλάψει ανεπανόρθωτα.
Οι Αλβανοί είναι ένας αρχαίος λαός, συγγενής των Ελλήνων και των Ρωμαίων. Για διαφόρους όμως λόγους δεν συμβάδισαν πολιτικά και πολιτισμικά. Ως λαός επέδειξαν αξιοθαύμαστη αντοχή στον χρόνο. Διατήρησαν τη γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμά τους. Μία από τις σημαντικότερες αρετές τους είναι η μπέσα, που σημαίνει πίστη και σε ευρύτερη έννοια λόγος τιμής. Σημαίνει, επίσης, και σεβασμός των ηθών και εθίμων, που είναι απαράγραπτοι και άγραφοι νόμοι των λαών. Και ένας από αυτούς είναι ο σεβασμός προς τους νεκρούς.
Στην αρχαία Ελλάδα, συχνά, κατά τη διάρκεια των μαχών, υπήρχε εκεχειρία μεταξύ των εμπολέμων για να γίνει, εκατέρωθεν, η περισυλλογή και ταφή των νεκρών. Κλασικό παράδειγμα και παγκόσμιο μνημείο της δυτικής σκέψης η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Αυτός ο οφειλόμενος σεβασμός προς τον νεκρό Κωνσταντίνο Κατσίφα δεν επιδείχθηκε από τις αλβανικές αρχές. Θέμα έλλειψης μπέσας στην ευρύτερη έννοιά της, πολιτική ανασφάλεια ή επίδειξη κρατικής ισχύος;
Είναι βέβαιο ότι η δολοφονία του ομογενή από τους Βουλιαράτες θα επιδράσει αρνητικά στη συναισθηματική προσέγγιση μεταξύ των δύο λαών. Σε πολιτικό επίπεδο θα καταβληθεί εκατέρωθεν προσπάθεια για βαθμιαία αποκλιμάκωση της έντασης προκειμένου να μην επηρεασθεί δυσμενώς η πορεία των διμερών σχέσεων.