Ν. Στραβελάκης: Η «αθόρυβη διπλωματία» και άλλα μνημονιακά ανέκδοτα…
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Το ανέκδοτο: «Δύο φίλοι έχουν αράξει σε ένα λιβάδι με παπαρούνες. Ρωτάει ο ένας τον άλλο: ‘‘Βλέπεις τους δύο ελέφαντες πίσω από τις παπαρούνες;’’. Ο άλλος απαντά: ‘‘Όχι. Είδες τι καλά που κρύβονται;’’»
Η απελευθέρωση των δύο ελλήνων στρατιωτικών από τις τουρκικές φυλακές, όπου κρατούνταν παράνομα, είναι σίγουρα θετικό γεγονός. Εξίσου βέβαιο είναι ότι από την εξέλιξη αυτή αιφνιδιάσθηκαν τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση. Σε απάντηση του αιφνιδιασμού, αμφότεροι επιστράτευσαν σενάρια «αθόρυβης διπλωματίας». Η μεν κυβέρνηση επιστράτευσε το σενάριο ότι οι πρωτοβουλίες του κ. Τσίπρα το προηγούμενο διάστημα οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα, ενώ η αντιπολίτευση επικαλείται αντίστοιχες δεσμεύσεις από την ελληνική πλευρά, οι οποίες θα πραγματοποιηθούν το επόμενο διάστημα.
Αμφότερα τα σενάρια είναι μυθεύματα και δεν θα άξιζαν καν την προσοχή μας αν δεν συμπεριελάμβαναν έμμεσα μια ανάλυση για τον χαρακτήρα και την πολιτική της σύγχρονης Τουρκίας. Η ελληνική εξωτερική πολιτική αλλά και η κοινή γνώμη έχει διαπαιδαγωγηθεί εδώ και δεκαετίες με την ιδέα ότι η Τουρκία είναι μια φύση επεκτατική δύναμη. Μια χώρα που επιθυμεί να αναστήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Αντίστοιχα στην Τουρκία η εξωτερική πολιτική και η κοινή γνώμη έχει διαπαιδαγωγηθεί με την άποψη ότι η Ελλάδα είναι δορυφόρος μιας νέας Αντάντ που επιδιώκει τον διαμελισμό της χώρας, όπως οι Αγγλογάλλοι το 1914. Είναι απόψεις που κόστισαν στις δύο χώρες μισό αιώνα στρατιωτικών ανταγωνισμών, την καταπίεση της όποιας αυτοδιάθεσης των Κούρδων της Τουρκίας και ένα τεράστιο εξωτερικό χρέος της Ελλάδας, το οποίο σε σημαντικό βαθμό οφείλεται σε στρατιωτικές δαπάνες που έγιναν στο όνομα του εξ Ανατολών κινδύνου.
Όμως το ημιβοναπαρτικό καθεστώς Ερντογάν, που αρνείται στο όνομα του μεγαλοϊδεατισμού, που προβάλλει την αυτοδιάθεση των Κούρδων του Αφρίν, έκανε την αμερικανοτουρκική αντιπαράθεση πραγματικότητα. Οι Αμερικανοί απαιτούν από την Τουρκία τη συγκατάθεσή της στην ίδρυση κουρδικού κράτους στα σύνορα Τουρκίας – Συρίας με σκοπό τον έλεγχο της διέλευσης αγωγού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν στη Μεσόγειο.
Η τουρκική αστική τάξη από την άλλη είδε τα όνειρα της συμμετοχής στο ενεργειακό παιχνίδι να χάνονται και αναζήτησε συμμάχους στους αντιπάλους της στον συριακό εμφύλιο Ρώσσους. Αποτέλεσμα, μια αντιφατική κατάσταση, όπου η Τουρκία τη μία γέρνει προς την αμερικανική και την άλλη προς τη ρωσική πλευρά. Στην πραγματικότητα είναι ένα αδιέξοδο αφού η Τουρκία είναι εχθρός και των φιλοαμερικανικών δυνάμεων ανάμεσα στους Κούρδους και φυσικά του Άσαντ, ανθρώπου των Ρώσων για δεκαετίες.
Η Τουρκία έχει μπλέξει σε ένα αντιφατικό παιχνίδι πολύφερνης νύφης και στο κομμάτι της αναπτυξιακής της πολιτικής. Από τη μία στηρίζεται στα κεφάλαια Σαουδαράβων και Καταριανών και από την άλλη προσπαθεί να συμμαχήσει με τους άσπονδους εχθρούς, τους Ιρανούς. Είναι το αδιέξοδο μιας οικονομικής πολιτικής που θρέφει μια φούσκα ακινήτων, που παρουσιάζει εμφανή σημάδια κόπωσης.
Οι Αμερικανοί, γνωρίζοντας πολύ καλά τις τουρκικές αδυναμίες, οδήγησαν την τουρκική οικονομία σε κρίση ανακοινώνοντας απλά τον διπλασιασμό των δασμών στις εισαγωγές τουρκικού χάλυβα στις ΗΠΑ.
Σε λίγες ώρες η τουρκική λίρα και τα χρηματιστήρια κατέρρεαν, ενώ η κλιμάκωση του προστατευτισμού από την πλευρά των ΗΠΑ δεν άργησε να επεκτείνει τις πιέσεις στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια και τις αγορές ομολόγων. Χαρακτηριστικά, το επιτόκιο στο ελληνικό δεκαετές ομόλογο ανέβηκε πάνω από 0,5% σε λίγες μέρες.
Ο Ερντογάν δεν μπορεί να κάνει και πολλά σε επίπεδο κινήσεων ουσίας, γι’ αυτό αποφάσισε να στραφεί στις εντυπώσεις. Από τη μία κρατά τον αμερικανό πάστορα και από την άλλη απελευθέρωσε τους δύο έλληνες στρατιωτικούς. Σκοπός του να αποκρούσει τους αμερικανικούς ισχυρισμούς για καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και να ουδετεροποιήσει την Ελλάδα, που εμφανίζεται σε πλήρη ευθυγράμμιση με την αμερικανική πολιτική στην περιοχή, μετά και τις εκατέρωθεν απελάσεις ρώσων και ελλήνων διπλωματών.
Κοντολογίς, η Τουρκία και η Ελλάδα δεν είναι φύσει ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Η αστική τους τάξη αποκτά επιθετική πολιτική μόνο όταν γίνεται ή νομίζει ότι γίνεται κομμάτι ευρύτερων ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών. Συνήθως οι σχεδιασμοί αυτοί οδηγούν σε τραγικά αποτελέσματα για τους λαούς και των δύο χωρών.
Σε αυτό το πλαίσιο, η συγκεκριμένη στιγμή, όπου η Τουρκία είναι αδύναμη, θα πρέπει να γίνει ευκαιρία για προσέγγιση πρωτίστως των δύο λαών. Πρέπει όμως και να καταστεί σαφές ότι πηγή της ελληνοτουρκικής έντασης δεν είναι η φύση των δύο χωρών, αλλά οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί στην περιοχή. Αυτά, για να μη νομίζουν κάποιοι ότι κρύβουν ελέφαντες πίσω από παπαρούνες…