Οργή Θεού για τη συμφωνία
– Στα κρυφά Ιερώνυμος και Τσίπρας μοίρασαν τα «ιμάτια» της Εκκλησίας
– «Φωτιά» οι Μητροπολίτες και οι παπάδες, που κατεβαίνουν στον δρόμο
– Κατηγορούν τον Αρχιεπίσκοπο ότι βάζει πλάτη στα πολιτικά παιχνίδια του πρωθυπουργού
– Έξω φρενών ο Οικουμενικός Πατριάρχης – Εκτάκτως στο Φανάρι ο υπουργός Παιδείας
Ξεχειλίζει η οργή στους κόλπους της Εκκλησίας αλλά και των ορθόδοξων Ελλήνων για την επαίσχυντη συμφωνία στην οποία κατέληξαν πρωθυπουργός και Αρχιεπίσκοπος και η οποία απειλεί να τινάξει στον αέρα την κοινωνική ηρεμία και γαλήνη.
Οι σφοδρές αντιδράσεις που έχουν προκληθεί σε πολλά επίπεδα προδιαγράφουν το άδοξο τέλος της συμφωνίας και προεξοφλούν ότι το κοινό ανακοινωθέν (για την εκκλησιαστική περιουσία και τα μισθολογικά των κληρικών) θα μείνει στα χαρτιά. Η βασική κατηγορία που αποδίδεται από τον κόσμο της Εκκλησίας στον Αρχιεπίσκοπο είναι ότι βάζει πλάτη για να εξυπηρετήσει τα πολιτικά παιχνίδια του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης σε βάρος της ίδιας της Εκκλησίας.
Εν κρυπτώ και πίσω από κλειστές πόρτες και στη διάρκεια νυχτερινών συναντήσεων οι κ. Τσίπρας και Ιερώνυμος αποφάσισαν να μοιράσουν τα ιμάτια της Εκκλησίας! Πρόθεση του Αρχιεπισκόπου ήταν να αιφνιδιάσει και να προκαταλάβει τις θέσεις της Ιεραρχίας, να φέρει τα μέλη της προ τετελεσμένων. Για τον λόγο αυτό κράτησε μυστικές τόσο τις διαβουλεύσεις του με τον πρωθυπουργό όσο και το περιεχόμενο της συμφωνίας ακόμη και από προσκείμενους σ’ αυτόν μητροπολίτες. Με πιο χαρακτηριστική περίπτωση αυτή του Μεσσηνίας, ο οποίος -κατά πληροφορίες- είναι έξω φρενών μαζί του.
Με την ίδια τακτική κινήθηκε από την πλευρά του και ο πρωθυπουργός, αν και εκείνος διατηρεί το δικαίωμα να κινείται χωρίς να ενημερώνει προκαταβολικά το Υπουργικό Συμβούλιο ή άλλο κυβερνητικό όργανο. Οι κ. Τσίπρας και Ιερώνυμος ανήγγειλαν περιχαρείς τα βασικά σημεία της συμφωνίας, αλλά από τις αντιδράσεις που ακολούθησαν κατάλαβαν ότι στην πραγματικότητα… έχτισαν πάνω στην άμμο.
Στη συντριπτική πλειοψηφία τους οι Μητροπολίτες διαφωνούν ριζικά με τη συμφωνία και φρόντισαν να το διαμηνύσουν στην Αρχιεπισκοπή, ενώ τα… χειρότερα περιμένουν τον κ. Ιερώνυμο στη Σύνοδο της Ιεραρχίας, που θα πραγματοποιηθεί παραμονές των εορτών των Χριστουγέννων. Οι κληρικοί (ιερείς) από την πλευρά τους καταγγέλλουν τη συμφωνία, προαναγγέλλουν δυναμικές κινητοποιήσεις και προειδοποιούν κυβέρνηση και Αρχιεπίσκοπο ότι θα… τους βρουν μπροστά τους!
Εξοργισμένος είναι και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος καθώς η συμφωνία αφορά και τις Μητροπόλεις Κρήτης και Δωδεκανήσων, που υπάγονται στο Πατριαρχείο. Όχι μόνο για το περιεχόμενο της συμφωνίας αλλά και διότι δεν είχε καμία ενημέρωση είτε από την πλευρά της κυβέρνησης είτε από αυτήν του Αρχιεπισκόπου. Μάλιστα κάλεσε εσπευσμένα στο γραφείο του την πρόξενο της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη προκειμένου να ενημερωθεί με λεπτομέρεια, ωστόσο εκείνη δεν ήταν σε θέση να απαντήσει σε όλα τα κρίσιμα ερωτήματα. Για τον λόγο αυτό ταξίδεψε στο Φανάρι και συναντήθηκε (χθες) μαζί του ο υπουργός Παιδείας Κ. Γαβρόγλου.
Θορυβημένος από τις αντιδράσεις ο Αρχιεπίσκοπος έσπευσε να… διευκρινίσει ότι δεν πρόκειται ακριβώς για συμφωνία, αλλά για… πρόθεση για συμφωνία. Πλην όμως ελάχιστους έπεισε. Ενώ στη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου διερωτήθηκε: «Είμαστε στην Ελλάδα ή είμαστε σε ζούγκλα;». Δείγμα της αγωνίας του για τις διαστάσεις που παίρνουν οι αντιδράσεις.
Αλλά και για τον πρωθυπουργό τα πράγματα κάθε άλλο παρά ευοίωνα προδιαγράφονται, αφού εκτός από τις αντιδράσεις μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ θα κληθεί να αντιμετωπίσει τις ακόμη μεγαλύτερες και σαφώς πιο μαζικές από τον χώρο της Εκκλησίας.
Η οργή των κληρικών θα μεταλαμπαδευθεί στα εκατομμύρια των πιστών, με αρκετούς να προειδοποιούν ότι όποιος τα έβαλε με την Εκκλησία χαμένος βγήκε. Υπενθυμίζουν δε ότι το 1963 ο Γ. Παπανδρέου είχε διπλασιάσει τους μισθούς των παπάδων και στις εκλογές που ακολούθησαν πήρε 53%, κάτι που αποδόθηκε και στη στάση κληρικών αλλά και πιστών.
Το κλίμα οργής που επικρατεί στις τάξεις των Μητροπολιτών αποτυπώθηκε στις δημόσιες δηλώσεις ορισμένων εξ αυτών, ενώ ελάχιστοι είναι εκείνοι που βλέπουν με θετικό μάτι τη συμφωνία. Για μεθόδευση με στόχο την περιθωριοποίηση της Εκκλησίας έκανε λόγο ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ και τόνισε: «Θα πρέπει η Εκκλησία να απολέσει την ιδιότητα του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου και να γίνει ιδιωτική υπόθεση. Αυτή είναι η στόχευση». Είπε δε χαρακτηριστικά: «Η Εκκλησία έχει 2.000 χρόνια ζωής, επομένως δεν είναι δυνατόν να υπάρχει αμφισβητούμενη περιουσία. Εδώ μιλάμε για μια πλήρη καταδολίευση των πραγμάτων».
Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος σημείωσε ότι «υπάρχει κίνδυνος να οδηγήσει (σ.σ.: η συμφωνία) σε ακόμη μεγαλύτερη υποδούλωση της Εκκλησίας στο Κράτος και μάλιστα με όρους επαιτείας, εξαιτίας της αιωρούμενης αβεβαιότητας ως προς την τακτική και συνεπή καταβολή της συμφωνηθείσας ετήσιας επιχορήγησης». Πρόσθεσε ακόμη ότι η πρόταση που περιγράφει το κοινό ανακοινωθέν «θα οδηγήσει την Εκκλησία της Ελλάδος στον ολισθηρό δρόμο να αναζητά εναγωνίως και διαρκώς την αποκόμιση κερδών, είτε μέσω εταιρειών είτε μέσω χορηγιών / επιχορηγήσεων από οποιονδήποτε έχει τα χρήματα, ώστε να μισθοδοτεί τους κληρικούς της και να καλύπτει τις υλικές ανάγκες της».
Για «προδοσία» μίλησε ο Καλαβρύτων Αμβρόσιος, ενώ κατηγορηματικά αντίθετοι είναι ακόμη οι Μητροπολίτες Αιτωλίας και Κορινθίας. Με την άποψη των παραπάνω υπολογίζεται ότι συμπαρατάσσονται συνολικά οκτώ στους δέκα Μητροπολίτες.
Αντίθετα, ο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος κρίνει θετική τη συμφωνία, διότι, όπως εξήγησε, «το δημοσιοϋπαλληλίκι δεν ταιριάζει σε μας, δεν έχουμε οκτάωρο και δεν τελειώνει η υπευθυνότητά μας μόλις τελειώσει η υπηρεσία μας». Χαρακτήρισε πολύ καλή λύση τη δημιουργία του Ταμείου Αξιοποίησης της Εκκλησιαστικής Περιουσίας ώστε «να αξιοποιηθεί κάτι που είναι μπερδεμένο με αυτά τα νομικά, τα λεγόμενα διακατεχόμενα, που τόσες κυβερνήσεις εδώ και 50 χρόνια δεν αποφάσισαν να τα ξεκαθαρίσουν».
Ο απλός παπάς θα ξεσηκωθεί
Οργή και αγανάκτηση εκφράζουν οι κληρικοί (ιερείς), οι οποίοι είναι οι πρώτοι που θα πληγούν αν και εφόσον υλοποιηθεί η συμφωνία Τσίπρα – Ιερώνυμου. Σε ανακοίνωσή του ο Ιερός Σύνδεσμος Κληρικών Ελλάδος (ΙΣΚΕ) προαναγγέλλει μαζικές και πρωτόγνωρες αντιδράσεις.
«Ο απλός παπάς, από την Κρήτη μέχρι τον Έβρο, από τα Επτάνησα μέχρι τα Δωδεκάνησα, θα ξεσηκωθεί και θα ταυτισθεί μαζί μας σε αγώνες όχι μόνο για τα εφημεριακά δίκαια αλλά και για τη διατήρηση της ελληνορθοδόξου παραδόσεως μας», σημειώνει και προσθέτει: «Ο καιρός του σιγάν έληξε για τους κληρικούς. Είμαστε πλέον στον καιρό του λαλείν και του πράττειν. Αισθανόμεθα προδομένοι από όσους μετείχαν στις διαβουλεύσεις για την λήψιν των αποφάσεων, ερήμην των άμεσα ενδιαφερομένων, που είναι οι εφημέριοι και το Χριστεπώνυμο πλήρωμα. Σε μια χώρα που ξεπουλώνται τα πάντα, δεν θα περιμένουμε το επόμενο χτύπημα, που θα πλήττει την πίστη».
Ο Ιερός Σύνδεσμος Κληρικών διαβεβαιώνει ότι θα πράξει τα δέοντα ούτως ώστε να ακυρωθεί η επαίσχυντη -όπως την χαρακτηρίζει- συμφωνία και καταλήγει: «Σε κάθε δύσκολη εποχή της ελληνικής ιστορίας, όποιος τα έβαλε με την Εκκλησία ηττήθηκε κατά κράτος. Αυτοί που δεν μας ήθελαν συνομιλητές στις δόλιες διαπραγματεύσεις τους τώρα θα μας βρουν μπροστά τους».
Κριτική στους χειρισμούς του Αρχιεπισκόπου άσκησε ο ομότιμος καθηγητής του Εκκλησιαστικού Δικαίου Ι. Κονιδάρης. «Αντί να συζητήσει πρώτα η Ιεραρχία, να συμφωνήσει και να εξουσιοδοτήσει τον Αρχιεπίσκοπο, πάει ο Αρχιεπίσκοπος και κάνει κοινές δηλώσεις με τον πρωθυπουργό, τον οποίο εμφανώς υποστηρίζει, ευχαριστεί, συγχαίρει και ενισχύει», υπογράμμισε.
Η συμφωνία που με τυμπανοκρουσίες ανακοίνωσαν πρωθυπουργός και Αρχιεπίσκοπος περιέχει ασάφειες και αδιευκρίνιστα σημεία, ώστε να ανακύπτει μια σειρά από κρίσιμα ερωτήματα.
Όπως: Τι θα γίνει στην περίπτωση που το Ελληνικό Δημόσιο δεν τηρήσει την υποχρέωση να πληρώνει την ετήσια αποζημίωση στην Εκκλησία; Πώς θα αμείβονται οι ιερείς;
Θα παύσει να ισχύει η συμφωνία, όπως λέγεται, εάν δεν τηρηθούν όλοι οι όροι; Τι θα γίνει αν ένας μητροπολίτης αποφασίσει να απολύσει έναν ιερέα ή έναν υπάλληλο; Πώς προστατεύεται, εφόσον χάνει την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου; Ποιο Ταμείο θα αναλάβει την κάλυψη των συντάξεων των κληρικών;
Με αφορμή την εξαγγελθείσα συμφωνία, θέμα συζήτησης σε εκκλησιαστικούς και όχι μόνο κύκλους αποτελεί το λεγόμενο «γερμανικό μοντέλο», όπου η μισθοδοσία των κληρικών δεν καλύπτεται από το Δημόσιο, αλλά από τον θρησκευτικό φόρο που σε σταθερή βάση καταβάλλουν οι πολίτες στις κατά τόπους ενορίες.
Υπόχρεοι αυτού του φόρου δεν είναι αδιακρίτως όλοι οι πολίτες, αλλά όσοι δηλωθούν επισήμως ως θρησκευόμενοι ή οπαδοί μιας πίστης. Εκείνοι που δηλώνουν «άθεοι» δεν πληρώνουν φόρο.