Η αγωνία της Αθήνας για τη «νέα εποχή» στην Τουρκία

Η αγωνία της Αθήνας για τη «νέα εποχή» στην Τουρκία

-Σε κινούμενη άμμο η συνάντηση Τσίπρα – Ερντογάν

H Αθήνα με αγωνία στρέφει το βλέμμα προς Ανατολάς, καθώς πλέον με την ολοκλήρωση των εκλογών, και μάλιστα με τον ιδανικότερο τρόπο για τον τούρκο ηγέτη, αναμένονται τα πρώτα δείγματα γραφής εν όψει και της πρώτης –μετά τον περασμένο Δεκέμβριο– συνάντησης του Αλέξη Τσίπρα με τον τούρκο Πρόεδρο στη Σύνοδο Κορυφής στο ΝΑΤΟ στις 11 Ιουλίου.

Η προηγούμενη συνάντησή τους είχε γίνει στο πλαίσιο μιας αρκετά επεισοδιακής επίσκεψης του τούρκου ηγέτη, μετά τη γνωστή δημόσια αντιπαράθεση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο για τα θέματα της Λωζάννης και του διεθνούς δικαίου αλλά και την περιοδεία του στην Κομοτηνή.

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν μπει από την περίοδο του πραξικοπήματος σε μια ιδιαίτερα δύσκολη φάση, καθώς στα γνωστά προβλήματα (την ένταση που δημιουργεί ο αναθεωρητισμός του κ. Ερντογάν και το εθνικιστικό κλίμα που κυριαρχεί πλέον στην πολιτική σκηνή της γειτονικής χώρας) έχει προστεθεί η υπόθεση της χορήγησης ασύλου στους οκτώ τούρκους αξιωματικούς που κατηγορούνται ότι συμμετείχαν στην απόπειρα πραξικοπήματος και βεβαίως η παράνομη κράτηση -επί τρεισήμισι μήνες- των ελλήνων στρατιωτικών, στους οποίους ακόμη δεν έχει απαγγελθεί κατηγορία.

Μάλιστα, μέσα στην εβδομάδα, ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέ­ντευξή του στο Bloomberg δεν θέλησε να απαντήσει ευθέως στην ερώτηση που του τέθηκε για το αν εμπιστεύεται τον Ερντογάν, αλλά αναφέρθηκε στο πόσο ισχυρός ηγέτης αλλά και απρόβλεπτος είναι. Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο έλληνας πρωθυπουργός και ο τούρκος πρόεδρος θα συναντηθούν στις 11-12 Ιουλίου στις Βρυξέλλες, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ.

Οι διμερείς σχέσεις είναι ουσιαστικά παγωμένες, ειδικά όσο συνεχίζεται η χωρίς κατηγορητήριο κράτηση των ελλήνων στρατιωτικών. Βεβαίως υπάρχει μια μικρή ελπίδα από ελληνικής πλευράς ότι η άρση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης τον Ιούλιο, όπως προανήγγειλαν Ερντογάν – Μπαχτσελί, θα μπορούσε να διευκολύνει τους χειρισμούς της τουρκικής δικαιοσύνης και στο θέμα των δύο στρατιωτικών. Αν και φυσικά αυτό προϋποθέτει ότι η σύλληψή τους και η συνεχιζόμενη κράτησή τους δεν έγινε με στόχο να χρησιμοποιηθούν ατύπως ως «όμηροι», αλλά επρόκειτο απλώς για ένα καψώνι προς την Ελλάδα.

Αν και η ελληνική κυβέρνηση επανειλημμένα έχει δηλώσει ότι το μεγάλο πρόβλημα της εξωτερικής πολιτικής είναι η Τουρκία και πρέπει να υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας για εκτόνωση των εντάσεων, είναι σαφές ότι δύσκολα μπορούν να γίνουν οι συνήθεις μεγαλόστομες δηλώσεις περί εμβάθυνσης και εντατικοποίησης της συνεργασίας των δύο χωρών, περί Συμβουλίων Στρατηγικής Συνεργασίας, κ.λπ., όσο οι δύο έλληνες στρατιωτικοί παραμένουν στις φυλακές της Αδριανούπολης.

Και δυστυχώς η κατάσταση αυτή θα συνεχίζεται μέχρις ότου ο κ. Ερντογάν θεωρήσει ότι η Ελλάδα τιμωρήθηκε αρκετά για το άσυλο που προσέφερε στους οκτώ τούρκους αξιωματικούς και μέχρις ότου βρεθεί ένα εξίσου σημαντικό αντάλλαγμα, όπως, π.χ., η παράδοση των οκτώ στις τουρκικές αρχές.

Σε ό,τι αφορά τα άλλα ζητήματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, χωρίς να υποτιμάται το γεγονός ότι για περίπου δέκα ημέρες πριν και μετά τις εκλογές δεν έχουν υπάρξει σοβαρές προκλήσεις στο Αιγαίο, ουδεμία στιγμή, παρά τις πολεμικές επιχειρήσεις στη Συρία και τη γενική αποδυνάμωση της Πολεμικής Αεροπορίας λόγω των διώξεων εναντίον πιλότων και αξιωματικών, δεν έλλειψε η τουρκική στρατιωτική παρουσία, άλλοτε διακριτική, άλλοτε με παραβιάσεις του FIR Αθηνών και άλλοτε με παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου.

Μετά μάλιστα την πρόσδεση του Ερντογάν με τον ακραίο εθνικιστή και αρχηγό των Γκρίζων Λύκων Μπαχτσελί μόνο θετικές δεν προμηνύονται οι εξελίξεις.
Και ίσως ο Ερντογάν εμφανίζεται πιο μετριοπαθής σε σύγκριση με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης (CHP), που ως γνήσιος κληρονόμος της κεμαλικής κληρονομιάς κρατάει την πρώτη θέση στο εθνικιστικό παραλήρημα εναντίον της Ελλάδας, κατηγορώντας τον Ερντογάν ότι έχει αφήσει την Ελλάδα να καταλάβει… 18 νησιά, αλλά και το κόμμα της Μεράλ Ασκενέρ (IYI) δεν υπολείπεται του Μπαχτσελί σε ακραίες θέσεις.

Σοβαρές και εντυπωσιακές εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά δεν θα πρέπει να αναμένονται και εάν υπάρξει έκπληξη αυτή θα είναι μάλλον δυσάρεστη, καθώς είναι γνωστό το πώς αντιμετωπίζει την Ελλάδα ο Μπαχτσελί, ενώ μόνο άγνωστα δεν είναι τα υποτιμητικά, προσβλητικά σχόλια για τη χώρα μας από τον ίδιο τον Ερντογάν.

Κομβικό ζήτημα, που μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη εκτροχιασμό τις σχέσεις με τη γείτονα χώρα, είναι η Κύπρος και ο τρόπος που θα επιλέξει ο τούρκος ηγέτης να παρέμβει ώστε να μπλοκάρει ή να επηρεάσει το πρόγραμμα γεωτρήσεων και ερευνών στην κυπριακή ΑΟΖ.

Οποιαδήποτε πειρατικού τύπου παρέμβαση, όπως είχε προϊδεάσει μέχρι τώρα η Άγκυρα, θα οδηγήσει σε νέο ρήγμα στις σχέσεις και σε αντιπαράθεση που ελπίζουμε να περιορισθεί μόνο σε πολιτικό – διπλωματικό επίπεδο.

Σε αυτό το πλαίσιο, ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει για την Ελλάδα και η αναζήτηση των ισορροπιών στις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ και την Ουάσινγκτον, καθώς ζητήματα όπως οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των αρχών του κράτους δικαίου εμποδίζουν τις σχέσεις με την Ευρώπη, ενώ ζητήματα όπως η συνεργασία με τη Ρωσία και το Ιράν στη Συρία, η στοχοποίηση των Κούρδων της Συρίας και η επιμονή της Τουρκίας να προμηθευτεί τόσο τα υπερσύγχρονα F-35 όσο και τους ρωσικούς πυραύλους S-400, κάτι που για τους Αμερικανούς συνιστά σοβαρή απειλή ασφάλειας, υπονομεύουν τις σχέσεις με τις ΗΠΑ…

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ