Σάλλας: Σε τροχιά ελεύθερης πτώσης οδήγησαν τις τράπεζες

Σάλλας: Σε τροχιά ελεύθερης πτώσης οδήγησαν τις τράπεζες

Απέτυχαν οι εποπτικές αρχές

-Αν είχαν γίνει οι σωστοί χειρισμοί, το τοπίο σήμερα θα ήταν πολύ διαφορετικό
-Σε όλα τα χρόνια, μειώθηκαν οι καταθέσεις, μειώθηκε το προσωπικό, μειώθηκαν και τα καταστήματα
-Έβαλαν αλλοδαπούς συνταξιούχους στις διοικήσεις των τραπεζών!

Τροχιά ελεύθερης πτώσης ακολουθούν τα μεγέθη των συστημικών τραπεζών την τελευταία τετραετία, επιβεβαιώνοντας σειρά αναλυτών που υποστηρίζουν ότι για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα το τραπεζικό σύστημα δεν ευθύνονται μόνον η μεγάλη ύφεση, οι τράπεζες και οι κυβερνήσεις αλλά και οι εποπτικές αρχές των πιστωτικών ιδρυμάτων. Αυτό επισημαίνει σε άρθρο του ο τραπεζίτης με την πολύ σημαντική διαδρομή Μιχάλης Σάλλας και το τεκμηριώνει με αριθμούς και ντοκουμέντα που δεν μπορεί κανείς να τα αμφισβητήσει.

Τα στοιχεία που παραθέτει αποδεικνύουν ότι, αν οι τράπεζες είχαν λειτουργήσει σωστά, σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς, η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας θα ήταν πάρα πολύ καλύτερη και τα λουκέτα αρκετά λιγότερα, ενώ και το κλίμα θα ήταν ε­ντελώς διαφορετικό και θα υπήρχε οξυγόνο.

Συγκεκριμένα, ο Μιχάλης Σάλλας παραθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν ποιοι ευθύνονται για την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και δείχνουν τι πρέπει να γίνει τώρα:

«Οι εποπτικές αρχές ήταν εκείνες που κλήθηκαν να δώσουν λύσεις, σχεδίασαν τα πλάνα διάσωσης, ενώ είχαν και μεγάλο μέρος της ευθύνης της εφαρμογής τους, αφού ουσιαστικά πήραν επάνω τους την εταιρική διακυβέρνηση και τη διοίκηση των τραπεζών. Στο τέλος μετέτρεψαν τις τράπεζες κυρίως σε πλατφόρμες διεκπεραίωσης συναλλαγών και αυτό που πέτυχαν είναι η αέναη ανακύκλωση της κρίσης.

Μία μόνο ματιά στα στοιχεία των ισολογισμών αποκαλύπτει ότι από τις 30 Ιουνίου 2014 ως τις 30 Ιουνίου 2018, επί θητείας του κ. Γιάννη Στουρνάρα στην ηγεσία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα αποτελέσματα των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών κυριολεκτικά συρρικνώθηκαν: Το σύνολο του ενεργητικού τους μειώθηκε κατά 31,26%, στα 237,878 δισ. ευρώ από 346,092 δισ. ευρώ, ενώ τα συνολικά ίδια κεφάλαια έπεσαν στα 26,453 δισ. ευρώ, μετά από μια πτώση της τάξης του 28,5% κατά την τετραετία. Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η βουτιά στα καθαρά ίδια κεφάλαια, αυτά που προκύπτουν αφού αφαιρεθούν οι αναβαλλόμενοι φόροι από τα ίδια κεφάλαια, τα οποία έχουν μειωθεί κατά 77,3%.


Τα δύσκολα είναι μπροστά


Τα ενσώματα ίδια κεφάλαια, όπως τα κατέγραψε η Moody’s, μόλις που άγγιζαν στις 30/6/2018 το ποσό των 2,667 δισ. ευρώ από 12,831 δισ. ευρώ τέσσερα χρόνια πριν, κάτω περίπου κατά 80%. Τα καθαρά κέρδη από 854 εκατ. ευρώ στα αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου 2014 έχουν μετατραπεί σε ζημίες 283 εκατ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2018.

Η ραγδαία επιδείνωση όλων των θεμελιωδών μεγεθών εν μέρει ερμηνεύει και τις θεαματικές απώλειες των τραπεζικών μετοχών, των οποίων η χρηματιστηριακή αξία στο επίμαχο χρονικό διάστημα έχει χάσει 85,45%, υποχωρώντας στα 4.837 δισ. ευρώ (κλείσιμο του Χρηματιστηρίου της 15/10/18) από 33.247 δισ. ευρώ στις 30 Ιουνίου 2014.

Ο τεράστιος όγκος των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (NPEs), η φυγή των καταθετών, τα capital controls και οι μειωμένες χορηγήσεις δανείων έχουν δημιουργήσει έναν ασφυκτικό κλοιό, που πνίγει τις τράπεζες. Είναι προβλήματα που ξεκίνησαν με την κρίση και εξελίσσονται σε χρόνιες κακοήθεις καταστάσεις, καθώς δεν αντιμετωπίστηκαν έγκαιρα και αποτελεσματικά. Μεγάλο μέρος της ευθύνης φέρουν οι αστοχίες πολλών, συμπεριλαμβανομένων και των θεσμών, που δεν βοήθησαν με τις αποφάσεις τους εκείνη την περίοδο.

Αναπτύχθηκε μια λανθασμένη και τιμωρητική αντίληψη που, όπως φάνηκε εκ των υστέρων, δεν την είχαν μόνον οι ξένοι αλλά και η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία όχι απλώς την ανέχθηκε αλλά και την υποστήριξε. Αν από τότε είχαν γίνει οι σωστοί χειρισμοί αλλά και αργότερα, αν η ΤτΕ είχε στηρίξει λύσεις αποτελεσματικές, το τοπίο σίγουρα θα ήταν σήμερα διαφορετικό.

Πρόσφατο άρθρο στο Bloomberg επικρίνει τη γραμμή της σταδιακής προσέγγισης, που εφαρμόστηκε για τις ελληνικές τράπεζες, επιρρίπτει μέρος της ευθύνης στις εποπτικές αρχές και προτείνει πιο ρηξικέλευθα μέτρα για να σπάσει ο φαύλος κύκλος. Οι εποπτικές αρχές των τραπεζών, τόσο σε επίπεδο Ευρωζώνης όσο και χώρας, οφείλουν να γνωρίζουν σε βάθος το πρόβλημα και να λαμβάνουν εγκαίρως μέτρα, προτείνοντας τις κατάλληλες λύσεις.

Στην ελληνική περίπτωση όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι οι εποπτικές αρχές απέτυχαν. Η παραδοσιακή πηγή εσόδων των τραπεζών είναι η χορήγηση δανείων. Αυτά αποτελούν, ή πρέπει να αποτελούν, τον κύριο όγκο των εσόδων τους. Στην τετραετία, οι καθαρές χορηγήσεις μειώθηκαν στα 147,189 δισ. ευρώ από 219,698 δισ. ευρώ.

Κατέγραψαν, δηλαδή, μια μείωση 33% σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2014.
Το αποτέλεσμα είναι τα καθαρά έσοδα από τόκους να πέσουν κατά 31,25%, υποχωρώντας στα 2,877 δισ. ευρώ από 4.185 δισ. ευρώ, γεγονός που περιορίζει ακόμα περισσότερο τις τράπεζες στις προσπάθειες εξυγίανσής τους».

Πολλές επιχειρήσεις έφυγαν στο εξωτερικό
«Οι τραπεζίτες υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει ζήτηση για δάνεια. Οι επιχειρηματίες, από την άλλη πλευρά, διαμαρτύρονται για την αδυναμία πρόσβασης στην τραπεζική χρηματοδότηση και τα πολλά εμπόδια που θέτουν οι τράπεζες για τη δανειοδότησή τους. Για να μη μιλήσουμε για το κόστος του χρήματος, με τα υψηλά επιτόκια. Πολλές επιχειρήσεις, από τις υγιείς και ανταγωνιστικές, αναγκάζονται να μετεγκατασταθούν στο εξωτερικό και έτσι, δίπλα σε όλα τα άλλα προβλήματα, βιώνουμε και το business drain.

Τα “κόκκινα” δάνεια μπορεί να άρχισαν να μειώνονται, αλλά παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα, στα υψηλότερα της Ευρώπης και με μεγάλη διαφορά από τις υπόλοιπες χώρες. Σύμφωνα με την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, στο τέλος Ιουνίου του 2018 το ύψος των ΝΡEs έφθανε στα 88,6 δισ. ευρώ, ή στο 47,6% των συνολικών ανοιγμάτων, μειωμένο μεν σε σχέση με τα επίπεδα του Δεκεμβρίου 2017 –τότε τα ΝΡΕs ήταν 94,4 δισ. ευρώ– αλλά ακόμα πολύ υψηλό.

Όλες οι πιέσεις των εποπτικών αρχών, εντός και εκτός της χώρας, εξαντλούνται στην πώληση “κόκκινων” δανείων και στην πώληση των όποιων “non-core business” ή θυγατρικών διαθέτουν οι ελληνικές τράπεζες στο εξωτερικό, χωρίς να περιλαμβάνουν στοιχεία ανάπτυξης. Καθώς οι τράπεζες δεν χορηγούν δάνεια, οδηγούν σε μαρασμό τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, υποσκάπτοντας τον υγιή ανταγωνισμό.

Με αυτές τις πολιτικές οι τράπεζες δεν μπορούν να ξεφύγουν από το τέλμα. Και, βέβαια, η μονότονη επίρριψη ευθυνών στις παλαιές διοικήσεις των τραπεζών, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν αποχωρήσει χρόνια τώρα, αδυνατεί να σκεπάσει την αστοχία χειρισμών των ρυθμιστικών αρχών. Οι καταθέσεις επιστρέφουν μεν, αλλά με πολύ αργούς ρυθμούς. Από τα ήδη χαμηλά επίπεδα του Ιουνίου 2014, των 203,756 δισ. ευρώ, οι καταθέσεις στις τράπεζες έπεσαν στα 156,755 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2018, μια μείωση δηλαδή κατά 23,05%.

Μέσα στα τελευταία τέσσερα χρόνια, το προσωπικό των τραπεζών, εντός και εκτός Ελλάδος, μειώθηκε κατά 44.725 άτομα, που αντιπροσωπεύουν περίπου το μισό, το 48,5%, του ανθρώπινου δυναμικού που απασχολούσαν οι τέσσερις μεγάλοι του χρηματοπιστωτικού συστήματος τον Ιούνιο του 2014. Από τα 92.208 άτομα έχουν μείνει 47.483 εργαζόμενοι».

Έβαλαν ξένους συνταξιούχους στις διοικήσεις των τραπεζών!
«Εξίσου δραστική ήταν και η μείωση του αριθμού των καταστημάτων: Από τα 5.133 τραπεζικά καταστήματα διασώθηκαν τα 2.390 και ο αριθμός αυτός συνεχίζει και θα συνεχίσει να μειώνεται. Ένα πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση θα μπορούσε να είναι η αντικατάσταση των αλλοδαπών συνταξιούχων που έχουν τοποθετηθεί στα Διοικητικά Συμβούλια των ελληνικών τραπεζών και οι οποίοι, κακά τα ψέματα, έχουν κάνει την τύχη τους…

Η αντικατάσταση των μελών αυτών με άλλα, υψηλού επιπέδου, που να γνωρίζουν την ελληνική πραγματικότητα και να μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά θέματα κινδύνου και να εφαρμόσουν αναπτυξιακές πολιτικές, κρίνεται κάτι παραπάνω από απαραίτητη. Σε ό,τι αφορά την Τράπεζα της Ελλάδος, ας περιοριστεί στον εποπτικό της ρόλο, φροντίζοντας την εταιρική της διακυβέρνηση, επαναφέροντας τη λειτουργία της Εκτελεστικής Επιτροπής της και επιτρέποντας στις διοικήσεις των τραπεζών να ασκήσουν το έργο τους».

Υπάρχουν λύσεις για τα «κόκκινα» δάνεια
Ο Μιχάλης Σάλλας κλείνει το βαρυσήμαντο άρθρο του προτείνοντας τι πρέπει να γίνει για να ξαναβρούν οι τράπεζες τον ρόλο τους και να δοθούν λύσεις εδώ και τώρα για τα «κόκκινα» δάνεια:

«Είναι ώρα να ανοίξει ο διάλογος, να επανεξεταστούν προτάσεις που είχαν διατυπωθεί στο παρελθόν για τα “κόκκινα” δάνεια, και ιδιαίτερα τα “κόκκινα” στεγαστικά, χωρίς τις ιδεοληψίες και τις προκαταλήψεις που φάνηκαν πολλές φορές να χαρακτηρίζουν τις αποφάσεις και τις κινήσεις των εποπτικών φορέων και επιδείνωσαν το πρόβλημα αντί να το λύσουν. Οι συρρικνωμένες και αδύναμες ελληνικές τράπεζες αγωνίζονται να επιβιώσουν. Η πρόσφατη περιπέτεια των μετοχών τους στο Χρηματιστήριο και τα σενάρια για προληπτικές ανακεφαλαιοποιήσεις, ή και για ακόμα πιο ριζικές λύσεις, δείχνουν ότι τα δύσκολα είναι μπροστά τους. Και μαρτυρούν την πλήρη αποτυχία των εποπτικών αρχών, οι οποίες πήραν την ευθύνη να χαράξουν έναν οδικό χάρτη για την έξοδο των τραπεζών από τον λαβύρινθο της κρίσης».

Φωτό: haniotika-nea.gr


Σχολιάστε εδώ