Η Ιστορία
Του
ΝΙΚΟΥ ΑΜΜΑΝΙΤΗ
Είναι γνωστό πως τον τελευταίο καιρό η ΕΡΤ άνοιξε τα μπαούλα της και έβγαλε από μέσα διάφορα σκοροφαγωμένα που χαρακτήρισε «ιστορικά γεγονότα» και ανέθεσε σε κάποιον «ιστορικό» να μας τα εξιστορήσει.
Και ο ιστορικός, σύμφωνα με τα «πιστεύω» του, μας παρουσιάζει πως έπρεπε να συμβούν τα πράγματα και όχι όπως πράγματι συνέβησαν. Αγνοείται, π.χ., η «αποστασία», στην οποία είχε αναμιχθεί πρωταγωνιστικά ολόκληρη η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία του τόπου. Αγνοείται η πυκνή αλληλογραφία, εμπεριέχουσα βαρύτατες κατηγορίες μεταξύ βασιλέως και πρωθυπουργού, που ήταν κεραυνός εν αιθρία και ο σπόρος ο κακός για τα μετέπειτα συμβάντα, τα οποία είτε δεν γνωρίζει είτε τα ξέρει πολύ καλά και προτιμά να τα αποσιωπήσει.
Αντιπαρέρχεται, με δύο λόγια, μια ολόκληρη εποχή, που σημάδεψε μέχρι σήμερα τη ζωή της Ελλάδος, για να μας διηγηθεί λεπτομερώς «πως οι φοιτητές επαναστάτησαν στην ταράτσα της Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών».
Δεν έχω τίποτα εναντίον της ΕΡΤ, η οποία είναι και η μόνη που βλέπω και ακούω. Ούτε και με τους συνεργάτες της ή την ιδεολογία τους έχω τίποτα. Θυμάμαι μάλιστα πως στο απώτατο παρελθόν είχα και εγώ την τιμή να ανήκω στους συνεργάτες της. Αυτό δεν με εμποδίζει όμως να διαφωνώ με την αξιολόγηση που γίνεται σε διάφορα μεγάλα ιστορικά γεγονότα, σήμερα μάλιστα, που η Ιστορία δείχνει να ξυπνά από τον λήθαργο στον οποίο έχει περιπέσει.
Οκτώβριος του 1940. Είχαν περάσει μόλις 18 χρόνια από τότε που η Ελλάς, ύστερα από πολυαίμακτους πολέμους, υπερδιπλασίαζε τα όριά της. Ήταν τότε που η «κόκκινη μηλιά» έβγαλε «μπουμπούκια» και μπορεί να μην ξύπνησε ο μαρμαρωμένος βασιλιάς, αλλά κάτω από το μπαλκόνι στο αυτοκρατορικό σεράι, στην Πόλη, έριξε άγκυρα ο θρυλικός «Αβέρωφ». Η ακατανίκητη έως τότε Ελλάς υπέστη, παρά πάσα λογική, μια δεινή στρατιωτική ήττα. Και σαν να μην έφτανε αυτό, δύο εκατομμύρια και περισσότεροι Έλληνες ξεριζώθηκαν από τις πατροπαράδοτες εστίες τους και ήρθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα, μη έχοντας πού την κεφαλήν κλίνη. Ήταν η λεγόμενη Μικρασιατική Καταστροφή.
Αυτά τα δεκαοκτώ χρόνια που πέρασαν έως το 1940 δεν ήταν χρόνια γαλήνης, ηρεμίας και ευτυχίας. Ο διχασμός εξακολουθούσε να υφέρπει. Είχαν γίνει δύο μεταπολιτεύσεις, με κατάργηση και παλινόρθωση της βασιλείας, άπειρα στρατιωτικά κινήματα και αποκορύφωμα τη δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά. Ήταν πολύ της μόδας οι δικτατορίες εκείνη την εποχή. Και ο Μπενίτο Μουσολίνι, δικτάτωρ και απόλυτος άρχων (όπως πίστευε) της Μεσογείου, αφού διά της καταλήψεως της Αιθιοπίας και Αλβανίας του άνοιξε η όρεξη και μελετούσε ποιος θα ήταν ο επόμενος που θα «έτρωγε», διαφήμιζε με κραυγές στους φοβισμένους λαούς πως διαθέτει οκτώ εκατομμύρια λόγχες. Και ήταν ο φόβος και ο τρόμος της οικουμένης, μη και θυμώσει. Πλάι στο θηρίο, στην Αλβανία, η φτωχή και ρακένδυτη Ελλάς ζούσε μέσα στη μιζέρια της.
Με ενάμισι εκατομμύριο πρόσφυγες εγκατεστημένους σε πρόχειρους συνοικισμούς, που διαμένανε σε ιδιότυπες φαβέλες, φτιαγμένες εκ των ενόντων, προσπαθούσε να ορθοποδήσει. Όταν έγινε το κίνημα του ‘35 η Ελλάδα δεν έκανε επιστράτευση επειδή εστερείτο ιματισμού για τους επίστρατους. Τότε, το 1935, πήρε από τη Σερβία ένα αεροπλάνο δανεικό για να ρίξει κυβερνητικές προκηρύξεις στους κινηματίες. Αυτήν την Ελλάδα έβαλε στο μάτι ο μέγας Ντούτσε για να στολίσει το αυτοκρατορικό στέμμα του Βίκτωρα Εμμανουήλ. Και από εδώ αρχίζουν οι πιο ένδοξες σελίδες των 3.000 χρόνων που υπάρχει η Ελλάς, σελίδες τις οποίες οι «ιστορικοί» επιδεικτικά αποσιωπούν, λες και δεν υπήρξαν ποτέ. Έχουμε και λέμε λοιπόν:
Την αυγή της 28ης Οκτωβρίου του 1940 ο πρέσβης της Ιταλίας κόμης Γκράτσι ξύπνησε τον πρωθυπουργό της Ελλάδος Ιωάννη Μεταξά και του ζήτησε «γην και ύδωρ». Ο Μεταξάς, που δεν ήταν διατεθειμένος να δώσει γη ή νερό, χωρίς φτηνά «μα και μου», αρνήθηκε. Και οι σειρήνες που σε λίγο ούρλιαξαν πληροφόρησαν τους Έλληνες πως άρχισε ο πόλεμος. Τα οκτώ εκατομμύρια του φιλήσυχου ελληνικού πληθυσμού ένιωσαν δέος μπροστά στις οκτώ εκατομμύρια λόγχες του πολεμοχαρούς «Καίσαρα» της Ρώμης.
Και κανένας δεν ξεχνά πως η παντοδύναμη Ιταλία ήταν αυτοκρατορία. Και τότε συνέβη αυτό που δεν γίνεται ούτε στα όνειρα ούτε στα παραμύθια. Δεν πέρασαν καλά καλά 15 μέρες και η φτωχή και ξυπόλυτη Ελλάς με μια υπεράνθρωπη αντεπίθεση απώθησε τους εισβολείς. Μέχρι και οι γυναίκες της Ηπείρου πήραν μέρος στις μάχες στα απρόσιτα φαράγγια. Η περίφημη μεραρχία Giulia, που είχε βάλει πλώρη για Αθήνα, διαλύθηκε στα βορειοηπειρώτικα βουνά. Και την 22α Νοεμβρίου ο Ελληνικός Στρατός έμπαινε στην Κορυτσά. Και σε έξι μήνες χρειάστηκε να επέμβουν οι γερμανικές αρμάδες για να σωθούν οι ιταλοί φίλοι τους. Την ιστορία μας αυτή πρέπει να την αγνοούμε;