Η εκδρομή

Του
ΝΙΚΟΥ ΑΜΜΑΝΙΤΗ


Ήταν καλοκαίρι και Αύγουστος. Το αυτοκίνητο μου, που με τις βλάβες του με είχε μπαφιάσει, το πούλησα. Το παραδάκι το ενεθυλάκωσα και το τσοντάρισμα προς συμπλήρωση του κεφαλαίου για την αγορά καινούργιου είχε συντελεσθεί. Δεν έμενε παρά να αποφάσιζα τη μάρκα που θα επέλεγα να αγοράσω.

Η μαύρη αλήθεια είναι πως το παλιό, ένα γαλλικό μεταχειρισμένο, με είχε αγανακτήσει, επειδή μέρα δεν περνούσε χωρίς να παρουσιάσει κάποια σοβαρή βλάβη. Έτσι, κοντά στα δύο χρόνια που ήμουνα αφεντικό του κόντευα να γνωρίσω όλους τους μαστόρους της Αττικοβοιωτίας. Έλεγα: «Δεν βρίσκεται κανένα ζώον να πει ‘‘το αγοράζω’’».

Το ζώον βρέθηκε, οι διαπραγματεύσεις ήσαν σύντομες και το παραδάκι ζεσταινότανε στην τσέπη μου. Με τον Πετρίδη, που ήμασταν παρέα, μέναμε αμίλητοι. Εκείνος θαύμαζε το καινούριο του αυτοκίνητο, ένα Sportliche DKW 1000, που το είχε παρκάρει λίγο πιο εκεί και εξέπεμπε μυρωδιές καινουργίλας.

Εγώ δε εφάρμοζα το «κρείττον του λαλείν το σιγάν». Ύστερα από μια εύλογη περίοδο σιωπής ο Πετρίδης μίλησε και είπε: «Αύριο, Σάββατο, είναι αργία. Δεν πάμε καμιά εκδρομή;». Και μου εξήγησε: «Θα περάσω στις 6 το πρωί να σε πάρω (μέναμε κοντά), ύστερα παίρνουμε τα κορίτσια και μετά τραβάμε φουλ Αίγιο.

Εκεί επιβιβαζόμαστε στον ‘‘μουντζούρη’’, που μας πηγαίνει gerade aus στα Καλάβρυτα. Έτσι μαθαίνουμε επιτοπίως τα μέρη όπου κηρύχθηκε η Επανάσταση του 1821». Βρήκα πολύ λογική την πρόταση του Πετρίδη, διότι, πρώτον, δεν θα οδηγούσα, δεύτερον, θα πήγαινα τζάμπα στα Καλάβρυτα, επειδή -διαόλε- κορίτσια θα κουβαλάμε, τσιγκουνιές θα κάνουμε, τρίτον, τέταρτον, πέμπτον, πάντα υπάρχει κάποιος λόγος ισχυρός για να συμφωνήσεις…

Έξι η ώρα το πρωινό του Σαββάτου ο Πετρίδης ήτανε σπίτι μου. «Να πάρεις λεφτά μαζί σου», είπε συμβουλευτικά. Φιλομαθής εγώ ρώτησα γεμάτος περιέργεια «τι θα τα κάνουμε;» και ο Πετρίδης άδολα μου εξήγησε πως χρειαζόμαστε για βενζίνη, για διόδια, για εισιτήρια του «μουντζούρη», για να τσιμπήσουμε κάτι το μεσημέρι, για ένα αναψυκτικό… Και συμπλήρωσε: «Διαόλε, κορίτσια θα κουβαλάμε, τσιγκουνιές θα κάνουμε;».

Με ταχύτητα φουλ περάσαμε από Κόρινθο, παραλίγο να τρακάρουμε στο Ξυλόκαστρο και μας έγινε έλεγχος λεπτομερής από την Τροχαία στο Δερβένι. Ήταν μια εξαίσια διαδρομή. Τον μουντζούρη παραλίγο να τον χάσουμε επειδή πήγαμε σε λάθος σταθμό, αλλά μας περίμεναν. Κόψαμε εισιτήρια «aller-retour», όπως είπε και ο σταθμάρχης, και ο μουντζούρης ξεκίνησε.

Ήταν πολύ άγριο το τοπίο σε όλη σχεδόν τη διάρκεια της διαδρομής. Αετόπουλα πετούσαν δίπλα στο τρένο και εμείς, ασφαλείς πίσω από το τζάμι, τα βλέπαμε απολαμβάνοντας την ασφάλειά μας.


Σχολιάστε εδώ