Σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους, με… προσύμφωνο θα πάρουν το ok για ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση τα Σκόπια!

Σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους, με… προσύμφωνο θα πάρουν το ok για ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση τα Σκόπια!

-Που δεν θα περάσει από τη Βουλή, για να μην υπάρξει στην ψηφοφορία κανένα ατύχημα…

Έτοιμη να δεσμεύσει τη χώρα και να καταθέσει τα διπλωματικά όπλα που έχει η χώρα έναντι της ΠΓΔΜ εδώ και τρεις δεκαετίες είναι η κυβέρνηση, με ένα… προσύμφωνο που δεν θα έχει περάσει από τη Βουλή και δεν θα έχει και νομιμοποίηση, καθώς ο ένας κυβερνητικός εταίρος, στις ψήφους του οποίου στηρίζεται η κυβερνητική πλειοψηφία, όχι μόνο είναι αντίθετος με τη συμφωνία, αλλά απορρίπτει την οποιαδήποτε χρήση του όρου «Μακεδονία».

Σύμφωνα με πληροφορίες μας, η κυβέρνηση, αντιμετωπίζοντας σοβαρές δυσκολίες τόσο στη διαπραγμάτευση όσο και στο εσωτερικό μέτωπο, προσανατολίζεται σε μια επικίνδυνη επιλογή, καθώς αντί να επιδιώξει μια συμφωνία η οποία θα προασπίζει τα εθνικά συμφέροντα και θα μπορεί να υπερψηφισθεί από τη Βουλή, δημιουργώντας συνθήκες ευρύτατης συναίνεσης, επιλέγει τελικά την υιοθέτηση ενός προσυμφώνου, το οποίο χωρίς να περάσει από τη Βουλή θα δεσμεύει τη χώρα και θα προσφέρει τακτικό πλεονέκτημα στη σκοπιανή πλευρά, προσφέροντάς της τη δυνατότητα να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για την ένταξή της στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ χωρίς να έχει προχωρήσει στη συνταγματική αναθεώρηση με την κατάργηση όλων των αλυτρωτικών αναφορών, την αλλαγή της γλώσσας και της εθνότητας, αλλά και τη δέσμευση της ονομασίας για όλες τις χρήσεις μέσα στη χώρα και έξω.

Η κυβέρνηση έτσι ελπίζει ότι θα εξευμενίσει τον διεθνή παράγο­ντα που επείγεται για λύση και προσδοκά ότι τα Σκόπια, αφού αρχίσουν να «εισπράττουν» από την εφαρμογή του προσυμφώνου, θα δείξουν μετά… καλή διάθεση για οριστική λύση, ενώ συγχρόνως θα αποφύγει τον κίνδυνο να καταρρεύσει η κυβερνητική πλειοψηφία σε μια ψηφοφορία στη Βουλή.

Δεσμεύοντας τη χώρα με ένα προσύμφωνο το οποίο θα αρχίσει να παράγει αποτελέσματα από τώρα, ουσιαστικά θα μετακυλίσει στην επόμενη κυβέρνηση, υπό δυσμενέστερους όμως όρους, το βάρος της οριστικής διαπραγμάτευσης και της οριστικοποίησης της συμφωνίας, η οποία θα πρέπει να πάει στη Βουλή, ελπίζοντας έτσι ότι η κρίση, την οποία η ίδια θα αποφύγει σήμερα, θα φορτωθεί στην πλάτη του επόμενου πρωθυπουργού.

Η κυβέρνηση οφείλει να διαψεύσει άμεσα τις πληροφορίες αυτές, που εκτός των άθλιων τακτικισμών, ανοίγουν τον ασκό του Αιόλου, με εξαιρετικά επικίνδυνες κινήσεις στην εθνική υπόθεση του Σκοπιανού, και εάν δεν είναι έτσι όπως τις καταγράφουμε θα πρέπει η κυβέρνηση να πει τι ακριβώς συμβαίνει, ποια είναι η αλήθεια και για ποιον λόγο δεν θα πάει η συμφωνία άμεσα στη Βουλή.

Γιατί είναι ξεκάθαρο ότι, εφόσον τα Σκόπια, χωρίς την υπογραφή τώρα μιας συμφωνίας που θα περάσει και από τα δύο Κοινοβούλια και από το δημοψήφισμα που θα διοργανώσει η σκοπιανή πλευρά, κάνουν τα πρώτα βήματα σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, δύσκολα θα μπορέσουν τα τετελεσμένα να ανατραπούν.

Και η Ελλάδα θα εμφανισθεί να υποχωρεί έναντι του κ. Ζάεφ και εκεί που η απαράβατη κόκκινη εθνική γραμμή ήταν ότι χωρίς την οριστική και συνολική λύση του ονοματολογικού δεν θα υπάρξει κανένα βήμα σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, τώρα με ένα προσύμφωνο αμφίβολης νομικής υπόστασης θα σφραγισθεί το διαβατήριο της ευρωατλαντικής πορείας της χώρας.

Η διαπραγμάτευση για το Σκοπιανό αγγίζει και πάλι τα όρια του παραλόγου, καθώς ενώ η κυβέρνηση ανακοίνωνε, αναλαμβάνοντας μάλιστα και την ευθύνη, ότι η συμφωνία έχει σχεδόν κλείσει και αναμένεται το τελικό πράσινο φως από τον Ζ. Ζάεφ, ξαφνικά προέκυψε και νέα εμπλοκή.

Τα Σκόπια, έχοντας κερδίσει όσα μπόρεσαν στη διαπραγμάτευση και έχοντας εξασφαλίσει και δημόσια δήλωση του Ν. Κοτζιά περί «μακεδονικής γλώσσας», επιδιώκουν την τελευταία στιγμή να κερδίσουν -μέσω του χρονοδιαγράμματος εφαρμογής- εξαιρέσεις από το erga omnes, καθώς όπως φαίνεται δεν υπήρξε γραπτή συμφωνία γι’ αυτό. Επιπλέον, απαιτούν και την άρση των ελληνικών επιφυλάξεων σε ΕΕ και ΝΑΤΟ με την υπογραφή της συμφωνίας, πριν γίνει το δημοψήφισμα.

Ο κ. Ζάεφ, ο οποίος, όπως φαίνεται, ερμηνεύει διαφορετικά το erga omnes από ό, τι η Ελλάδα, ζητά τώρα να υπάρξει αμέσως έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ αλλά και να δοθεί η πρόσκληση για έ­νταξη στο ΝΑΤΟ τον Ιούλιο, προκειμένου να βρει, όπως λέει, επιχειρήματα για το δημοψήφισμα, το οποίο τοποθετεί το φθινόπωρο.

Ο τρόπος με τον οποίο στήνει το σκηνικό εμπλοκής η σκοπιανή πλευρά, οδηγώντας τις διαπραγματεύσεις στο χρονικό όριο της Συνόδου Κορυφής, δημιούργει δεύτερες σκέψεις. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν έχει αποδειχθεί τις τελευταίες εβδομάδες η πλήρης αναξιοπιστία της σκοπιανής πλευράς.

Φθάνοντας παραμονές της Συνόδου Κορυφής με εμπεδωμένη την εντύπωση ότι η συμφωνία είναι έτοιμη ή σχεδόν έτοιμη, η Αθήνα θα βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση για να επιχειρηματολογήσει εναντίον της έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων ΕΕ – ΠΓΔΜ.

Και λίγες ημέρες αργότερα ισχύει ακριβώς το ίδιο για τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, όπου σε αντίθεση με την ΕΕ, που υπάρχουν δεύτερες σκέψεις για νέο κύμα διεύρυνσης, όλοι οι σύμμαχοι υποστηρίζουν την επίδοση πρόσκλησης στην ΠΓΔΜ για ένταξη στο ΝΑΤΟ.

Εάν δεν έχει υπάρξει συμφωνία είναι σαφές ότι θα γίνει υπό δυσμενείς όρους προσπάθεια επίρριψης των ευθυνών, όπου είναι λάθος να πιστεύει κανείς ότι δεν θα έχει κόστος μια τέτοια εξέλιξη και για την Ελλάδα.

Όμως ο ακόμη μεγαλύτερος κίνδυνος είναι μια ημιτελής συμφωνία, ένα Προσύμφωνο, που δεν θα έχει περάσει από το Δημοψήφισμα, με το οποίο όμως η Ελλάδα θα υποχρεωθεί σε κινήσεις έστω και μικρές, που θα «σπάνε» την τακτική του «βέτο» στην ευρωατλαντική πορεία της ΠΓΔΜ.
Εάν σπάσει η σταθερή ελληνική γραμμή με το επιχείρημά ότι στη μεν ΕΕ υπάρχουν πολλά κεφάλαια ενταξιακών διαπραγματεύσεων, τα οποία θα μπορεί να μπλοκάρει κάθε φορά η Ελλάδα, και ότι η πλήρης ένταξη στο ΝΑΤΟ απαιτεί έγκριση και από την Ελληνική Βουλή και συνεπώς θα υποχρεωθούν τα Σκόπια να εφαρμόσουν τη συμφωνία, η Ελλάδα είναι αυτή που θα βρεθεί σε πίεση καθώς σύμμαχοι και εταίροι θα στραφούν στη χώρα μας προκειμένου να μην εμποδίσει την ένταξη σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, ύστερα μάλιστα από μια δύσκολη και πολύμηνη διαδικασία συνομιλιών…

Μπορεί τα μεγάλα χρονοδιαγράμματα και οι μεταβατικές περίοδοι να διευκολύνουν πολιτικά την κυβέρνηση καθώς έτσι θα καθυστερήσει η εισαγωγή της συμφωνίας στη Βουλή και συνεπώς δεν θα κινδυνεύσει η κυβερνητική συνοχή, όμως η τακτική αυτή θα οδηγήσει σε επικίνδυνη διολίσθηση, που μόνο τη σκοπιανή πλευρά θα ωφελήσει.

Καθώς υπάρχει εντελώς συ­γκεχυμένη εικόνα για το τι ακριβώς έχει αποδεχθεί η σκοπιανή πλευρά, δημιουργείται σοβαρό ζήτημα ως προς τα ανταλλάγματα που έχει προσφέρει η ελληνική πλευρά στη διάρκεια της διαπραγμάτευσης.

Η εντύπωση που έχει δημιουργηθεί είναι ότι η Αθήνα αποδέχθηκε τη διατήρηση της «μακεδονικής» γλώσσας αλλά και του διεθνούς χαρακτηριστικού ISO ως «ΜΚ», ωστόσο δεν έχει αποσαφηνισθεί εάν η εθνικότητα στα διαβατήρια θα αναφέρεται μόνο στο όνομα του νέου κράτους ή θα συμπληρώνεται με τον όρο «Μακεδονικός/ή» στην κυριλλική γραφή.

Αυτά τα στοιχεία είναι ιδιαίτερα σημαντικά καθώς αποτελούν συστατικό στοιχείο της ταυτότητας, η οποία εφόσον χαρακτηρίζεται ως «μακεδονική» αποτελεί έτσι την ουσία της διαφοράς μεταξύ των δύο χωρών.

Το ερώτημα που τίθεται αφορά το πώς και γιατί εξαιρέθηκαν η γλώσσα, η εθνικότητα, το ISO, οι συντμήσεις, οι εμπορικές χρήσεις από τη συζήτηση της erga omnes χρήσης της νέας ονομασίας. Έτσι, φαίνεται σαν να έχει κερδίσει από τα… αποδυτήρια η σκοπιανή πλευρά τα κρίσιμα αυτά στοιχεία της «μακεδονικής ταυτότητας», χωρίς μέχρι στιγμής να έχει προσφέρει τίποτα.

Τεράστιες οι ευθύνες της κυβέρνησης, αν…
Και μάλιστα δεν αποδέχεται ούτε το erga omnes, παρά μόνο υπό όρους, μακρά χρονοδιαγράμματα και με εξαιρέσεις που πρακτικά το ανατρέπουν. Όμως διαπραγματευτικά και μετά τις δημόσιες δηλώσεις επί του θέματος η σκοπιανή πλευρά έχει κερδίσει ως διαπραγματευτικό κεκτημένο τη γλώσσα και το ISO…

Εφόσον η σκοπιανή πλευρά επιμείνει να κάνει τα παιγνίδια αυτά της τελευταίας στιγμής, η Αθήνα θα πρέπει να στείλει ξεκάθαρα μηνύματα σε όλους, κάνοντας σαφές ότι εάν η άλλη πλευρά δεν συναινέσει τα επόμενα, λίγα, εικοσιτετράωρα στην υιοθέτηση πλήρους και απόλυτης erga omnes χρήσης της νέας ονομασίας, δεν θα υπάρξει συμφωνία και ούτε υπάρχει λόγος για περαιτέρω συνεννοήσεις στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ και φυσικά δεν δεσμεύεται από όσα μέχρι τώρα είχε προσφέρει στη διαπραγμάτευση.

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ