Εικασίες και πραγματικότητα

Υπό
JOHN GALT


Εικασίες: Τη στιγμή που γράφεται το κείμενο δεν γνωρίζουμε τις θέσεις του κ. Μητσοτάκη στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Ακούσαμε όμως και είδαμε την άτολμη, άνυδρη και βαρετή παρουσία του κ. πρωθυπουργού στους ίδιους χώρους. Η στάση του, αν και αναμενόμενη, καθώς αντιμετωπίζει το πρόβλημα της αιτιολόγησης και εφαρμογής μιας ιδιότυπης φιλελεύθερης πολιτικής που ο ίδιος έχει θεσμοθετήσει, ήταν ενδιαφέρουσα. Αφού πρώτα την υποστήριξε και τη νομοθέτησε, ενώ λέει ότι δεν την πιστεύει και δεν μπορεί να την ακυρώσει, τώρα τη χαρακτηρίζει πολιτική Πινοσέτ. Δυστυχώς, στη δύση της πολιτικής του καριέρας, έζησε το αδιέξοδο να υποχρεωθεί να κάνει δήλωση ιδεολογικής μετανοίας στους εταίρους.

Εικάζουμε ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν δεσμεύεται ιδεολογικά, ούτε προφανώς και πολιτικά, να εφαρμόσει όσα στρεβλά προνομοθέτησε ο κ. Τσίπρας. Άρα, στην ομιλία του θα έχει πλέον εξηγήσει πως θα παρέμβει δυναμικά στην αναπτυξιακή αντιμετώπιση των μηχανισμών ανάδρασης που δημιούργησε η πολιτική ΣΥΡΙΖΑ. Οι ευκαιρίες υπάρχουν και η στρέβλωση και η αμφισημία της κυβερνητικής πολιτικής επιβάλλει αλλαγή στάσης, διαφορετικά θα επιστρέψουμε στον Ιούλιο του 2015. Εικάζουμε ότι οι πολίτες ενημερώθηκαν επαρκώς από την ομιλία για το πώς θα αντιμετωπιστούν αξιόπιστα το Φορολογικό, το Ασφαλιστικό, το Δημογραφικό, η αναποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης στην παροχή υπηρεσιών δικαιοσύνης, υγείας και παιδείας, πως θα εξορθολογιστούν οι κρατικές δαπάνες στην εθνική ασφάλεια, με δεδομένη την αλλαγή της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας, τόσο στην εξωτερική πολιτική προστασία όσο και στην εσωτερική, με δεδομένη την έξαρση της μετακίνησης μεγάλων πληθυσμιακών συνόλων προς τη χώρα μας και την ΕΕ ως σύνολο.

Πραγματικότητα: Με τη λήξη της μνημονιακής προστασίας και με δεδομένο ότι η χώρα εισήλθε στον μηχανισμό ελέγχου της ενισχυμένης εποπτείας, θεωρήσαμε σκόπιμο να παρουσιάσουμε, προς ενημέρωση των αναγνωστών, τις τυπικές διαδικασίες που υποχρεωτικά θα ακολουθήσουμε τα επόμενα χρόνια. Η διαδικασία είναι αυστηρά καθορισμένη από την οδηγία 472/2013 της ΕΕ της 21ης Μαΐου 2013.
Όπως πολύ σωστά αναφέρθηκε από τον κ. πρωθυπουργό, με τη λήξη της τρίτης μνημονιακής σχέσης (21 Αυγούστου 2018) γυρίσαμε σελίδα. Ό,τι ισχύει, ισχύει, δεν γυρίζουμε πίσω. Διαφορετικά, αν δεν εφαρμοστούν τα συμφωνηθέντα από τη μία πλευρά, δεν εφαρμόζονται και από την άλλη! (βλέπε δήλωση Ρέγκλινγκ για ανατροπή της ρύθμισης του χρέους αν ανατραπούν τα συμφωνηθέντα, π.χ., συντάξεις).

Η διαδικασία της ενισχυμένης εποπτείας είναι απλή και επικεντρώνεται: α. Στον αυστηρό χρηματοπιστωτικό έλεγχο του δημοσίου προϋπολογισμού και άρα και των πιθανών χρηματοδοτήσεων του Δημοσίου για κάλυψη των τρεχουσών λειτουργικών δαπανών. β. Στην αποδέσμευση της έγκρισης του προϋπολογισμού της χώρας αποκλειστικά και μόνο από το εθνικό Κοινοβούλιο. Ας κάνουμε λοιπόν τα σύνθετα απλά.
Ο προϋπολογισμός της χώρας για το 2019 δεν πρέπει μόνο να καλύπτει το 3,5% πλεόνασμα και από εκεί και πέρα κάνουμε ό,τι μας αρέσει, αλλά απαιτείται να στηριχθεί από την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Ο κ. Τσακαλώτος μπορεί να υποστηρίζει ό,τι θέλει, ώστε να εγκρίνεται η άποψή του με την κυβερνητική πλειοψηφία στην Ελληνική Βουλή. Το θέμα θα προκύψει όταν κληθεί ο κ. Μοσκοβισί να απαντήσει στην Επιτροπή και στην Ευρωβουλή, ώστε τα δύο συγκεκριμένα όργανα να εγκρίνουν τον προϋπολογισμό μας. Θα μπορέσει να περάσει με την ειδική πλειοψηφία που απαιτείται από την οδηγία (552 βουλευτές); Δεν γνωρίζουμε.

Δεν είναι όμως τυχαίο ότι η «τρόικα» δεν βλέπει μόνο υπουργούς. Ακούει τα κόμματα, θα ακούσει ανεξάρτητους ερευνητές και ιδρύματα και θα οδηγηθεί σε μια συνισταμένη θέση με την ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Όχι μόνο για τα έσοδα – έξοδα, αλλά και για την κάλυψη των δανειακών αναγκών στην περίπτωση που δεν τα καλύπτει το ταμείο.
Αναφέρθηκε εσφαλμένα ότι «δεν έχουμε ανάγκη τις αγορές γιατί υπάρχει το ‘‘μαξιλάρι’’». Τίποτα πιο αφελές. Το «μαξιλάρι», μαζί με την υποχρεωτική μεταφορά των πλεονασμάτων των δήμων και κοινοτήτων στην ΤτΕ, έγινε για να εξασφαλιστούν οι συστημικές τράπεζες στον βραχυχρόνιο δανεισμό του Ελληνικού Δημοσίου (έντοκα γραμμάτια και repos), η ΤτΕ και εμμέσως η ΕΚΤ για τη χρηματοδότηση του ELA, το ΔΝΤ και τέλος ο ESM, σε περίπτωση αναγκαστικής αύξησης των τραπεζικών κεφαλαίων. Ας ξεχάσει λοιπόν το ΥΠΟΙΚ την κάλυψη χρηματοπιστωτικών του αναγκών από το «μαξιλάρι». Τα διαθέσιμα είναι δεσμευμένα ήδη για άλλες εξασφαλίσεις.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΤτΕ, το 2016 η χώρα είχε ταμειακό έλλειμμα (άρα δανείστηκε) 3,2 δισ. και το 2017 4,7 δισ. Την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουλίου, που υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, για μεν το 2017 το ταμειακό έλλειμμα του Δημοσίου ήταν 4,2 δισ., για δε το 2018 2,9 δισ. Δεν γνωρίζουμε πού θα καταλήξει η χρονιά, αλλά δεν υπάρχει λογική ότι θα είναι καλύτερη από το 2017. Το ερώτημα λοιπόν που γεννάται είναι, ποιος θα μας δανείσει περίπου 4 δισ. μόνο για το 2018. Οι ελληνικές τράπεζες ή η διεθνής αγορά; Είναι ένα ερώτημα που θα το απαντήσει η κυβέρνηση στην ΕΚΤ και στον ESM, πριν προχωρήσει σε οποιαδήποτε απόφαση.

Στην ήδη ταμειακά ελλειμματική διαχείριση του 2018 θα στηριχθεί η εκτίμηση του προϋπολογισμού της χώρας για το 2019, στην Επιτροπή και στο Ευρωκοινοβούλιο από την «τρόικα» και όχι από τον κ. Τσακαλώτο, πριν από τη λήξη του 2018. Η όποια εκτίμηση ελλειμμάτων και δανεισμού θα πρέπει να λάβει επιπλέον υπόψη της δαπάνες που συνδέονται με την εξόφληση τιμολογίων του Δημοσίου με καθυστέρηση μεγαλύτερη των 180 ημερών (περίπου 2,3 δισ.) και δημιουργία αποθεματικού για την εξόφληση του συνόλου των υποχρεώσεών του, σύμφωνα με τις αποφάσεις του ΣτΕ (βλέπε ένστολοι κ.ά.), περίπου 1 δισ. Και πάλι στο ερώτημα θα απαντήσουν οι κ. Μοσκοβισί και Κοστέλο, σε ένα Ευρωκοινοβούλιο που θα ετοιμάζεται για τις ευρωεκλογές του Μαΐου. Με υποχρέωση να δεχθούν τη θέση τους 552 ευρωβουλευτές.

Τι θα γίνει αν η Επιτροπή, έπειτα από εισήγηση της ΕΚΤ και του ΔΝΤ, επειδή δεν εξυπηρετήθηκαν οι απαιτήσεις τους στην εκτέλεση των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών από τη χώρα μας, δεν εγκρίνει τον προϋπολογισμό του 2019; Τι θα γίνει αν ζητηθούν διορθώσεις και αυτές δεν ενσωματωθούν; Τι προβλέπεται από τις οδηγίες αν μια χώρα στη διαδικασία της ενισχυμένης εποπτείας δεν συμμορφωθεί προς τας υποδείξεις;

Προφανώς, θα έχουμε σύγκρουση εξουσιών μεταξύ εθνικών και κοινοτικών οργάνων. Για πρώτη φορά στα κοινοτικά χρονικά, η πλειοψηφία του Ελληνικού Κοινοβουλίου θα εγκρίνει έναν προϋπολογισμό που δεν θα εγκρίνεται από την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Κάποιοι ελπίζουν ότι αυτά θα λυθούν στην πορεία. Σφάλλουν. Το τραπεζικό σύστημα και οι δανειακές ανάγκες μιας κυβέρνησης δεν λύνονται με προθέσεις και συζητήσεις. Λύνονται στα ΑΤΜ. Αν δεν μπορούμε λοιπόν να εισπράξουμε μισθούς και συντάξεις γιατί δεν υπάρχει πιστωτικό όριο για το Ελληνικό Δημόσιο, τι θα γίνει; Κινδυνολογία, θα έλεγε κάποιος πολίτης. Λαϊκισμός, όπως είπε ο κ. πρωθυπουργός.

Οψόμεθα ες Φιλίππους…


Σχολιάστε εδώ