Δεκαπενταύγουστος της φρίκης για τους πυρόπληκτους στο Μάτι
Αποκαρδιωτική η εικόνα στους καταυλισμούς
-Χωρίς ηθικό και διάθεση, μοιάζουν με… ζωντανούς νεκρούς – Τα παιδιά δεν θέλουν να παίξουν – Υπήρξαν και κάποιοι που σκέφθηκαν την αυτοκτονία για να ξεφύγουν από μια πραγματικότητα που δεν την αντέχουν
Τον Δεκαπενταύγουστο της φρίκης θα περάσουν οι πυρόπληκτοι στη Ραφήνα και στο Μάτι. Οι πάνω από 1.000 άστεγοι, που τα σπίτια τους έχουν καταστραφεί ολοσχερώς, και οι άλλοι 1.500 που έχουν επιστρέψει στα σπίτια τους, είτε επειδή είναι μισοκαμένα και τα διαμόρφωσαν κάπως για να κατοικούνται είτε επειδή έχουν κάποιους χώρους που γλίτωσαν από την πύρινη λαίλαπα και κατοικούνται, μαζεύουν σιγά σιγά τα κομμάτια τους και προσπαθούν να ξαναστήσουν τη ζωή τους.
Μια προσπάθεια όμως που είναι εξαιρετικά δύσκολη γιατί οι μνήμες κρέμονται σαν τα φαντάσματα πάνω από τις καμένες εκτάσεις, τους καμένους κήπους, τα καμένα σπίτια και δεν αφήνουν την καρδιά να λειτουργήσει.
Όλος αυτός ο κόσμος προσπαθεί μεν, αλλά δεν δείχνει να το πιστεύει ότι θα ξαναγίνουν όλα όπως πρώτα. Κάποιοι μάλιστα στις κατασκηνώσεις του Αγίου Ανδρέα λένε με σιγουριά ότι δεν πρόκειται να γίνει τίποτα! Τέτοια απελπισία, τέτοια απαισιοδοξία, τέτοια παραίτηση από τη ζωή…
Το πλήγμα για όλους αυτούς τους ανθρώπους δεν είναι μόνο υλικό. Δεν έχασαν τις περιουσίες τους, τον τόπο τους, τη γειτονιά τους, τον μικρόκοσμό τους. Έχασαν το ηθικό τους, την ελπίδα, τη διάθεση να αγωνισθούν. Δεν πιστεύουν τίποτα και κανέναν. Δεν βλέπουν τηλεόραση, δεν αναζητούν ευθύνες γιατί λένε πως γνωρίζουν ποιοι είναι οι υπεύθυνοι, ξέρουν ποιοι είναι εκείνοι που τους άφησαν να καούν ζωντανοί… Οι παραιτήσεις και οι αντικαταστάσεις δεν τους αφορούν, δεν τις σχολιάζουν, οι περισσότεροι δεν τις γνωρίζουν.
Στις κατασκηνώσεις του Αγίου Ανδρέα φιλοξενούνται περίπου 300 άτομα. Η εικόνα είναι αποκαρδιωτική. Οι μεγάλοι δεν μιλάνε, είναι κατηφείς, κάποιοι έχουν τα μάτια τους υγρά, ενώ τα παιδιά είναι μαζεμένα, δεν παίζουν, δεν γελάνε, δεν φαίνονται να περιμένουν τίποτα…
Ο 80χρονος Γ. Κουκουδάκης μας είπε ότι δεν τον νοιάζει ποιος παραιτήθηκε. «Να πάνε να χαθούν όλοι», φώναξε με θυμό. Η κ. Ελένη, μητέρα δύο παιδιών του δημοτικού, λέει ότι δεν μπορεί να βολευτούν στην κατασκήνωση και να περάσουν τον χειμώνα εκεί γιατί είναι κατασκευές με προδιαγραφές θέρους, που τον χειμώνα θα είναι προβληματικές, γιατί θα υπάρχει υγρασία και κρύο. «Είμαστε μόνο με τα ρούχα που μας έδωσαν. Τον άλλο μήνα τα παιδιά θα πάνε σχολείο, πως θα τους πάρουμε τα σχολικά είδη, από πού θα τα πάρουμε, αφού εδώ όλα τα μαγαζιά έχουν κλείσει», τονίζει. «Παλιά», μας λέει, «είχαμε το αυτοκίνητό μας. Κι εδώ να μη βρίσκαμε κάτι, πηγαίναμε στη Ραφήνα και το βρίσκαμε. Τώρα δεν έχουμε τίποτα. Μας έδωσαν το πεντοχίλιαρο, αλλά δεν ξέρουμε τι να το κάνουμε. Δεν έχουμε τον τρόπο να το αξιοποιήσουμε. Όποιος έρχεται εδώ και πουλάει κάτι το αγοράζουμε, αλλά πώς να φύγουμε από εδώ να πάμε να ψωνίσουμε; Έχουν βάλει κάποια λεωφορεία, αλλά με δύο παιδιά μικρά πού να πάω;».
Η κ. Ελπινίκη μας είπε ότι οι συνθήκες ζωής είναι συνθήκες κατασκήνωσης. «Φοβόμαστε», τόνισε, «ότι θα μείνουμε χρόνια εδώ, γιατί ουδέν μονιμότερο του προσωρινού στην Ελλάδα. Είναι πολύ δύσκολη η διαβίωση γιατί οι χώροι είναι μικροί, οι τουαλέτες και οι λουτήρες κοινόχρηστοι κ.λπ. Ευτυχώς βέβαια που υπάρχουν και αυτά και δεν είμαστε στον δρόμο, αλλά όπως και να το κάνουμε χάσαμε τη βολή μας, τις συνήθειές μας, τον τρόπο ζωής μας. Είναι σαν να ζούμε σε έναν άλλο κόσμο. Κι αυτό μας επηρεάζει ψυχολογικά κάθε στιγμή. Σκεφτόμαστε πώς ήμασταν πριν από 20 μέρες και πώς είμαστε σήμερα και μας πιάνει απελπισία…».
Για τον Δεκαπενταύγουστο ούτε λόγος. «Πέρυσι το Μάτι, αυτές τις μέρες, έσφυζε από ζωή και κίνηση. Ήταν χαρά Θεού, είχαμε για 15 μέρες ένα διαρκές πανηγύρι. Φέτος είναι… νεκροταφείο. Δεν έχει μείνει τίποτα όρθιο. Παντού καταστροφή και θάνατος. Και εμείς είμασταν νοικοκυραίοι, είχαμε τα σπίτια μας, τις περιουσίες μας.
Τώρα δεν έχουμε τίποτα, ούτε πόλη, ούτε σπίτι, ούτε ζωή», μας λέει ο 72χρονος Παντελής Κουφός. Και δεν έχει άδικο. Η όψη της περιοχής, αντί να βελτιώνεται, όσο περνάει ο καιρός γίνεται χειρότερη. Ο καθένας που πάει στο σπίτι του και ψάχνει να βρει αν έχει διασωθεί τίποτα μέσα στα ερείπια και τα αποκαΐδια, βρίσκει ένα αγαπημένο αντικείμενο καμένο, ένα κατοικίδιο αποτεφρωμένο, βλέπει κάτι που είχε φτιάξει με κόπο να έχει γίνει παρανάλωμα και τρελαίνεται. Υπάρχουν κάποιοι που παρουσιάζουν τάσεις αυτοκτονίας. Που δεν θέλουν πλέον να ζουν.
Κίνδυνος στα χαλάσματα
Στο μεταξύ επιστημονικοί φορείς αλλά και το υπουργείο Υγείας με ανακοινώσεις τους τις τελευταίες μέρες επισημαίνουν ότι όποιος πηγαίνει στο καμένο σπίτι του μήπως βρει κάτι που ενδεχομένως έχει διασωθεί θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός γιατί το περιβάλλον στις κατοικημένες περιοχές που έχουν αποτεφρωθεί είναι τοξικό. Πέρα από τα διάφορα αέρια που εκλύονται από τα χαλάσματα και που μπορεί να είναι από μονοξείδιο του άνθρακα μέχρι διοξείδιο του αζώτου, τοξικά υλικά μπορεί να υπάρχουν και στο έδαφος, αφού τα πλαστικά, τα ηλεκτρονικά είδη, τα κλιματιστικά, οι σωλήνες που κάηκαν ενδεχομένως να έχουν αφήσει ίχνη αμιάντου και μολύβδου αυξημένης τοξικότητας.
Γι’ αυτό καλούν τον κόσμο που μπαίνει στα καμένα σπίτια να έχει καλυμμένο το στόμα του και τη μύτη του με μάσκα και να φοράει γάντια και κλειστά παπούτσια. Διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος να πάθει σοβαρή βλάβη από την εισπνοή τοξικών αερίων ή την επαφή με αντικείμενα που μετά την καύση έγιναν τοξικά. Ελάχιστοι πάντως από όσους είδαμε να ψάχνουν στα χαλάσματα ήταν εξοπλισμένοι με μάσκες ή γάντια. Είναι κι αυτό μια ένδειξη ότι ο κόσμος έχει παραιτηθεί. Δεν ελπίζει πια σε τίποτα. Δεν έχει διάθεση, κέφι για ζωή. Κι αυτό είναι το χειρότερο απ’ όλα…
Έλλειψη επικοινωνίας…
Και ενώ η δικαστική έρευνα για τα αίτια της καταστροφής σε Κινέτα και Μάτι βρίσκεται σε εξέλιξη, όλο και περισσότερα νέα στοιχεία έρχονται στο φως για την απίστευτη τραγωδία, που άφησε πίσω της 93 νεκρούς μέχρι στιγμής και 38 τραυματίες. 2.000 περίπου άστεγους, μια ολόκληρη πόλη αποτεφρωμένη και 65.000 περίπου στρέμματα καμένης γης και στις δύο περιοχές… Όπως, ότι η Αστυνομία καλούσε την Πυροσβεστική τις κρίσιμες ώρες και δεν απαντούσε κανείς. Ή ότι όλες οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής είχαν μεταφερθεί στην Κινέτα και όταν άναψε η φωτιά στο Νέο Βουτζά ήταν ελάχιστα τα οχήματα και δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα.
Το πιο… ωραίο όμως είναι ότι ο «πολύς» κ. Καπάκης, μέχρι πρότινος γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, ο οποίος δεν παραιτήθηκε αλλά αντικαταστάθηκε, είχε κάνει… άσκηση πυρόσβεσης δίπλα στο σημείο που ξέσπασε η πυρκαγιά πριν από δύο-τρεις μήνες και είχε δηλώσει με στόμφο, ότι η Αττική ήταν θωρακισμένη φέτος και δεν… φοβόταν τις φωτιές. Μετά τους 93 νεκρούς δεν… θυμόταν τίποτα από όσα έλεγε. Γι’ αυτό οι αρχαίοι έλεγαν «κρείττον του λαλείν τo σιγάν»…
Ιδιαίτερα σοβαρή ήταν και η αποκάλυψη του συνδικαλιστή των Αστυνομικών κ. Τσουμάνη, ο οποίος ανέφερε ότι οι ασύρματοι με τους οποίους συνεννοούνται μεταξύ τους οι αστυνομικοί και παίρνουν οδηγίες δεν λειτουργούσαν! Το κρίσιμο απόγευμα, τις ώρες που ο κόσμος οδηγείτο στην πυρά, δεν μπορούσε ο επικεφαλής αστυνομικός να πει στα περιπολικά που ήταν στο Μάτι ή στη Μαραθώνος προς τα πού να κατευθύνουν τον κόσμο. Κι αυτό γιατί δεν… άρεσε σε κάποιους το σύστημα επιχειρησιακής επικοινωνίας C4I, που είχε επιλεγεί από την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004, γιατί ήταν ακριβό και επέλεξαν ένα άλλο που όλο χαλάει… Το ζητούμενο είναι γιατί δεν βρίσκεται ένα άλλο σύστημα πιο αξιόπιστο. Τι άλλο πρέπει να πάθουμε για να αλλάξουμε κάτι που δεν μας εξυπηρετεί και οδηγεί σε καταστροφές και θανάτους;
Τα ερωτήματα είναι πολλά που όμως μένουν αναπάντητα. Οι αρμόδιοι, οι κυβερνητικοί παράγοντες είτε δεν ξέρουν, είτε δεν μπορούν, είτε δεν θέλουν να απαντήσουν. Η πραγματικότητα όμως μας ξεπερνάει όλους. Και τους υπεύθυνους και τα θύματα. Και επιβάλλει, επιτάσσει, απαιτεί να μην υπάρξει άλλος μαύρος Δεκαπενταύγουστος στη χώρα μας όπως ο φετινός. Ο οποίος δεν είναι μαύρος μόνο από το χρώμα των καμένων εκτάσεων, των σπιτιών, των οχημάτων, αλλά από το κενό που έχει αφήσει στις ψυχές όλων όσων έζησαν την απίστευτη τραγωδία και αντιμετωπίζουν τις συνέπειές της.
Αυτό το κενό είναι που θα πρέπει να καλυφθεί, να αντιμετωπισθεί. Γιατί δημιουργήθηκε από την έλλειψη αυτών που υπήρχαν, των ανθρώπων που χάθηκαν και κυρίως από την έλλειψη της ελπίδας, που κάνει τους ανθρώπους στο Μάτι να μοιάζουν με φαντάσματα. Χωρίς ψυχή, χωρίς κουράγιο… Αυτό είναι τώρα το μεγάλο στοίχημα της κοινωνίας. Που πρέπει να το κερδίσει.
Ο λογαριασμός της κόλασης…
Μέχρι τώρα, με τα στοιχεία που έχουν διασταυρωθεί, ασήκωτος είναι ο λογαριασμός της «Κόλασης του Δάντη» που είχαν την ατυχία να πληρώσουν κάποιοι που είχαν επιλέξει το Μάτι για να μένουν εκεί είτε όλο τον χρόνο είτε το καλοκαίρι αλλά και εκείνοι που βρέθηκαν να περνούν με το αυτοκίνητό τους εκείνες τις ώρες, που οι φλόγες δεν άφηναν τίποτε στο πέρασμά τους:
• στους 93 έχουν φτάσει οι νεκροί,
• στους 35 οι τραυματίες, από τους οποίους οι 6 είναι διασωληνωμένοι,
• στα 1.218 τα κτίρια (ποσοστό 49,93%) που χαρακτηρίστηκαν «μη κατοικήσιμα», ενώ 1.271 (ποσοστό 51,07%) κρίθηκαν «κατοικήσιμα»,
• στα 350 τα κατεστραμμένα από τη φωτιά αυτοκίνητα και
• στα 68.892 τα στρέμματα που κάηκαν συνολικά σε Νέο Βουτζά, Μάτι και Γεράνεια Όρη.
Η λίστα του φρικτούμαρτυρίου…
Επιτέλους, με καθυστέρηση 18 ημερών (παραμένει άγνωστο για ποιον λόγο, τι ήθελαν να κρύψουν) δόθηκε στη δημοσιότητα η λίστα με τους 93 νεκρούς της πύρινης κόλασης, που ηλικιακά έχει ως εξής:
• ηλικίας 0 έως 10 ετών 7 άτομα,
• 10 έως 20 ετών 3,
• 20 έως 30 ετών 4,
• 30 έως 40 ετών 5,
• 40 έως 50 ετών 8,
• 50 έως 60 ετών 11,
• 60 έως 70 ετών 11,
• 70 έως 80 ετών 22,
• 80 έως 90 ετών 19 και
• 90 και άνω ετών 3.
Όλοι αυτοί που έχασαν τη ζωή τους κάθε άλλο παρά ήταν θύματα φυσικής καταστροφής. Ήταν θύματα της ανικανότητας του κράτους να προστατέψει τη ζωή των πολιτών του, όπως έχει υποχρέωση η κάθε κυβέρνηση.
Φωτό: CNN Greece / Λευτέρης Παρτσάλης