Οι νέες αντικειμενικές αξίες: Άλλες για φόρο μεταβίβασης και άλλες για τον ΕΝΦΙΑ

Του
ΜΠΑΜΠΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΥ
Επιστημονικού Συμβούλου SOLUM Property Solutions,
τ. Ορκωτού Εκτιμητή και Προέδρου Ελληνικού Ινστιτούτου Εκτιμητικής


Όπως είναι γνωστό, ανατέθηκε σε πιστοποιημένους εκτιμητές να προβούν, μετά από κατάλληλη έρευνα και με τη χρήση της επιστημονικής γνώσης αλλά και με την εμπειρία τους, σε τεκμηριωμένες προτάσεις για την αναθεώρηση – αναπροσαρμογή των υφιστάμενων αντικειμενικών τιμών αποκλειστικά στο επίπεδο των τιμών ζώνης.

Οι εκτιμητές έδωσαν τις προτάσεις τους στο υπουργείο Οικονομικών, το οποίο, λαμβάνοντας υπόψη διάφορες άλλες παραμέτρους, που έχουν και στοιχεία πολιτικής, κατέληξε στις νέες τιμές ζώνης που είδαμε προ ημερών.

Οι διάφορες χώρες καταρτίζουν συστήματα φορολογητέων αξιών για την ακίνητη περιουσία.

Οι τιμές που υπάρχουν σε αυτά τα συστήματα πρέπει αλλά και επιδιώκεται να είναι όσο πιο κοντά γίνεται στις εμπορικές (αγοραίες) αξίες των ακινήτων, έτσι ώστε να υπάρχει μια δίκαιη φορολογία είτε όταν πρόκειται για φόρο μεταβίβασης ακινήτων είτε όταν πρόκειται για ετήσιο φόρο κατοχής ιδιοκτησίας (ΕΝΦΙΑ).

Είναι δε προφανές πως η φορολογητέα αξία ακινήτου και στη μία και στην άλλη περίπτωση πρέπει να είναι η ίδια και δεν θα είναι άλλη για τον φόρο μεταβίβασης και άλλη για τον ΕΝΦΙΑ.

Στη χώρα μας, δυστυχώς, δεν ταυτίζονται οι φορολογητέες αξίες, όπως φαίνεται από τους συντελεστές παλαιότητας, τους συντελεστές εμπορικότητας και τους συντελεστές ορόφου (για να μην ασχοληθούμε με όλη την ομάδα συντελεστών που υπάρχουν στο σύστημα αντικειμενικών αξιών και στο σύστημα για τον ΕΝΦΙΑ).

Σε ό,τι αφορά τον συντελεστή εμπορικότητας, παρατηρούμε ότι αυτός υπάρχει όταν πρόκειται για μεταβίβαση, ενώ δεν υπάρχει όταν πρόκειται για τον ΕΝΦΙΑ. Δηλαδή, ένα κατάστημα 100 τ.μ., κατασκευής 1990, στην οδό Ερμού στην Αθήνα (όπου η εμπορικότητα είναι πολύ μεγάλη, δηλαδή 4,6) στην περίπτωση του ΕΝΦΙΑ φορολογείται περί τα 930 ευρώ, δηλαδή κατά 1% λιγότερο σε σχέση με ένα γραφείο 100 τ.μ. στον τρίτο όροφο του ιδίου κτιρίου (939 ευρώ), ενώ όταν πρόκειται για μεταβίβαση η φορολογητέα αξία του καταστήματος είναι πολλαπλάσια εκείνης του γραφείου στον τρίτο όροφο. Αν είχε εφαρμοστεί ο συντελεστής εμπορικότητας τότε ο ΕΝΦΙΑ του καταστήματος θα ήταν περί τα 4.250 ευρώ.

Επομένως παρατηρούμε ότι ενώ θα έπρεπε η φορολογία (είτε για μεταβίβαση είτε για τον ΕΝΦΙΑ) να επιβάλλεται στην ίδια φορολογητέα αξία (ώστε να υπάρχει φορολογική δικαιοσύνη), έχουμε στρέβλωση και επιβολή φόρων σε πλασματικές αξίες.
Ειδικά θα σημειώσουμε ότι έχουμε:

– Άλλους συντελεστές ορόφου για μεταβιβάσεις και άλλους για τον ΕΝΦΙΑ.
– Άλλους συντελεστές παλαιότητας για μεταβιβάσεις και άλλους για τον ΕΝΦΙΑ.

…Φρενάρισμα του συντελεστή παλαιότητας στα 26 έτη (εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι συντελεστές παλαιότητας θα έπρεπε να είναι διαφορετικοί -μικροί- όπου η αξία οικοπέδου είναι μεγάλη και μεγαλύτεροι όπου η αξία γης είναι μικρή).

Απαλοιφή του συντελεστή εμπορικότητας για τον ΕΝΦΙΑ
Υπάρχουν μεγάλες αδικίες και το όλο πρόβλημα των φορολογητέων αξιών πρέπει να αναθεωρηθεί πλήρως (χάραξη ζωνών, αναθεώρηση εμπορικοτήτων, αλλαγή συντελεστών παλαιότητας, εξίσωση συντελεστών ορόφου κ.λπ.), με γνώμονα την προσέγγιση των εμπορικών αξιών και φορολόγηση είτε για μεταβίβαση είτε για ΕΝΦΙΑ με βάση τις ίδιες φορολογητέες αξίες για κάθε ακίνητο.

Εξυπακούεται ότι πρέπει να ενημερώνονται τα στοιχεία ανά έτος.

Η πρόσφατη παρέμβαση, που έγινε μόνο στο επίπεδο των τιμών ζώνης, αντιμετωπίζει και αναθεωρεί μόνο ένα πολύ μικρό τμήμα του συνόλου από το οποίο υπολογίζονται οι αντικειμενικές αξίες, ενώ οι τιμές ζώνης κάτω από τα 700 ευρώ/τ.μ. είναι βέβαιο ότι έχουν προκύψει με άλλα κριτήρια.

Τέλος, δεν αντιμετωπίζεται και το ζήτημα των εκτός σχεδίου ακινήτων, που έχει πολλά άλλα προβλήματα.


Σχολιάστε εδώ