Π. Νεάρχου: Οι παλινωδίες για τα ελληνικά χωρικά ύδατα και οι κίνδυνοι της αδράνειας

Π. Νεάρχου: Οι παλινωδίες για τα ελληνικά χωρικά ύδατα και οι κίνδυνοι της αδράνειας


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


H υπαναχώρηση από την επέκταση των Ελληνικών χωρικών υδάτων στο Ιόνιο, που κακώς είχε εξαγγελθεί από πριν από τον παραιτηθέντα πρώην υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά, ρίχνει σαφώς νερό στον μύλο των Τούρκων. Η Τουρκική προπαγάνδα οργίασε, καταγγέλλοντας κάθε επέκταση των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο, επισείοντας το τουρκικό casus belli, και συνδέοντας την Ελληνική υπαναχώρηση με τις Τουρκικές αντιδράσεις και απειλές.

Η πρωτοβουλία του Έλληνα πρωθυπουργού να μη δώσει συνέχεια στα όσα εξήγγειλε ο Νίκος Κοτζιάς και να δηλώσει ότι η επέκταση των χωρικών υδάτων δεν θα γίνει με Προεδρικά Διατάγματα αλλά με νομοσχέδιο που θα έρθει στη Βουλή και μετά από συνεννοήσεις με τα άλλα κόμματα αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να κατατεθεί σύντομα στη Βουλή το σχετικό νομοσχέδιο. Μπορεί όμως η πρωτοβουλία αυτή να καταλήξει και σε πλήρη αδράνεια και απραξία ενώπιον της γενικευμένης αμφισβητήσεως και κρίσεως που προσπαθεί να δημιουργήσει η Τουρκική πλευρά για να ψαρέψει σε θολά νερά.

Στο σημείο αυτό πρέπει να αποσαφηνισθούν ορισμένα βασικά στοιχεία που αφορούν τα χωρικά ύδατα, την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ και τα οποία έχουν τεράστια στρατηγική και οικονομική σημασία για την Ελλάδα και την Κύπρο. Σε ό,τι αφορά τα χωρικά ύδατα και την επέκτασή τους, είναι φανερό ότι η ορθή πολιτική και στρατηγική είναι η συνολική επέκτασή τους ως εφαρμογή ενός θέματος αρχής και ενός δικαιώματος που διασφαλίζεται από το διεθνές δίκαιο. Η συνολική επέκταση μπορεί να περιλαμβάνει διαύλους διεθνούς ναυσιπλοΐας σε σημεία που αυτό επιβάλλεται από τη γεωγραφική στενότητα.

Η Άγκυρα γνωρίζει ότι, με βάση τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου, δεν έχει κανένα περιθώριο να προωθήσει στο Αιγαίο τις επεκτατικές διεκδικήσεις της και καταφεύγει σε απειλές πολέμου (casus belli) για να αποτρέψει την Ελλάδα να ασκήσει τα δικαιώματά της. Αυτό ισχύει όχι μόνο για τα χωρικά ύδατα αλλά και για την υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ). Η Άγκυρα κατόρθωσε με τον τρόπο αυτό, απειλώντας συνεχώς με κρίση, να αποτρέψει την Ελλάδα να προχωρήσει στην άσκηση των δικαιωμάτων της και να περιορισθεί σε μια πολιτική αναμονής, με παράλληλη διακήρυξη της προσηλώσεώς της στα δικαιώματά της.

Η διαρροή του χρόνου, όσο και αν είναι εναντίον αυτού που έχει τα δικαιώματα και δεν τα ασκεί, φαινόταν να μην επηρεάζει σημαντικά, με αρνητικό τρόπο, την Ελληνική πλευρά. Πρώτον, γιατί διατηρούσε μια σχετική ισορροπία ισχύος με την Τουρκία και, δεύτερον, γιατί πιστευόταν ότι διπλωματικά ενισχυόταν η θέση της από τη διεθνή εμπέδωση του θαλασσίου δικαίου και από το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο έχει επικυρώσει τη Διεθνή Σύμβαση για το Θαλάσσιο Δίκαιο και στηρίζει τις βασικές αρχές του, που ενδιαφέρουν την Ελλάδα.

Στο μεγάλο όμως διάστημα που έχει μεσολαβήσει από την επικύρωση της Διεθνούς Συμβάσεως για το Θαλάσσιο Δίκαιο μέχρι σήμερα έχουν λάβει χώρα σημαντικές εξελίξεις, που διαφοροποιούν πολύ αρνητικά για την Ελλάδα τη διαρροή του χρόνου, χωρίς οποιαδήποτε πρόοδο στην άσκηση των Ελληνικών δικαιωμάτων.

Μια πρώτη διαφοροποίηση είναι οι αρνητικές εξελίξεις στον χώρο του διεθνούς θαλάσσιου δικαίου, με την άρνηση ισχυρών χωρών να συμμορφωθούν με τις διατάξεις του, όπως η Κίνα στη θάλασσα της ΝΑ Ασίας. Η Άγκυρα προσπαθεί να αντιγράψει στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο τα επιχειρήματα, τις αμφισβητήσεις και τις πρακτικές της Κίνας στη ΝΑ Ασία. Πολύ σημαντικότερες όμως είναι δύο άλλες εξελίξεις, που αν δεν αντιμετωπισθούν, εγκαίρως και αποτελεσματικά, από την Ελληνική πλευρά μπορούν να την οδηγήσουν σε πρωτοφανή στρατηγική ήττα.

Η μία απ’ αυτές είναι η αυξανόμενη ασυμμετρία ισχύος ως αποτέλεσμα μιας θεληματικής και μακροπρόθεσμης Τουρκικής πολιτικής εξοπλισμών και μιας αντίστοιχης καθηλώσεως των εξοπλισμών της Ελληνικής πλευράς. Στην εξίσωση αυτή υπεισέρχονται και άλλοι παράγοντες, με πρώτο τον οικονομικό. Η ταχύρρυθμη αύξηση του Τουρκικού εθνικού προϊόντος κατά τα τελευταία 15 χρόνια αντιπαραβάλλεται με την πρωτοφανή οικονομική κρίση που έπληξε την Ελλάδα από το 2010 και από την οποία δεν διαφαίνεται ακόμη σαφής διέξοδος και προοπτική ανακάμψεως και αναπτύξεως.

Η δεύτερη πολύ σημαντική εξέλιξη είναι η μετάβαση της Τουρκικής πολιτικής από μια αμυντική πολιτική, που είχε ως στόχο να αποτρέψει την Ελλάδα από την άσκηση των δικαιωμάτων της, σε μια ενεργητική, επιθετική πολιτική, που έχει τώρα ως στόχο να προκαταλάβει την Ελλάδα και να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα.

Υπό τις συνθήκες αυτές, η Ελλάδα δεν έχει πλέον κανένα περιθώριο αναμονής και παραπομπής του θέματος στο μέλλον. Η άμεση ενίσχυση της Ελληνικής αποτροπής, παρά τη δεινή οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα, είναι εκ των ων ουκ άνευ. Η οικονομική στενότητα μπορεί να υπερκερασθεί, σ’ έναν βαθμό, με έξυπνες και καινοτόμες λύσεις, που είναι πολύ πιο φθηνές αλλά εξίσου ή και περισσότερο αποτελεσματικές. Στο πνεύμα αυτό, η Ελληνική άμυνα μπορεί να δώσει μεγάλη έμφαση σε κατάλληλα πυραυλικά συστήματα, αξιοποιώντας τα νησιά του Αιγαίου ως αβύθιστα αεροπλανοφόρα.

Απαραίτητο συμπλήρωμα της πολιτικής αυτής είναι, προφανώς, οι συμμαχίες. Στη σημερινή συγκυρία, η κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι Αμερικανο-Τουρκικές σχέσεις παρέχει ένα σχετικό πλεονέκτημα στην Ελληνική πλευρά. Το πλεονέκτημα όμως αυτό δεν πρέπει να υπερεκτιμάται. Μόνιμη επιδίωξη της Αμερικανικής πλευράς είναι η αποκατάσταση των Τουρκο-Αμερικανικών σχέσεων. Καραδοκεί γι’ αυτό πάντα ο κίνδυνος προσφοράς «α­νταλλαγμάτων» από την Αμερικανική πλευρά σε βάρος της Ελλάδος και της Κύπρου.

Είναι, γι’ αυτό, πολύ άστοχη οποιαδήποτε πολιτική ζηλωτού της μίας πλευράς και ρήξεως με τον Ρωσικό παράγοντα, π.χ., όπως έγινε προσφάτως στα Βαλκάνια με αφορμή το θέμα των Σκοπίων. Χώρες όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος, που έχουν πολύ στενούς δεσμούς με τις ΗΠΑ, μεριμνούν για τις σχέσεις τους με τον Ρωσικό παράγοντα και επιδιώκουν να έχουν σχέσεις ισορροπίας.

Οι στρατηγικές σχέσεις της Ελλάδος και της Κύπρου με το Ισραήλ και την Αίγυπτο έχουν καθοριστική σημασία για την ισορροπία στην Ανατολική Μεσόγειο και την ανάσχεση της Τουρκικής επιθετικότητας. Η Ελλάδα όμως πρέπει να προχωρήσει γρήγορα στην κατοχύρωση των δικαιωμάτων της. Δεν υπάρχει ΑΟΖ, αν το ενδιαφερόμενο κράτος δεν την ανακηρύξει. Δεν θα μπορεί η Ελλάδα να αξιοποιήσει απρόσκοπτα ακόμη και τα δικαιώματά της στο Ιόνιο και νότια της Κρήτης, αν δεν προχωρήσει στην ανακήρυξη ΑΟΖ και στην επέκταση των χωρικών της υδάτων. Η Τουρκική σφήνα για έρευνες στο σημείο που συναντώνται οι ΑΟΖ Ελλάδος, Κύπρου και Αιγύπτου δείχνει σαφώς τους Τουρκικούς στόχους αλλά και τους κινδύνους που επικρέμονται από την αδράνεια και την ατολμία της Ελληνικής πλευράς.


Σχολιάστε εδώ