Π. Αδαμίδης: Εμείς και οι Ρώσοι


Του
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ ΑΔΑΜΙΔΗ
Δικηγόρου, ΔΝ, αν. Καθηγητή
Κοινοτικού Δικαίου, Προμηθειών και Διεθνών Σχέσεων
στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων


Μοιάζει ωσάν ξαφνικά όλη η χώρα να ξύπνησε από ένα όνειρο. Η επαναφορά στη νηφαλιότητα μετά το μεθύσι. Το τέλος της αγνότητας. Και ταυτόχρονα η αποθέωση της υποκρισίας.

Η είδηση αφορούσε την απέλαση τεσσάρων ρώσων διπλωματών. Η αιτιολογία και όσα ακολούθησαν προκαλούν απλά θυμηδία. Όταν μάλιστα ακούγονται και διατυπώνονται «αγανακτισμένες» διαπιστώσεις περί ασέβειας. Ως προς τη χώρα μας και τους θεσμούς της. Και τις ανα­φορές σε απόπειρες χρηματισμού και υπονομευτική δράση. Που κατά παραδοχή των υπευθύνων ήταν εδώ και καιρό γνωστές και «απλά» στην παρούσα φάση «υπερέβησαν τα εσκαμμένα».

Είναι χρήσιμο λοιπόν να προσεγγί­σουμε τα όρια του ανεκτού για να προσδιορίσου­με και τον βαθμό της σοβαρότητάς μας ως κράτος. Πέρα από εμμονές και μυθε­ύματα. Που στο κοινωνικό υποσυνείδητο, σε διαδρομή δεκαετιών καλλιεργούνται. Μολονότι έρχονται σε εμφανή αναντιστοιχία και ρήξη με την πραγματικότητα.

Το περιούσιο, λοι­πόν, «ξανθό γένος» δεν ήταν αυτό στο οποίο το σκλαβω­μένο γένος είχε εναποθέσει τις ελπίδες του για λύτρωση από τον τουρκικό ζυγό και που δεν έχανε ευκαιρία να διαψεύδει τις ελπίδες αυτές; Και αυτό διότι, όπως κάθε σοβαρό έθνος, προέτασσε την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του. Αναγκαίος όρος για να αξιώνεις από τους τρίτους σεβασμό.

Έτσι και στα Ορλοφικά, τον 18ο αιώνα, οι εξεγερμένοι Έλληνες βρέθηκαν ξεκρέμαστοι στο έλεος της οθωμανικής μήνης και στην Επανάσταση του 1821 ο τσάρος των Ρώσων έμεινε πιστός αρχικά στην Ιερή Συμμαχία. Αλλά και η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου το 1878, μεταξύ της Ρωσίας και της Τουρκίας, δεν ήταν αυτή που δημιούργησε τη Μεγάλη Βουλγαρία και απετέλεσε τη μήτρα των κομιτατζήδων, ενάντια στους οποίους έγινε το έπος του Μακεδονικού Αγώνα;

Οι σοβιετικοί ηγέτες δεν ήταν αυτοί που πρώτοι εξό­πλισαν τον Κεμάλ για να επιδοθεί στη σφαγή του Μικρασιατικού Ελληνισμού και στη συνέχεια εξόρισαν στις εσχατιές της Σιβηρίας τον Ελληνισμό της Μαύρης Θάλασσας, ως επικίνδυνο, ταραχοποιό στοιχείο για τη «σοβιετική ειρήνη»; Ο σοβιετικός παράγοντας δεν υποδαύλισε τα δεινά του 1946 – 1949 και εν συνεχεία τις φαιδρότητες περί κομμουνιστικής ετοιμό­τητας, επόμενου γύρου και συνθηκών αναταραχής, που τόσο εγκλώβισαν την πατρίδα σε μια περίοδο που ο δυτικός κόσμος αναπτυσσόταν γοργά με το Σχέδιο Μάρσαλ;

Ο σοβιετικός παράγοντας, με το αιχμάλωτο Πατριαρχείο της Μόσχας αρχικά και στη συνέχεια με τους ανανήψαντες «ζηλωτές» της Ορθοδοξίας, δεν επεδίωξε τη συστηματική υπονόμευση του έλληνα Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης και του οικουμενικού του ρόλου; Να μη μας διαφεύγουν σχετικά και οι αθλιότητες, με άγνωστη πηγή εκπόρευσης, περί Πατρι­αρχείου εξαρτώμενου από τους Τούρκους που θα έπρεπε να παραδώσει τα πρωτεία σε άλλη δύναμη, που, ω του θαύματος, δεν είναι άλλη από τη ρωσική. Και από κοντά οι ενέργειες για την κατακυρίευση του Αγίου Όρους. Και όχι μιλώντας για απλό προσκυνηματικό τουρισμό. Και μην ξεχνάμε πως οι Ρώσοι ήταν από τους πρώτους που αναγνώρισαν τους Σκοπιανούς ως «Μακεδονία».

Και εις ό,τι αφορά τους Ρώσους, καλώς καμωμένα. Είναι συνεπείς στις επιδιώξεις τους. Με κάθε σχετικό τίμημα. Πρόσφατο είναι το παράδειγμα της τουρκικής προέλασης στο Αφρίν και της συντριβής των Κούρδων, με τη ρωσική ανοχή, αν όχι τις ρωσικές πλάτες. Και ας είχε προ­ηγηθεί η κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού και η δολοφονία του ρώσου πρέσβη. Κο­ντή αποδείχθηκε η ιστορική μνήμη. Που επιτρέπει μεταξύ άλλων και την πώληση των S-400 στον Ερντογάν. Κραυγαλέα υπενθύμιση στους εν Ελλάδι αφελείς και καιροσκόπους. Που αίφνης ανακάλυψαν την προκλητική ρωσική κι­νητοποίηση και δράση. Χωρίς ωστόσο να εμποδίζονται εξ αυτού του λόγου στην υλοποίηση της ενεργειακής πολιτικής και των αντίστοιχων σχεδιασμών. Και στην ολοκλήρωση μεγάλων επιχειρηματικών deals. Μέσα από μια μακιαβελική θεώρηση των πραγμάτων, που αξιολογεί και την πρακτική του ξεκαρφώματος.

Υπόγειες διαδρομές και μικροπολιτικές σκοπιμότητες δεν μπορούν ωστόσο ούτε να αποπροσανατολίσουν ούτε να κηλιδώσουν τον αγώνα για τη Μακεδονία. Η αγάπη για την πατρίδα και τη Μακεδονία ούτε μεταφραστές χρειάζεται ούτε ενισχυτές, Ρώσους ή άλλους, με άδηλα κίνητρα και στοχεύσεις. Είναι πηγαία και αποτελεί μεράκι. Γι’ αυτό και θα νικήσει.


Σχολιάστε εδώ