15%, 15% και 20% Ή κοινοκτημοσύνη
Υπό
JOHN GALT
Υποθέτουμε ότι στην ομιλία του στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης ο κ. Μητσοτάκης θα ανακοινώσει ότι σε έναν μήνα η ΝΔ θα συγκαλέσει συνέδριο με τους αρίστους των οικονομολόγων της χώρας και του εξωτερικού, ζητώντας τους να απαντήσουν στο ακόλουθο ερώτημα: Τι πρέπει να κάνει η ΝΔ ώστε το Ελληνικό Δημόσιο να ανακτήσει άμεσα στις αγορές το αξιόχρεό του, εφαρμόζοντας την πολιτική του 15%, 15%, 20%, και βελτιώνοντας ταυτόχρονα τις υπηρεσίες που παρέχει στα δημόσια αγαθά;
Συγκεκριμένα, ενιαίος φορολογικός συντελεστής για όλα τα εισοδήματα από κάθε πηγή 15%, ενιαίος ΦΠΑ για όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες σε όλη τη χώρα 15%, και 20% συνολικές ασφαλιστικές εισφορές από κάθε πηγή εισοδημάτων εξ εργασίας, καθώς και κατάργηση του ΕΝΦΙΑ.
Υπενθυμίζουμε ότι για να ανακτήσει το αξιόχρεό της η χώρα μέσα στη ζώνη του ευρώ απαιτείται το Ελληνικό Δημόσιο να εισπράττει ετησίως 65-70 δισ., όταν σήμερα εισπράττει 48-50 δισ., υπερφορολογώντας και δημιουργώντας υπερπλεονάσματα. Η υπερφορολογία εμφανίζεται όταν τα άτομα επιλέγουν, με κίνδυνο την απώλεια της αξιοπρέπειάς τους, να φοροαποφεύγουν με αποτέλεσμα όσο κι αν αυξάνονται οι φορολογικοί συντελεστές τα έσοδα να παραμένουν στάσιμα. Υπερπλεόνασμα είναι αυτό που λέει ότι έχει το Ελληνικό Δημόσιο και που κανείς αξιόπιστος αναλυτής του αξιόχρεου δεν το λαμβάνει υπόψη του.
Δεν υπάρχει σοβαρός επιστήμων, σε καμία επιστήμη, που σε μία τέτοια πρόκληση θα απαντούσε με μία ευθεία άρνηση. Σοβαροί επιστήμονες είναι όσοι τρέφονται με τις προκλήσεις. Τι δεν γίνεται σε κάθε επιστήμη, είναι γνωστό. Οι απαντήσεις, λοιπόν, που θα έπαιρνε ο κ. Μητσοτάκης θα ήταν πολλές, στο σύνολό τους προς την ίδια κατεύθυνση, και αν διαφοροποιούντο σε κάποιο βαθμό, αυτό θα είχε να κάνει με την ταχύτητα εφαρμογής τους.
Άλλωστε, όσο λάθος κι αν κάνουν τα οικονομικά του παντοπώλη σε σχέση με τα μαθηματικά υποδείγματα προσομοίωσης της οικονομίας σε επίπεδο γενικής ισορροπίας (για τους γνωρίζοντες Dynamic Stochastic General Equilibrium Models), τα οποία υπογραμμίζεται ότι τρέχουν ασταμάτητα για την οικονομία μας, η λογική καταλήγει σ’ ένα απλό ερώτημα: Πόσο δύσκολο είναι να επανέλθουν τα φορολογικά έσοδα στα επίπεδα προ κρίσης, με μια οικονομία που δεν φορολογεί ακόμη και σήμερα μεγάλους κλάδους της, όπως για παράδειγμα τα επιχειρηματικά εισοδήματα της ποντοπόρου ναυτιλίας ή όπου η φοροδιαφυγή σε πλήθος συναλλαγών και εισοδημάτων αγγίζει το 20%;
Θέτοντας την ερώτηση στους επιστήμονες ο κ. Μητσοτάκης κάνει μία ηρωική παραχώρηση, και μαζί μ’ αυτόν και όλη η πολιτική ηγεσία της χώρας, που θα κληθεί μαζί του να κυβερνήσει. Συγκεκριμένα, όλοι οι υπουργοί, βουλευτές και κομματικά στελέχη, ανώτατα στελέχη της δημόσιας διοίκησης και γενικά όλοι όσοι εν ονόματι του Ελληνικού Δημοσίου ασκούν εξουσία. Ο πατερούλης του χθες δεν υπάρχει πια. Απέτυχε μεταπολιτευτικά να παίξει σωστά τον ρόλο του. Νόμιζε ότι μπορούσε να είναι φιλεύσπλαχνος και κατέληξε δυνάστης. Μπήκε μπροστά για να προστατεύσει τους αδυνάτους και τελικά τους εξαφάνισε. Έφερε τον απλό και τίμιο εργαζόμενο να χρωστάει στο Δημόσιο μέχρι 500 ευρώ και να μην μπορεί ούτε να τα ξεπληρώσει ούτε να ξεπλύνει την ντροπή του. Ρυθμίζει, ρυθμίζει, ρυθμίζει αδιάλειπτα, γιατί, βεβαίως, το κράτος-αφέντης δεν μπόρεσε να διαχειριστεί τα οικονομικά του.
Η επιλογή του κ. Μητσοτάκη στις προτάσεις των αξίων θα είναι ειλικρινής. Θα αποτυπώνει ανάγλυφα την αντίθεσή του σε μια πραγματικότητα. Η λύση δεν είναι η κοινοκτημοσύνη της ελληνικής Αριστεράς. Όπως σε κάθε αξιοκρατικό σύστημα, έτσι και στη διοίκηση της χώρας τα λάθη και η ανικανότητα δεν συγχωρούνται. Η πολιτική του κράτους-πατερούλη, που στη Μεταπολίτευση, από λίγο ως πολύ, κατέληξε στο (πρώτη φορά Αριστερά) κράτος-αφέντη, δεν μπορεί να αλλάξει τη χαμένη αναξιοπιστία του Ελληνικού Δημοσίου.
Η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά ότι η ανάπτυξη μέσω αναδιανομής του πλούτου και ο απόλυτος έλεγχος των παραγωγικών εισοδημάτων δεν αποδίδει. Ακόμη κι ο κ. Τσακαλώτος έχει καταλάβει ότι το μόνο που μπορεί να πετύχει η συγκεκριμένη θεώρηση είναι μία καθηγητική θέση στο ΕΚΠΑ, ελέω Βαρουφάκη. Τα κίνητρα που αναπτύσσονται από την αναδιανομή δεν είναι ικανά να αναθερμάνουν την οικονομία. Η μόνη καπιταλιστική οικονομία που πέτυχε μέσω του ελέγχου των παραγωγικών εισοδημάτων ταχύρρυθμη ανάπτυξη, η Κίνα, δεν στηρίχθηκε στην αναδιανομή αλλά στο κυβερνητικό αξιόχρεο και στην κεντρική συσσώρευση.
Η κυβέρνηση λοιπόν γνωρίζει ότι οι επιλογές του κ. Μητσοτάκη είναι τεράστιες. Μακριά από τις επιλογές μίας ολόκληρης τετραετίας, η χώρα επέστρεψε εκεί που είχε ξεκινήσει, το 2009, όπως ορθά διατύπωσε, μετά τη μακρόχρονη σιωπή του, ο ΣΕΒ. Όπως και τότε, μεσούσης της παγκόσμιας κρίσης, εμείς δεν είχαμε αξιόχρεο γιατί δεν μπορούσαμε να αναχρηματοδοτήσουμε το ληξιπρόθεσμο δημόσιο χρέος, έτσι και σήμερα, αν δεν υπήρχε το μαξιλάρι μέχρι το 2021, δεν θα μπορούσαμε να πληρώσουμε ούτε τα χαμηλότοκα δάνεια του ESM. Ας μη μιλάμε λοιπόν για συμμετοχή του κράτους-πατερούλη στην ανάπτυξη. Ο εναγκαλισμός του, όπως απεδείχθη την περίοδο 2009 – 2018, ήταν ολέθριος.
Η κυβέρνηση είχε δύο επιλογές με το τέλος της προστασίας των δανειακών συμβάσεων.
Ή να ακολουθήσει τη σωφροσύνη που επέδειξε η βάση των στελεχών του ΚΙΝΑΛ και με την ουρά στα σκέλια να δεχτεί τους όρους του, αθόρυβα μετασχηματιζόμενη σε ένα τμήμα της εκπροσωπούμενης από το ΚΙΝΑΛ σοσιαλιστικής δημοκρατίας, ή να επιδιώξει, μιμούμενη την αποτυχία Βαρουφάκη, τη «ροζ ρήξη». Έχει ασθενή μνήμη. Ξεχνάει την πρόταση Σόιμπλε για έξοδο από το ευρώ με αντάλλαγμα 50 δισ. χαμηλότοκο δανεισμό. Το δάνειο το πήραμε, από το ευρώ δεν βγήκαμε, αλλά υποσχεθήκαμε να αλλάξουμε πολιτική με στόχο την ανάκτηση του αξιόχρεου.
Στη Σύρο ο κ. πρωθυπουργός, αν ήταν ειλικρινής και δεν επεδίωκε να κερδίσει λίγες ακόμη ημέρες ζωής, ήταν διάφανος. Περιέγραψε συνθήκες ρήξης.
Αν την επόμενη εβδομάδα, για να μπορέσει να περάσει τα Τέμπη και να φτάσει την πόρτα της Έκθεσης, κτίσει στη ρήξη, το μόνο που θα πετύχει θα είναι η παντελής απομάκρυνσή του από το ΚΙΝΑΛ, διευκολύνοντας τη μετεκλογική του συνεργασία με τη ΝΔ. Θα είναι πολύ απλό η «λαϊκή Δεξιά» του κοινωνικού φιλελευθερισμού να στηρίξει αυτήν τη σχέση.
Είναι ξεκάθαρο πλέον στο μυαλό των τακτικιστών του Μαξίμου ότι η αριστερή μεθοδολογία των στην παρούσα φάση επιλογών δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ αόριστον.
Ο χωροχρόνος των αγορών δεν είναι, ούτε ήταν ποτέ πολιτικός, όπως γνώρισαν με μεγάλη πικρία όλες οι κυβερνήσεις μετά την κρίση. Έχει καταγεγραμμένη την αξιολόγηση της πολιτικής, γνωρίζει τα όρια των κινήσεων της κυβέρνησης, έχει εισπράξει όλα όσα φιλοδοξούσε να εισπράξει από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και αν πολιτικά την ενδιαφέρει κάτι, αυτό έχει να κάνει με την Τουρκία, την Αργεντινή, την Ιταλία και την Αγγλία.
Η Ελλάδα και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για τις αγορές είναι απλώς «οδοντόκρεμα».