Το σύνδρομο του καρπαζοεισπράκτορα
Της
ΕΛΕΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ – ΛΑΜΠΡΑΚΗ
Με μια χλιαρή ομιλία του πρωθυπουργού, που προσπαθούσε να είναι αισιόδοξος, πέρασε και φέτος η ΔΕΘ, αφού είχε αφήσει ψήγματα μιας νέας αρχής και ελπίδας από τα μηνύματα και την προπαγάνδα των ΜΜΕ. Δυστυχώς όμως και πάλι διαψευστήκαμε και, αγνοώντας την ομιλία, παρασυρθήκαμε να παρακολουθούμε τις ακρότητες σε μια διαμαρτυρία πλήθους Ελλήνων που ζητούσαν τα αυτονόητα. Ζητούσαν η Μακεδονία να παραμείνει μία και Ελληνική, με τη βούλα, να μην υποχωρήσουμε έστω και για μία φορά για την ιστορία μας να μην επιτρέψουμε ένα μικρό κρατίδιο να μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στα Βαλκάνια.
Είναι δυνατόν να ζητάς το δίκιο σου και να τρως ξύλο γι’ αυτό ή να αφήνεις τους κουκουλοφόρους να φοβερίζουν μέγα πλήθος βρίζοντάς τους και λέγοντάς τους Βούλγαρους; Τι σόι επαναστάτες είναι αυτοί; Τι σόι υποστηρικτές του δικαίου είναι, όταν μπορούν να μεταβάλουν μια πορεία σε κανονική μάχη; Κι από την άλλη πλευρά, η Αστυνομία να κοιτά ως απλός θεατής τις φωτιές, πετώντας χειροβομβίδες κρότου-λάμψης και δεν θέλω να πιστέψω ότι χρησιμοποίησαν και χημικά.
Δεν καταλαβαίνουν οι κυβερνώντες ότι η υπερηφάνεια των Ελλήνων έχει φτάσει στο ναδίρ; Δεν καταλαβαίνουν ότι τα όμορφα τα λόγια τα μεγάλα και τα «ζήτω» από κλακαδόρους πέθαναν πια; Είτε είμαστε στα Μνημόνια είτε βγήκαμε από τα Μνημόνια, όλοι ξέρουν ότι τίποτε δεν θα αλλάξει, αλλά δεν δέχεται κανείς τον εξευτελισμό και τη στάση μιας φοβισμένης κυβέρνησης από τις ακρότητες των γειτόνων εξ Ανατολών.
Αυτοί γιόρταζαν την ημέρα που πέταγαν το 1923 τους Έλληνες στη θάλασσα, σφάζοντας, ρημάζοντας, καίγοντας ολόκληρες πόλεις, και εμείς την ίδια ώρα θρηνούμε τα θύματα αυτής της κτηνωδίας στη Νίκαια, στην προσφυγούπολη. Κάναμε μνημόσυνο στα λείψανα αθώων, ανυπεράσπιστων Ελλήνων, που δοκίμασαν την αγριότητα ενός λαού χωρίς ιστορία, ενός λαού που σφετερίστηκε δικαιώματα και γη αιώνων. Ντύθηκαν, μουντζουρώθηκαν, όπως εκείνο τον καιρό μαυρογκαγκαντασμένοι και γλένταγαν χοροπηδώντας σαν τα κοράκια.
Εμείς απλώς αγανακτούμε κρύβοντας ίσως την οργή μας πίσω από πράξεις πολιτισμού. Αυτοί το εκλαμβάνουν έτσι ή μας θεωρούν δειλούς, λιποτάκτες μιας ιστορίας που την κουρέλιασαν; Αν ξαφνικά αλλάζαμε τακτική κάνοντας τις σωστές συμμαχίες και δείχναμε ότι δεν πάει άλλο, τι θα γινόταν;
Ούτε τους ψαράδες μας δεν μπορούμε να υπερασπιστούμε. Τους χτυπούν, μπαίνουν στον θαλάσσιο χώρο μας και εμείς περί άλλα τυρβάζουμε. Θέλουμε μια πατρίδα που να μπορεί πότε πότε να λέει «Όχι». Δεν είμαστε ραγιάδες. Λέτε να μην ξεχάσαμε αυτό το σύνδρομο του καρπαζοεισπράκτορα και να έχουμε εθιστεί σε αυτό;
Αμ, ο καινούργιος υπουργός Παιδείας; Άλλο εμπνεόμενο μυαλό, ανανεωτικό. Του κάθισαν τα Λατινικά. «Τι τα θέλουμε;», σκέφτηκε, και αποφάσισε να τα κόψει. Ε, πώς αλλιώς θα μαθαίναμε το όνομά του, έπρεπε να κάνει κάποια καινοτομία. Κόψαμε τα Αρχαία Ελληνικά, που διδάσκονται κατά το ήμισυ, κόβουμε τα Λατινικά, κόψαμε τα Θρησκευτικά, γίναμε ένα κράτος από συνονθύλευμα φυλών, καιρός είναι να αλλάξουμε και τη σημαία μας και το όνομά μας. Τότε θα είμαστε μέσα στο πνεύμα της εποχής, ελεύθεροι, άνομοι, με χιλιάδες πατρίδες, που θα μας επιτρέπουν να ζούμε ο καθένας με ό,τι μπορεί και όπως μπορεί, ανεξέλεγκτος και μοιραίος.