Ο «πόλεμος» μεταξύ Μονάχου και Βερολίνου
Του
ΓΙΑΝΝΗ ΤΖΩΡΤΖΗ
-Έντονες αναταράξεις στο γερμανικό κομματικό σύστημα
Τα ανησυχητικά σημάδια της τρέχουσας γερμανικής κυβερνητικής κρίσης δείχνουν ως απίθανο το ενδεχόμενο να σταθεί στα πόδια της μια τέτοιας σύνθεσης κυβέρνηση συνασπισμού. Κι η χώρα μάλλον σύντομα θα οδηγηθεί σε πρόωρες εκλογές. Σε αυτή δηλαδή την επιλογή που είχαν προτείνει οι Σοσιαλδημοκράτες του SPD ήδη πριν από τα περασμένα Χριστούγεννα.
Τελικά υπαναχώρησαν, έγιναν μέρος του προβλήματος και ούτε οι ίδιοι πλέον είναι σε θέση να γνωρίζουν τι μέλλει γενέσθαι. Τούτο φάνηκε καθαρά όταν το κόμμα τους αναγκάσθηκε να συμφωνήσει στην ανέγερση Κέντρων «τράνζιτ» για πρόσφυγες, ενώ την επομένη ζητούσε την άμεση παραίτηση του υπουργού Εσωτερικών Ζεεχόφερ, που είχε προτείνει μια τέτοιου είδους αντιμετώπιση του ζητήματος.
Η συμβιβαστική λύση που πέτυχαν Μέρκελ και Ζεεχόφερ στο Προσφυγικό απομάκρυνε μεν προς το παρόν τον κίνδυνο μιας μείζονος κομματικοπολιτικής αναταραχής στο Βερολίνο, δεν κατέστειλε όμως τη σωβούσα από εβδομάδες κρίση στη Γερμανία.
Η ρήξη ανάμεσα στο Βερολίνο και το Μόναχο, στην οποία θα συμπαρασυρόταν κι η υπόλοιπη Ευρώπη, απετράπη, την ύστατη ώρα. Τούτο διότι στη Γερμανία λειτούργησε η «λογική του κράτους» (Staatsraison) κι όχι οπωσδήποτε το λεγόμενο «σύστημα», στο οποίο εμπλέκονται κι εξωτερικοί παράγοντες. Την αποφασιστική τους τροπή έλαβαν πάντως τα πράγματα όταν η ομοσπονδιακή γερμανική αστυνομία έλαβε, μέσω του Συνδικάτου της, ανοιχτά θέση και υποστήριξε την επιλογή ανέγερσης «ενδιάμεσων κέντρων» (τράνζιτ) εγκατάστασης μεταναστών στα σύνορα Βαυαρίας – Αυστρίας.
Η μακρά διάρκεια μιας πρωτοφανούς για γερμανικά δεδομένα κυβερνητικής αστάθειας δεν προέκυψε μόνο από τις βαυαρικές επιλογές στο ζήτημα της αντιμετώπισης του Προσφυγικού. Αυτό έδωσε την τελική αφορμή, αλλά οφείλεται και σε μια σειρά αιτίων και λόγων, ορισμένοι εκ των οποίων ανατρέχουν ακόμη και στο μακρινό παρελθόν. Ο «πόλεμος» Μονάχου – Βερολίνου έχει, δηλαδή, βαθύτερες ρίζες και οδηγεί αναπότρεπτα στην οριστική έξοδο της καγκελαρίου Μέρκελ από την πολιτική. Που αν συμβεί η Γερμανία μπαίνει σε ένα άλλο δάσος και τότε βλέπουμε…
Σε δύο μήνες θα έχει κλείσει σχεδόν χρόνος από τις τελευταίες ομοσπονδιακές εκλογές στη Γερμανία. Η ηγέτιδα χώρα της Ένωσης θεωρείται πολιτικά από ορισμένους σαν ακυβέρνητο σκάφος καθώς δεν παράγεται ουσιαστική πολιτική σε κυβερνητικό επίπεδο.
Το Προσφυγικό έχει προκαλέσει παράλυση σε διάφορους κυβερνητικούς τομείς, κάτι το οποίο δεν θέλει να πιστεύει μόνο η φιλανθρωπίστρια καγκελάριος. Ο ρόλος της Άνγκ. Μέρκελ στην Ευρώπη έχει στο μεταξύ ατονίσει. Το ίδιο έχει εξασθενήσει κι η θέση της Γερμανίας ως ηγετικής δύναμης. Τη διαπίστωση αυτή έκαναν πολλοί κατά την τελευταία Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών, όπου η Μέρκελ εκλιπαρούσε ηγέτες χωρών της ΕΕ για μια απόφαση-άλλοθι.
Η αδιάλλακτη στάση των Βαυαρών απέναντι στην πολιτική της Μέρκελ δεν είναι εύκολο στην παρούσα πολιτική συγκυρία να μεταβληθεί θεαματικά, διότι στη χώρα τους πρόκειται να διεξαχθούν τοπικές βουλευτικές εκλογές το φθινόπωρο, τις οποίες ο νέος πρωθυπουργός Μ. Ζέντερ θέλει πανηγυρικά να κερδίσει. Έναν εξίσου σημαντικό λόγο προς τούτο συνιστά κι η αμφισβήτηση της καγκελαρίου μέσα στο ίδιο της το κόμμα, γεγονός το οποίο γνωρίζουν κάλλιστα οι Βαυαροί.
Εν κατακλείδι, όμως, τέτοια φαινόμενα κυβερνητικής αστάθειας στη Γερμανία, άγνωστα μέχρι πρότινος, παραπέμπουν σε θεσμικές ανεπάρκειες και αδυναμίες, στις οποίες δεν ανταποκρίνεται πλέον θετικά το ισχύον Σύνταγμα της χώρας.
Αυτός o «θεμελιώδης νόμος» ρύθμιζε μέσω ρητρών την κοινοβουλευτική τάξη και την κυβερνητική σταθερότητα στη βάση ενός δικομματικού συστήματος με έναν μικρό «μπαλαντέρ». Με το «δυόμισι κομμάτων» εν λόγω σύστημα αποκλείονταν συνθήκες Βαϊμαρης μεταπολεμικά.
Σήμερα όμως στο Γερμανικό Μπούντεσταγκ, το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο της χώρας, εκπροσωπούνται πλέον εφτά κόμματα και η κομματικοπολιτική γεωγραφία του Βερολίνου θα προκαλούσε δέος και απόγνωση στους πατέρες του Γερμανικού Συντάγματος της Βόννης.