Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΟΛΩΝ
Συγγραφέας
ΜΕΝΙΟΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΣ
Το χάρισμα του Νικήτα Σαββάκη στα μαθηματικά προοιωνίζεται ένα λαμπρό μέλλον. Ωστόσο η μοίρα διαλύει την ανεμελιά και τον φέρνει αντιμέτωπο με μια σκληρή πραγματικότητα. Οι γονείς του μένουν άνεργοι κι αμέσως μετά έχουν ένα σοβαρό ατύχημα. Έτσι αναγκάζεται να διακόψει τις σπουδές του και να εγκαταλείψει τα όνειρά του. Συντετριμμένος ψυχολογικά, ξεκινάει να δουλεύει ως σερβιτόρος και, στη συνέχεια, ως μεταφορέας. Σκέφτεται πληγωμένος τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα. Παρ’ όλα αυτά, η λατρεία του στην επιστήμη του θα τον οδηγήσει να αποδεχτεί μια μεγάλη πρόκληση, που ξεπερνάει ακόμα και τα πιο τρελά όνειρα. Περνώντας από συμπληγάδες κι έχοντας τη βοήθεια της αγαπημένης του Έλενας, θα ακολουθήσει μια πορεία που θα τον οδηγήσει ψηλά.
Ένα μαγικό ταξίδι ψυχής από τον Ψηλορείτη και τα Χανιά ως το Κέιμπριτζ και το Όσλο, ένας χορός των δυσνόητων αριθμών, μια ωδή στη δύναμη και τη θέληση, κόντρα στη μοίρα και στους καιρούς.
Απόσπασμα βιβλίου
Οι μνήμες χόρευαν στο μυαλό του, κι έτσι πιεσμένος όπως ήταν, έμπηξε τα κλάματα. Στη συνέχεια έκανε τον σταυρό του κι έφυγε, μετρώντας εκατόν σαράντα βήματα μέχρι να βγει στον δρόμο. Η καταιγίδα τον βρήκε έξω από το λιοτρίβι, αφού μια δυνατή εσωτερική δύναμη τον τράβηξε εκεί, στο δεύτερο σπίτι του. Έτσι το ένιωθε, αφού τέσσερα χρόνια είχε δώσει και την ψυχή του και το πονούσε πολύ. Αυτό έτρεφε τη φαμίλια του, αυτό σπούδαζε τον γιο του, δίνοντας άλλες προοπτικές στο μέλλον του.
Δεν ήθελε να τον δει να παιδεύεται με τα χωράφια, με τις ελιές ή τις άλλες κτηνοτροφικές δουλειές. Η επιθυμία του ήταν να τον καμαρώσει επιστήμονα, κι αφού ο μικρός τραβούσε πολύ στα μαθήματα, έκανε τα πάντα για να τον σπουδάσει. Η κόρη, η Θεώνη, δυο χρόνια μεγαλύτερη, δεν τα έπαιρνε τα γράμματα, δεν τα ήθελε από μικρή, μόνο χάζευε όλη την ώρα περιοδικά και έβαφε μαλλιά και νύχια, αυτά ήταν η πρώτη της φροντίδα. Έτσι πορεύτηκε, και με το «έχει ο Θεός και για μας».
Τον ενοχλούσαν πολλά τον Μανόλη αλλά έκανε υπομονή, ακόμα και τότε που η κόρη του αποφάσισε να δουλεύει τρεις τέσσερις μήνες το καλοκαίρι ως γκαρσόνα στο Ρέθυμνο. Έπρεπε να μένει εκεί, κι αυτό τον πείραζε, αφού δεν ήθελε να ακούει διάφορα σχόλια που ήδη γίνονταν στη μικρή κοινωνία του χωριού. Παρ’ όλα αυτά, του πήγε γρήγορα γαμπρό. Ήταν ένα καλό παλικάρι από τ’ Ανώγεια, ο Πάνος Αγριμάκης, που τους χειμώνες δούλευε στο χωριό του και τα καλοκαίρια στο Ρέθυμνο, σερβιτόρος.
Η κόρη τα βόλευε με τα χαρτζιλίκια της, αλλά ο γιος ήθελε στήριξη –μαθητής ήταν ακόμα–, κι ο Μανόλης φοβόταν ότι δε θα μπορούσε να του την προσφέρει κάνοντας κάποια μεροκάματα σε αγροτικές δουλειές. Τότε, σε μια πολύ δύσκολη καμπή της ζωής του, ο Ζάχος τον είχε πάρει στη δουλειά –αν και ήταν κτηνοτρόφος κατά βάση– και του έμαθε όλα τα μυστικά του ελαιοτριβείου. Ήταν τότε που τελείωνε το λύκειο ο Νικήτας κι έπρεπε να τον στείλει για φροντιστήριο στο Ρέθυμνο, που σήμαινε ότι έπρεπε να μείνει εκεί, ένα καράβι έξοδα με το νοίκι, τη διατροφή και το φροντιστήριο.
Δεν ήθελε όμως να του ψαλιδίσει τα φτερά και τα όνειρα, αφού το παιδί ήταν μεγάλο ταλέντο στα μαθηματικά, όπως του έλεγαν οι καθηγητές, κι είχε βάλει στόχο να περάσει στο Μαθηματικό, τη μεγάλη επιθυμία του. Στο χωριό τους, τα Μυριοκέφαλα, που δεν είχε ούτε γυμνάσιο ούτε λύκειο κι έπρεπε τα παιδιά να πηγαίνουν στην Αργυρούπολη, δε γινόταν να κάνει φροντιστήριο, κι ούτε ήταν δυνατό να ανεβοκατεβαίνει στο Ρέθυμνο, σχεδόν εβδομήντα χιλιόμετρα την μέρα.
Εκείνη την περίοδο ήταν που του στάθηκε σαν αδελφός ο Ζάχος. Τον πήρε στη δούλεψή του, όπως και τη γυναίκα του, την Αγγελική, κι έτσι, με τα διπλά μεροκάματα, κατάφερε να στείλει τον Νικήτα στο Ρέθυμνο για την τελευταία του χρονιά, ώστε να κάνει και φροντιστήριο για τις εξετάσεις. Δε μετάνιωσε ούτε λεπτό. Το παιδί θριάμβευσε, περνώντας με την πρώτη στο Μαθηματικό της Αθήνας. Τους έκανε περήφανους τον Μανόλη και την Αγγελική, έστω κι αν εκείνοι έπρεπε να δουλεύουν νυχθημερόν για να καλύπτουν τις σπουδές του.
Δεν τον είχε πιέσει να δηλώσει το Μαθηματικό Κρήτης, στο Ηράκλειο. Γιατί κι εκεί να πήγαινε, πάλι ξένος θα ήταν, και θα έπρεπε να βρει σπίτι, μία ή άλλη, δηλαδή. Οπότε, ας πήγαινε όπου είχε περάσει. Βέβαια η Αθήνα ήταν ένας σκασμός λεφτά, κοντά ένα χιλιάρικο τον μήνα. Διακόσια εξήντα ευρώ το νοίκι, άλλα τόσα οι λογαριασμοί –ρεύμα, νερό, κοινόχρηστα, κινητό–, κάποια πράγματα απαραίτητα για το σπίτι κι επίσης τριακόσια ευρώ για να βγάζει τον μήνα, δέκα ευρώ τη μέρα μαζί με τα εισιτήριά του. Ούτε τσιγάρα ούτε ποτά ούτε ατασθαλίες, μαζεμένο παιδί, μαθημένο στα λίγα.
Η βροχή έπεφτε με δύναμη στο κεφάλι του Μανόλη κι εκείνος χτυπούσε το χέρι στον τοίχο. «Γιατί; Γιατί;» ούρλιαξε, με το βλέμμα στραμμένο στον κατάμαυρο ουρανό. Η κραυγή του δεν μπορούσε να τρυπήσει το ασυγκίνητο πέπλο που τον βούλιαζε στην απόγνωση. Ας έλεγε η γυναίκα του. Εκείνος, καπετάνιος στη φαμίλια, ήξερε ότι ο Νικήτας έπρεπε να επιστρέψει, αν και καταλάβαινε ότι αυτό ήταν μαχαιριά για το παιδί.
Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο ΜΕΝΙΟΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΣ δεν ασχολήθηκε με αποτρόπαια εγκλήματα, μετά τις σπουδές του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Θράκης, παρά μόνο πολύ αργότερα, στα μυθιστορήματά του. Τον είχε κερδίσει ήδη η δημοσιογραφία, την οποία ταλαιπωρεί επί τριάντα οχτώ συναπτά έτη.
Ξεκίνησε μαθητής λυκείου ακόμα από το Φως, μύρισε το μελάνι στις εφημερίδες Βραδυνή, Έθνος, Ελεύθερος Τύπος, Αθλητική, Sportime, Derby, στα περιοδικά Εικόνες, Nitro, Active, Επίκαιρα, βούτηξε στα ερτζιανά (ΕΡΑ, Sport FM, Sentra FM, SPORT 24) κι από το 1992 είναι στο Mega Channel.
Έκανε τρεις φορές τον γύρο της Ευρώπης, φτάνοντας ως τη Νότια Αφρική, με εκατοντάδες ρεπορτάζ και χιλιάδες βίντεο, όλα με ένα δικό του χρώμα.
Είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΠΣΑΤ, από τον οποίο έχει βραβευτεί τέσσερις φορές για τηλεοπτικά θέματα.
Παραμένει έφηβος και εκρηκτικός, συνεχίζει να ονειρεύεται, να χαμογελάει, να σαρκάζει και να αυτοσαρκάζεται, και πιστεύει στην… άσπρη μέρα.
Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν τα βιβλία του ΤΟ ΣΗΜΑΔΙ, ΔΕΚΑΤΡΙΑ ΚΕΡΙΑ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ και Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΟΛΩΝ.
Κατηγορία: Ελληνική Λογοτεχνία, Κοινωνικό
ISBN:978-618-01-2289-3
ISBN Ebook: 978-618-01-2290-9