Κατρούγκαλος: Δεν μπορούμε να προεξοφλήσουμε μια ξαφνική άνοιξη στις ελληνοτουρκικές σχέσεις
«Αυτό ήταν το καθοριστικό γεγονός, που επισφράγισε το επιστέγματα της διπλωματικής προσπάθειας του προηγούμενου διαστήματος».
Αυτό τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Κατρούγκαλος, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων Πρακτορείο 104,9 FM για τον ρόλο που διαδραμάτισε η συνάντηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τον Τούρκο πρόεδρο, στο περιθώριο της συνόδου του ΝΑΤΟ, σε ό,τι αφορά την απελευθέρωση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών.
«Εκεί ο πρωθυπουργός ήταν αποφασιστικός στο ότι εμείς δεν πρόκειται ποτέ να συνδέσουμε την απελευθέρωση των δύο δικών μας στρατιωτικών με τους 8 Τούρκους αξιωματικούς, οι οποίοι προφανώς είχαν πια αμετάκλητες αποφάσεις της τουρκικής δικαιοσύνης. Επίσης έγινε σαφές στην άλλη πλευρά ότι εμείς επιδιώκουμε, όπως πάντα επιδιώκαμε, τη βελτίωση των σχέσεων. Εκεί είναι το επιστέγασμα της προσπάθειας και η αρχή της απελευθέρωσης των στρατιωτικών μας», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κατρούγκαλος.
Ο άλλος παράγοντας, ο οποίος, σύμφωνα με τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών, βοήθησε σ’ αυτό «ήταν η ραγδαία επιδείνωση των στοιχείων της τουρκικής οικονομίας, τα οποία ήταν αποτέλεσμα από την ένταση των σχέσεων της χώρας αυτής και με την Ευρώπη και γενικότερα με τη Δύση, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών».
Όπως χαρακτηριστικά είπε, «όταν έγινε σαφές ότι πρέπει να βελτιωθούν οι σχέσεις αυτές, να υπάρξει εκτόνωση ώστε να υπάρξει βελτίωση και στα οικονομικά μεγέθη, ήταν πια προφανές ότι η πρώτη κίνηση που θα έπρεπε να γίνει από την άλλη πλευρά ήταν προς τη δική μας πλευρά». Σημείωσε δε πως «το γεγονός ότι ήταν οι Έλληνες που πρώτοι απελευθερώθηκαν δείχνει πόσο με επιτυχία είχαμε υποστηρίξει τα εθνικά μας συμφέροντα και φυσικά μέσω της υποστήριξης των εθνικών συμφερόντων και της προστασίας των δύο στρατιωτικών».
Ο κ. Κατρούγκαλος υπογράμμισε ακόμα τη «συστηματική διπλωματική προσπάθεια» που υπήρχε όλο αυτό το διάστημα «και από τον ίδιο τον πρωθυπουργό και από το υπουργείο Εξωτερικών» αλλά και από το υπουργείο Άμυνας, επισημαίνοντας τη «σημαντική συμβολή» των κ.κ. Καμμένου και Κουβέλη, εξηγώντας πως «η ουσία αυτής της προσπάθειας ήταν να αναδείξουμε το θέμα της κράτησης των δύο Ελλήνων στρατιωτικών όχι ως ένα διμερές θέμα ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία αλλά ως ένα κεντρικό θέμα για τις ευρωτουρκικές σχέσεις».
«Αυτό», τόνισε, «το πετύχαμε με τον πιο καλό τρόπο. Σε όλες τις αποφάσεις όλων των σημαντικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης -του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου- με αλλεπάληλες δηλώσεις όλων των ανώτατων εκπροσώπων της ΕΕ, του κ. Γιούνκερ, του κ. Τουσκ, της κ. Μογκερίνι, το ζήτημα αυτό αναδείχθηκε ως ένα θέμα κατ’ αρχήν διεθνούς δικαίου και σε δεύτερο λόγο εξίσου ζήτημα που αφορούσε τη βελτίωση των ευρωτουρκικών σχέσεων».
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ στο iefimerida.gr