Αβεβαιότητες και ανησυχίες για το μέλλον της ευρωπαϊκής…

Αβεβαιότητες και ανησυχίες για το μέλλον της ευρωπαϊκής…

…και διεθνούς κατάστασης


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Ο μήνας που πέρασε αλλά και αυτός που διανύουμε ήταν πλήρεις γεγονότων και εξελίξεων σε ευρωπαϊκό και διατλαντικό επίπεδο.

Σε επίπεδο ΕΕ προπομπός ήταν η πραγματοποίηση του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων (26.6.2018), που συνέρχεται σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, για να ακολουθήσει δύο ημέρες μετά (28-29.6.2018) η Σύνοδος Κορυφής, που πραγματοποιείται στο τέλος του εξαμήνου κάθε προεδρίας. Από το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων συγκρατείται η αυστηρή προειδοποίηση προς την Άγκυρα, στην οποία διαμηνύθηκε ότι με την πολιτική που ακολουθείται από το καθεστώς Ερντογάν σε ό,τι αφορά τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοκρατικών αξιών απομακρύνεται η ευρωπαϊκή της προοπτική και οι προενταξιακές διαπραγματεύσεις.

Αυστηρό, επίσης, ήταν το μήνυμα, αν και σε γενικότερο πλαίσιο, σε ό,τι αφορά τη συνέχιση της κράτησης των δύο ελλήνων αξιωματικών χωρίς να τους έχει απαγγελθεί ακόμη κατηγορία. Η Σύνοδος Κορυφής, όπως αναμενόταν, ήταν πλούσια σε θεματολογία και περιεχόμενο. Στις συζητήσεις των ηγετών των χωρών-μελών ξεχώρισαν δύο βασικά θέματα. α) Το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό. β) Η πολιτική διεύρυνσης, όσον αφορά την έναρξη προενταξιακών διαπραγματεύσεων με νέες υποψήφιες χώρες.

Οι πολιτικές αλλαγές που έχουν συντελεσθεί στο εσωτερικό ορισμένων χωρών-μελών, όπως στην Αυστρία και εσχάτως στην Ιταλία, με ενίσχυση των συντηρητικών αλλά και ακροδεξιών δυνάμεων, συνετέλεσαν στην επανεξέταση της στάσης της Ένωσης στα παραπάνω θέματα.

Στη Σύνοδο επισημάνθηκε η ανάγκη και αποφασίσθηκε η μεταρρύθμιση του ισχύοντος συστήματος ασύλου, όπως και η κατανομή των προσφύγων – οικονομικών μεταναστών, με ανάληψη υποχρεώσεων, αναλογικά, από όλες τις χώρες-μέλη, που οι χώρες της γνωστής ομάδας Visegrad αρνούνται με τη συμπεριφορά τους να δεχθούν. Προς τούτο απαιτείται και τροποποίηση της Συνθήκης Δουβλίνο 3, οι διατάξεις της οποίας στην ουσία εγκλώβιζαν τους πρόσφυγες και τους οικονομικούς μετανάστες στις χώρες εισόδου, δηλαδή την Ελλάδα, την Ιταλία και σε μικρότερο βαθμό την Ισπανία, Πορτογαλία και Βουλγαρία.

Είναι απορίας άξιον και διερωτάται κανείς πώς οι χώρες του Ευρωπαϊκού-Μεσογειακού Νότου είχαν δε­χθεί με τόση προχειρότητα τα κείμενα των Συμφωνιών του Δουβλίνου, που οφθαλμοφανώς ήσαν σε βάρος τους. Μεσογειακή προχειρότητα και απρονοησία ή παντελής έλλειψη της οφειλόμενης μελέτης; Όσοι έχουμε υπηρετήσει σε διεθνείς και πολυμερείς οργανισμούς έχουμε πικρή πείρα από έλλειψη οδηγιών από τις κεντρικές υπηρεσίες. Το θέμα της διεύρυνσης αφορούσε δύο κυρίως χώρες. Την Αλβανία και την ΠΓΔΜ, που εφεξής πρέπει να προετοιμασθούμε, εκτός απροόπτου, να την αποκαλούμε «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας».

Η Ελλάδα, ήδη διά του υπουργού των Εξωτερικών κ. Νίκου Κοτζιά, είχε ταχθεί υπέρ των προενταξιακών διαπραγματεύσεων, οι οποίες όμως μετά την αντίδραση Γαλλίας και Ολλανδίας αναβλήθηκαν προς συζήτηση και λήψη αποφάσεων τον επόμενο χρόνο.
Τις καθαρώς ευρωπαϊκής αρμοδιότητας συναντήσεις ακολούθησε η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ, που πραγματοποιήθηκε 11-12 Ιουλίου στην έδρα της Συμμαχίας στις Βρυξέλλες. Ασφαλώς, την παράσταση, για πολλούς και ποικίλους λόγους, έκλεψε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ κ. Ντόναλντ Τραμπ.

Με το πέρας των εργασιών εξεδόθησαν τρία σημαντικά κείμενα (μετά τη συνάντηση του ΓΓ της Συμμαχίας Στόλτενμπεργκ, του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Γιούνκερ και του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Τουσκ): α) Η διακήρυξη για τις διατλαντικές σχέσεις. β) Το κοινό ανακοινωθέν. γ) Η κοινή διακήρυξη ΝΑΤΟ – ΕΕ. Το θέμα που κυριάρχησε στις ευρωατλαντικές συνομιλίες ήταν ο επιμερισμός των βαρών της Συμμαχίας στο επίπεδο του 2% του ΑΕΠ, που αποτελεί πάγιο αίτημα των ΗΠΑ, οι οποίες κατηγορούν τους Ευρωπαίους, ιδιαίτερα Γερμανία και Γαλλία, ότι δεν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους.

Ο αμερικανός Πρόεδρος στην αρχή της Συνόδου ήταν, όπως γράφτηκε, χαμηλών τόνων, στη συνέχεια όμως άσκησε δριμεία επίθεση στο Βερολίνο, προειδοποιώντας ότι οι ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένες να παίξουν άλλο τον ρόλο του προασπιστή και φύλακα του δυτικού κόσμου, θέσεις που ορισμένοι έσπευσαν να ερμηνεύσουν ακόμη και σαν προοίμιο διάλυσης του ΝΑΤΟ. Πώς όμως συμβιβάζεται μία τέτοια ερμηνεία με την πρόσκληση που απευθύνθηκε στην ΠΓΔΜ για συνομιλίες προς προσχώρηση (με ρητή όμως αναφορά στις προϋποθέσεις που θέτει η Συμφωνία των Πρεσπών) στη Συμμαχία;

Μήπως ο απρόβλεπτος αμερικανός Πρόεδρος στοχεύει στην αλλαγή της παρούσας μορφής και λειτουργίας του ΝΑΤΟ; Πολύ πιθανό, αν κρίνουμε και από τις αποφάσεις που ελήφθησαν για αύξηση και ανακατανομή των νατοϊκών στρατηγείων και επιχειρησιακών δυνατοτήτων. Το πλέον ανησυχητικό σημείο της στάσης και των δηλώσεων του κ. Τραμπ, που ήδη προβληματίζει όλο και περισσότερο τη διεθνή κοινή γνώμη αλλά και την αμερικανική κοινωνία, είναι δείγμα ότι προτιμάει τη συνεργασία σε διμερή και όχι πολυμερή επίπεδα, όπως ισχύει από δεκαετίες και επάνω στα οποία έχει στηριχθεί η διεθνής έννομη τάξη.

Τόσο οι εξελίξεις σε επίπεδο ΕΕ όσο και κυρίως σε επίπεδο ΝΑΤΟ είναι εύλογο να προκαλούν έντονες ανησυχίες και προβληματισμούς στις πολιτικές ηγεσίες των χωρών και σε όσους παρακολουθούν τα διεθνή δρώμενα. Διορατικός και έμπειρος διπλωμάτης, με τον οποίο είχαμε σχετική συζήτηση, διερωτόταν αν η Ευρώπη και ο κόσμος γενικότερα μπαίνει σε αχαρτογράφητα νερά.

Η Ελλάδα, που βρίσκεται σε μία από τις πλέον ευαίσθητες περιοχές του κόσμου, με πολλά εθνικά προβλήματα ανοικτά, που καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες και αναζητεί διόδους προκειμένου να εξέλθει από το πολυετές τέλμα της κρίσης, οφείλει, όπως πιστεύουμε ότι πράττει η παρούσα κυβέρνηση, να παρακολουθεί με προσοχή τις διεθνείς εξελίξεις και να ενισχύει τις σχέσεις της με τρίτες χώρες συνάπτοντας εποικοδομητικές και λειτουργικές συμμαχίες στα πλαίσια μιας πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής.

Ασφαλώς η εσωτερική συναίνεση είναι αναγκαία και πρέπει να γίνεται κατανοητή από όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Εσχάτως γράφτηκαν πολλά αστόχαστα σε ό,τι αφορά τη Συμφωνία των Πρεσπών, τις σχέσεις μας με τη Ρωσία και τις συνομιλίες με την Αλβανία. Πρέπει όμως να γίνει κατανοητό ότι τα θέματα εξωτερικής και εθνικής πολιτικής δεν προσφέρονται για έκθεση ιδεών.


Σχολιάστε εδώ