Μ. Γκίβαλος: Μας ετοιμάζουν μεταμοντέρνους «γύψους»
Του
ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΓΚΙΒΑΛΟΥ
Αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης
του Πανεπιστημίου Αθηνών
H νέα περίοδος που διανοίγεται μετά το πέρας των μνημονιακών προγραμμάτων επιτρέπει ασφαλώς στην κυβέρνηση να αποκτήσει σημαντικά πολιτικά πλεονεκτήματα στην άσκηση της πολιτικής της. Όμως οι δυσκολίες παραμένουν. Οι δεσμεύσεις και οι δουλειές των συμφωνιών καθορίζουν σε ικανό βαθμό την κυβερνητική πορεία, ενώ το κρίσιμο θέμα της οικονομικής προόδου και της ανάπτυξης αποτελεί το μείζον πρόβλημα.
Επιπρόσθετα η κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει ένα συσσωρευμένο κλίμα απογοήτευσης και αποστασιοποίησης, το οποίο καλείται να ανατρέψει…
Κι όμως, μέσα σ’ αυτό το γεμάτο δυσκολίες περιβάλλον η κυβέρνηση έχει ένα βασικό πλεονέκτημα: Έχει συνειδητοποιήσει και την έκταση και το βάθος των προβλημάτων και επιδιώκει να τα αντιμετωπίσει μέσα από συγκεκριμένες παρεμβάσεις, ανεξάρτητα από την τελική τους έκβαση. Μ’ αυτήν την έννοια η κυβέρνηση ασκεί μια ρεαλιστική πολιτική επί του πραγματικού, μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες που διαμορφώνονται.
Η αντιπολίτευση σε πολιτικό κενό
Αντίθετα, η ΝΔ, ως κομματική εκπρόσωπος του όλου διαπλεκόμενου-συστημικού τόξου, βρίσκεται κυριολεκτικώς στο πολιτικό κενό.
Ασφαλώς από το 2015 μέχρι σήμερα η ΝΔ αλλά και το ΠΑΣΟΚ κινήθηκαν στην τροχιά της παραπολιτικής. Αναμένοντας την εκπλήρωση της «αριστερής παρένθεσης», ουδεμία συγκεκριμένη πρόταση διεξόδου διατύπωσαν, αλλά αντίθετα καταστροφολογούσαν και είτε ενθάρρυναν είτε παρακαλούσαν γονατιστοί τους δανειστές, το ΔΝΤ και τον Σόιμπλε να φανούν αμείλικτοι προς την ελληνική κυβέρνηση και να ρίξουν τον Αλ. Τσίπρα.
Ακόμα και πρόσφατα την ίδια στάση τήρησε ο Κυρ. Μητσοτάκης, ζητώντας από την Άνγκ. Μέρκελ να εμείνει στην περικοπή των συντάξεων ώστε να μην ακυρώσει το προεκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ.
Είναι γεγονός πάντως ότι όλα αυτά τα χρόνια το μνημονιακό περιβάλλον παρείχε ένα είδος άλλοθι, άφηνε σε δεύτερη μοίρα τις άθλιες αυτές πρακτικές και την έκπτωση του πολιτικού λόγου τόσο της ΝΔ όσο και του ΠΑΣΟΚ. Η σκληρή δοκιμασία του ελληνικού λαού, η καταστροφή της παραγωγικής βάσης, η απώλεια των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων αποτελούσαν κρίσιμες προτεραιότητες που έπρεπε να αντιμετωπισθούν.
Το μολυσμένο νεοφιλελεύθερο περιβάλλον των μνημονιακών προγραμμάτων έγινε οικείος χώρος για τα κόμματα αυτά, αποτέλεσε το αυθεντικό ιδεολογικοπολιτικό τους περιβάλλον, τον ζωτικό χώρο για τη δράση και την αναπαραγωγή τους.
Όμως η έξοδος από τα προγράμματα υποχρεώνει τα κόμματα αυτά και τις ηγεσίες τους να βγουν από τη μνημονιακή αγρανάπαυση και να αντιμετωπίσουν τη σκληρή πραγματικότητα και τις απαιτήσεις της.
Το οξυγόνο της πολιτικής αυτονομίας, της δίκαιης κατανομής των βαρών, της αλληλεγγύης, της κοινωνικής δικαιοσύνης αποτελεί για όλους αυτούς αποπνικτικό, θανατηφόρο ιδεολογικοπολιτικό περιβάλλον.
Γι’ αυτό και πρώτος, απόλυτος στόχος τους είναι η ακύρωση, η πλήρης υποβάθμιση και απαξίωση της ιστορικής σημασίας της εξόδου από τα Μνημόνια.
Η στρατηγική αυτή δεν αποβλέπει μόνο στην ακύρωση του πολιτικού πλεονεκτήματος που αποκτούν εκ των πραγμάτων η κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλ. Τσίπρας.
Βαθύτερος στόχος του είναι η διαμόρφωση ενός νέου, τεχνητού μνημονιακού περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο θα συνεχίσουν αδαπάνως, όπως νομίζουν, να υπονομεύουν την κυβέρνηση, να καταστροφολογούν και να τρομοκρατούν τον ελληνικό λαό.
Όμως η ίδια η ιστορική πραγματικότητα ακυρώνει και ευτελίζει αυτού του είδους τις στρατηγικές. Κι αυτό το γεγονός καθιστά ακόμα πιο αποκαλυπτικό το πολιτικό και ιδεολογικό κενό που κυριαρχεί στον χώρο της συστημικής-διαπλεκόμενης αντιπολίτευσης.
ΝΔ: Ακροδεξιές, ολοκληρωτικές αντιλήψεις
Αυτό ακριβώς το κενό επιτρέπει στις πλέον άκρατες, στις πλέον φασίζουσες αντιλήψεις, που συχνά ηγεμονεύουν στον χώρο της ΝΔ, να περάσουν σε πρώτο πλάνο, να καταστούν κυρίαρχες και να επικαθορίζουν τις επιλογές της ΝΔ. Τις ημέρες αυτές η φασίζουσα Ακροδεξιά βγήκε στα κάγκελα και βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επίθεσης…
Ο Άδ. Γεωργιάδης -ενθυμούμενος παλαιά κλέη- δεν διστάζει να ισχυρίζεται ότι οι χουντικοί είναι προτιμότεροι από τον Αλ. Τσίπρα…
Κι αν η αυτογελοιοποίηση συνιστά πλέον μόνιμο καθεστώς για τον Άδ. Γεωργιάδη, ο έτερος χουντίζων Καππαδόκης, ο Μ. Βορίδης, ανέλαβε το θεωρητικό έργο ερμηνείας της κρίσης, ρίχνοντας την ευθύνη στην ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς, που επιβλήθηκε κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο. Και για την αποφασιστική αντιμετώπιση της προτείνει να γίνουν «ριζικές αλλαγές στο κράτος και στους θεσμούς, ώστε να μην επανέλθει η Αριστερά στην εξουσία»…
Είναι λάθος να θεωρήσουμε τις αντιλήψεις και τις θέσεις αυτές ως παραληρηματικές εκφορές ατόμων που ταύτισαν τον βίο και τη δημόσια παρουσία τους με τους χουντικούς προπάτορές τους και τις αντιδημοκρατικές τους αντιλήψεις.
Κατά πρώτον, δεν υπάρχει καμιά επίσημη αποδοκιμασία ή σαφής διαφοροποίηση των δηλώσεων αυτών από την ηγεσία της ΝΔ.
Κατά δεύτερον, παρόμοιου χαρακτήρα και περιεχομένου αντιλήψεις και θέσεις έχουν διατυπωθεί από τον ίδιο τον Αντ. Σαμαρά και την ακροδεξιά-χουντίζουσα ομάδα του, όταν αυτός ήταν αρχηγός της ΝΔ και πρωθυπουργός, έχοντας μάλιστα διαμορφώσει ανοικτούς διαύλους (μηχανισμοί τύπου Μπαλτάκου) με τη Χρυσή Αυγή. Έκτοτε αυτή η οργανική Ακροδεξιά απέκτησε κυρίαρχη θέση στο κόμμα της ΝΔ και χειραγωγεί σήμερα πλήρως τον Κυρ. Μητσοτάκη, τον οποίο ανέδειξε, μέσω συμβιβασμών και συναλλαγών, ως αρχηγό της παράταξης.
Όμως η τοποθέτηση του Μ. Βορίδη έχει πολύ μεγαλύτερο πολιτικό βάρος και δεν αποτελεί απλώς μια ακροδεξιά έκρηξη. Τι εννοεί όμως με τον όρο «ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς» ο Μ. Βορίδης και η ακροδεξιά επιτελική ελίτ της ΝΔ;
Αφετηρία της ανάλυσης αυτής είναι η παραδοχή ότι το παράδειγμα της απριλιανής δικτατορίας είχε θέσει σε πλήρη απαγόρευση την πολιτική δράση και τις ιδεολογικές-πολιτικές θέσεις της Αριστεράς. (Το γεγονός ότι περιλήφθηκαν κεντρώοι-δημοκρατικοί και μετριοπαθείς συντηρητικοί πολίτες και φορείς στην απαγόρευση ερμηνεύεται ίσως ως ιστορικό ατύχημα, ως παράπλευρη απώλεια.)
Όμως, με αφετηρία το παράδειγμα αυτό, η όλη μεταπολιτευτική περίοδος αξιολογείται ως καταστροφική επειδή το δημοκρατικό καθεστώς αναγνώρισε τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα και την ελευθερία της έκφρασης.
Το γεγονός όμως που έθιξε καίρια τον πυρήνα του ακροδεξιού-αυταρχικού υποδείγματος ήταν η αναβάθμιση της κοινωνίας μέσα από τους θεσμούς του κοινωνικού κράτους (δημόσια υγεία, εκπαίδευση, συλλογικές συμβάσεις, εργασιακά δικαιώματα κ.λπ.). Το γεγονός ότι η κοινωνία απέκτησε πολιτικό λόγο στις εξελίξεις υπήρξε το «κακούργημα» που διέπραξε η Μεταπολίτευση και κατά τη χουντίζουσα-ακροδεξιά ηγεμονική ελίτ της ΝΔ αυτή υπήρξε η βασική αιτία της κρίσης.
Μνημόνια: Μεταμοντέρνος ολοκληρωτισμός
Την «ευταξία» και την κανονικότητα επανέφεραν σε θέση ευσταθούς ισορροπίας τα Μνημόνια, η περιστολή των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων, η ξένη πατρωνία, που αποφάσιζε με δικτατορικές – πραξικοπηματικές μεθόδους. Κατά την περίοδο 2011 – 2014 ανεδύθη, κατά την ηγεμονική-ακροδεξιά αυτή ελίτ, ένα μεταμοντέρνο παράδειγμα του αυταρχικού-δικτατορικού καθεστώτος, προσαρμοσμένο ασφαλώς στις ανάγκες του νεοφιλελεύθερου προτύπου και των νέων τύπων αυταρχικής εξουσίας που είχαν πλέον κυριαρχήσει στην Ευρώπη.
Το μόνο «ελάττωμα» του μοντέλου αυτού ήταν ότι δεν μπόρεσε να εμποδίσει την άνοδο της Αριστεράς έστω και σε μία μόνο χώρα, παρά την κοπιώδη προετοιμασία που έγινε από τις εγχώριες και εξωγενείς ελίτ ώστε η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο του 2015 να αποτελέσει μια σύντομη «αριστερή παρένθεση»… Στην ιστορική εξέλιξη, βλέπετε, κάποιες φορές παρεμβαίνουν και οι λαοί…
Πώς μπορούν όμως να αποφευχθούν παρόμοιου τύπου «ατυχήματα» στους καιρούς μας;
Αυταρχική δημοκρατία
Εδώ έρχεται να κουμπώσει το δεύτερο σκέλος των θεωρητικών αναλύσεων του Μ. Βορίδη και της ακροδεξιάς ελίτ της ΝΔ: Πρέπει να υπάρξει, όπως προτείνει ο ίδιος, ένα θεσμικό τείχος, να θεσπισθούν κανόνες και διαδικασίες που θα αποτρέπουν την άνοδο της Αριστεράς στην εξουσία.
Τι εννοεί στην πράξη η ακροδεξιά-χουντίζουσα αυτή άποψη; Δεν αναφέρεται απλώς στην ακραία εφαρμογή του προτύπου «νόμος και τάξη». Θεωρεί ταυτόχρονα αναγκαία την περιστολή των ατομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων στα όρια που «επιτρέπει» το νεοφιλελεύθερο-εξουσιαστικό καθεστώς.
Ένα είδος, δηλαδή, μεταμοντέρνου «γύψου», που θα έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας κοινοβουλευτικής δικτατορίας, όπως την περιέγραψε την περίοδο του Μεσοπολέμου ο θεωρητικός του αυταρχισμού Καρλ Σμιτ, εμμένοντας στην άποψη ότι οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται διά της επιβολής της ισχύος και όχι μέσω συναινέσεων και συγκλίσεων.
Η σημερινή ΝΔ φαίνεται ότι ολοκληρώνει τον κύκλο της. Ο άκρατος, αυταρχικός και αντιδημοκρατικός πολιτικός λόγος, η περιφρόνηση των δημοκρατικών θεσμών, των ελευθεριών και των δικαιωμάτων των πολιτών έρχονται να συναρμοσθούν απόλυτα με τις αντικοινωνικές και αντιανθρωπιστικές αντιλήψεις και πρακτικές της οικονομικής-νεοφιλελεύθερης Ακροδεξιάς.
«Ο νεοφιλελευθερισμός θέλει την Ακροδεξιά του», τον κάθε είδους ρατσισμό, τον άκρατο και χυδαίο πολιτικό λόγο, την πόλωση και τη σύγκρουση. Σ’ αυτήν τη «μεγάλη των ακροδεξιών, εθνικιστών και ρατσιστών σχολή» ανήκει πλέον στην πράξη η ΝΔ, έχοντας ως σύγχρονο υπόδειγμα την απανταχού ευρωπαϊκή ακροδεξιά.
Γι’ αυτό και οι διάφοροι «Βορίδηδες» δεν εκφράζουν απλώς μια νοσταλγία για τον χαμένο «χουντικό παράδεισο» αλλά μας περιγράφουν μια εικόνα από το μέλλον, που μας επιφυλάσσουν αν ποτέ αναλάβουν την εξουσία. Γι’ αυτό και η ελληνική κοινωνία θα πρέπει να ενεργοποιηθεί και να απαντήσει ότι δεν πρόκειται να ανεχθεί τους σύγχρονους νεοφιλελεύθερους πραξικοπηματίες, όποια λεοντή κι αν φορέσουν.