Οι ευθύνες του ΚΙΝΑΛ

Υπό
JOHN GALT


Η πρόσφατη εθνική καταστροφή, αναπόφευκτο αποτέλεσμα της διοικητικής ανικανότητας των υπευθύνων και των πολιτικών τους προϊσταμένων, οδηγεί μονοσήμαντα σε ένα συμπέρασμα. Από τις επόμενες εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, αξιωματική αντιπολίτευση θα είναι το ΚΙΝΑΛ.

Οι μετρήσεις και οι εκτιμήσεις της εκλογικής συμπεριφοράς των Ελλήνων από σήμερα μέχρι τις εκλογές δεν μπορούν στατιστικά με κανέναν τρόπο να εκτιμήσουν την εκλογική συμπεριφορά των πολιτών, ούτε και τη βέβαιη ήττα του ΣΥΡΙΖΑ. Η στατιστική μεθοδολογία δεν μπορεί να αξιολογήσει την έκταση της ασυνέχειας στις επιλογές των ψηφοφόρων που μέχρι χθες είχαν προσμετρηθεί στις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Το σύνθημα «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Αριστερά» θα τους πάρει μαζί του.

Το ΚΙΝΑΛ θα είναι αξιωματική αντιπολίτευση στην επόμενη Βουλή. Το ΚΙΝΑΛ διαθέτει ένα τεράστιο ανθρώπινο κεφάλαιο σε θέματα διοικητικής και κοινοβουλευτικής συμπεριφοράς. Το ΚΙΝΑΛ διαθέτει στελέχη που αποχώρησαν από τη διακυβέρνηση της χώρας, υπό το βάρος της πολιτικής ευθύνης των Μνημονίων, όταν διέθεταν απόλυτη κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Το ΚΙΝΑΛ, ως πολιτική οργάνωση, προχώρησε σε ανασύνταξη των δυνάμεών του, υφιστάμενο γι’ αυτή του την επιλογή μια πολιτική αλλά και στρατηγική ήττα. Επέλεξε, ως πολιτική δύναμη εξουσίας, να συρρικνωθεί γιατί δεν κάλυψε πολιτικές που πολλά μεσαία του στελέχη δεν τις αποδέχονταν. Συνδικαλιστές, πολιτευτές και απλοί πολίτες διέφυγαν με απλά πηδήματα από το τρένο της εξουσίας και το ΚΙΝΑΛ όχι μόνο δεν προσπάθησε να τους συγκρατήσει, αλλά τους καταδίκασε ως αντίθετους με την κάθαρση που επέλεξε να ακολουθήσει η κομματική του ηγεσία.

Σε κάποιον βαθμό ταυτίστηκε με τη συμπεριφορά των κομματικών στελεχών και των μελών της ΝΔ, όταν επέλεξαν να εκλέξουν ως αρχηγό του κόμματος τον μοναδικό βουλευτή και υποψήφιο που είχε έρθει σε ρήξη με την κομματική γραμμή στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Ενός πολιτικού μέσα από τα σπλάχνα της παράταξης. Η δικαίωση λοιπόν της επιλογής των στελεχών του ΚΙΝΑΛ, όσο προφανώς και της ηγεσίας του, αναδεικνύει από τη μία πλευρά την αξιοπιστία του οργανισμού του Κινήματος Αλλαγής και από την άλλη προσδιορίζει με «κόκκινη γραμμή» την εθνική τους ευθύνη την επαύριον των εκλογών. Η ευθύνη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όταν τα στελέχη της σημερινής κυβέρνησης θα τρέχουν από τη μία εισαγγελική κλήτευση στην άλλη κι όταν δεν θα υπάρχουν δικηγόροι να τους υπερασπιστούν, θα είναι τεράστια. Και το ΚΙΝΑΛ θα πρέπει να τη διατυπώσει με σαφήνεια από τώρα.

Μια πρώτη δέσμευση θα ήταν να ξεκαθαριστεί από τώρα ότι πρώην «σύντροφοι» και πρώην «υπουργοί» και κάποτε «φίλοι» δεν έχουν θέση στο ΚΙΝΑΛ. Στον χρόνο που μας χωρίζει από τις εκλογές θα υπάρξουν πολλές τηλεοπτικές ή ακόμη και πολιτικές συζητήσεις. Όπως δεν είναι δυνατόν να κάθεται ο εκπρόσωπος των κομμάτων ή των συνδικαλιστικών φορέων στην ίδια εκδήλωση, για παράδειγμα, στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, με ανεύθυνους, έτσι δεν είναι δυνατόν και να συζητάς με άτομα που δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες του ΣΥΡΙΖΑ ως παράταξης. Είναι δυνατόν έτσι απλά να δεχόμαστε να καθίσουμε ως απλοί έλληνες πολίτες στο ίδιο τραπέζι με τη Δούρου και τον Ψινάκη; Αν όχι, τότε οι πρώτοι που οφείλουν να τους διαγράψουν είναι εκείνοι που για πολύ πιο απλά θέματα έκοψαν τις σχέσεις με τον κ. Τσοχατζόπουλο. Ίσως η αστική αγωγή να είναι πολλές φορές αυστηρή. Αλλά δεν μπορεί πάντοτε να δικαιολογεί το «δεν βαριέσαι».

Από τα οικονομικά γνωρίζουμε ότι είναι πολύ χρήσιμο οι φορείς λήψης των αποφάσεων, όπως στην περίπτωσή μας το ΚΙΝΑΛ, να κάνουν έναν πρόχειρο ή ακόμη και λεπτομερειακό υπολογισμό κόστους – οφέλους. Η μεθοδολογία αυτή έχει χρησιμοποιηθεί σε μεγάλη έκταση και στην πολιτική, με τις γνωστές σε όλους μας αναφορές στο πολιτικό κόστος. Θεωρούμε, δηλαδή, ότι τοπικά ή μικρά συμφέροντα μπορούν, σε κάποιον βαθμό, να διασκεδάσουν τις ευθύνες ατόμων έναντι της κοινωνικής τους συμπεριφοράς.

Η συγχώρεση και η λήθη είναι στοιχεία άμεσα συνυφασμένα με οργανισμούς, όπως τα κόμματα, που λειτουργώντας ως μια μεγάλη οικογένεια αφήνουν τα πράγματα να εξελιχθούν, αισιοδοξώντας ότι ο χρόνος θα παραγράψει τις ευθύνες. Σίγουρα δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τη συγκεκριμένη πρακτική της λήθης. Δεν μπορούμε όμως και να μην υπογραμμίσουμε ότι η μνήμη διακρίνει τα άτομα και τους φορείς που τα υπηρετούν με το στοιχείο της παιδείας.

Οι εισαγγελικές αρχές, όπως και στην περίπτωση Φύσσα, θα κάνουν το έργο τους, προστατεύοντας την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Ένας πολιτικός όμως οργανισμός του μεγέθους και της ιστορίας του ΚΙΝΑΛ οφείλει να αναλάβει έγκαιρα την ευθύνη αντιμετώπισης αυτής της κατάστασης. Τα κόμματα της Αριστεράς, κομμουνιστικής και μη, θα συμπαραταχθούν στη Βουλή με τη λογική της κ. Παπαρήγα, που από πρώτο χέρι έζησε, με ευτυχή κατάληξη γι’ αυτήν, την πραγματικότητα. Οι δεσμοί με την υπόλοιπη Αριστερά έχουν διαρραγεί και δεν μπορούν να επανασυνδεθούν. Οι δεσμοί με τη ΝΔ δεν υπήρχαν ούτε ιδεολογικά ούτε κοινωνικά σε επίπεδο πολιτικής εκπροσώπησης. Άρα, επίπεδο συνεργασίας ή κατανόησης δεν μπορεί να υπάρξει από αυτήν την πλευρά.

Πιθανή ανοχή από γνωστούς και φίλους του εξωτερικού σε θέματα αναξιοπιστίας και ποινικών ευθυνών είναι αστείο και να το σκεπτόμαστε ότι μπορεί να υπάρξει. Η συμπεριφορά Τάσκα (του τότε πρέσβη ΗΠΑ στην Ελλάδα), για όσους θυμούνται ακόμη μια άλλη εθνική τραγωδία, διδάσκει όσον αφορά την πολιτική συμπεριφορά των ξένων ακόμη και σήμερα. Δεν είναι τυχαίο ότι την επομένη της πρόσφατης τραγωδίας ο κ. Ντράγκι βγήκε και είπε ότι δεν θα κάνει καμία υποχώρηση σε όσα γνωστά έχει ανακοινώσει ο κ. Στουρνάρας από τον Ιανουάριο του 2018. Τον εαυτό του προστάτευε.

Σε τι διαφέρει αυτή η συμπεριφορά από τα «κατεβασμένα τηλέφωνα» της επαράτου; Αν, λόγω του μικρού της ηλικίας του, ο κ. πρωθυπουργός δεν το γνωρίζει, τον παραπέμπουμε στα ιστορικά κείμενα και στις αναλύσεις της εποχής.

Τι απομένει στον ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα μάλιστα όταν πολύ σύντομα το ΚΙΝΑΛ θα αποτελεί την αξιωματική αντιπολίτευση της χώρας; Φοβάμαι ότι η συμπόρευση με τη Χρυσή Αυγή θα αποτελέσει δυστυχώς τη μόνη λύση. Υπάρχει ταύτιση σε επίπεδο προσωπικής αναλγησίας. Υπάρχει ιδεολογική ώσμωση μετά τη μακρόχρονη συνεύρεση με το κόμμα του κ. Καμμένου. Και, τέλος, υπάρχει και αδυναμία κατανόησης και την έννοια της πολιτικής ευθύνης.

Ο Ζαν-Πολ Σαρτρ, στο περίφημο έργο του «Οι Έγκλειστοι της Αλτόνα», περιγράφει ανάγλυφα την πολιτική ευθύνη των γερμανών επιχειρηματιών που συνεργάστηκαν με τη χιτλερική Γερμανία και προτείνει μία λύση στην αναγκαία κάθαρση. Ίσως είναι σκόπιμο να το μελετήσουν, μιας και κυκλοφορεί στα ελληνικά, πολλά από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, για να αντιληφθούν την άμεση και επώδυνη γι’ αυτούς πραγματικότητα.


Σχολιάστε εδώ