Σκέψεις για τη βία


Του
ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΓΑΛΟΥΣΗ
πρ. Πρύτανη ΔΠΘ


Με αφορμή τα γεγονότα με πρωταγωνιστή τον δήμαρχο Θεσσαλονίκης πολλά και αντιφατικά ακούστηκαν και γράφτηκαν. Καταγράφω κάποιες σκέψεις που γεννήθηκαν στο μυαλό μου μετά από όλα αυτά. Πρέπει εξαρχής να δηλώσω ότι συνειδητά και εκ χαρακτήρος είμαι κατά κάθε μορφής βίας. Αυτό για να μην παρεξηγηθούν οι σκέψεις μου αργότερα.

Πριν από όλα θα πρέπει να οριοθετηθεί η έννοια της βίας.

Είναι βία όταν χειροδικήσεις, σπρώξεις, ξυλοκοπήσεις κάποιον;

Είναι βία όταν βρίσεις, εκβιάσεις, αρπάξεις, μπεις κρυφά στον ιδιωτικό χώρο άλλου και τον αναστατώσεις;

Είναι βία όταν ειρωνευτείς κάποιον που πονάει; Η απειλή που προκαλεί φόβο, τρόμο ή και πανικό είναι βία;

Ο κλέφτης ασκεί βία;

Η προσπάθεια επιβολής ιδεολογίας είναι βία;

Η πιεστική και ανεπιθύμητη επικοινωνία ή ακόμη και άσκηση καθήκοντος, όταν υπάρχει εναλλακτική νόμιμη οδός, είναι βία;

Και πολλά άλλα τέτοια ερωτήματα, που μπορεί να βάλει κανένας στο τραπέζι και κατά περίπτωση για να οριοθετήσει τη βία απαντώντας «ναι» ή «όχι».

Γίνεται λοιπόν φανερό ότι ορισμός της βίας καθολικά αποδεκτός δεν πρόκειται να προκύψει. Άρα, τα όριά της γίνονται ασαφή και εν πολλοίς μένουν στη σφαίρα της προσωπικής ερμηνείας, ανάλογα με τον χαρακτήρα, την παιδεία και την εξωτερική καλλιέργεια εκάστου. Λέμε συχνά, αυτός είναι βίαιος ή ήπιος χαρακτήρας. Έτσι θα τολμούσα να πω ότι η βία μπορεί να ενταχθεί και στα ένστικτα του ανθρώπου, γι’ αυτό και παίρνει διάφορες και κατά περίπτωση ερμηνείες. Πώς, επί παραδείγματι, θα δικαιολογούσε κανείς τη βία που εμφανίζεται ακόμη και στους χώρους των νηπιαγωγείων (bullying); Εκεί ελπίζουμε στη διόρθωση διά της παιδείας (όταν θα την έχουμε!).

Υπάρχει η απρόκλητη βία αλλά και η προκαλούμενη. Ο μαζοχιστής θα έκανε τα πάντα για να προκαλέσει και να δεχθεί βία για ικανοποίησή του και ευχαρίστηση. Δεν θα ήθελα όμως να πάω σε αρρωστημένες καταστάσεις.

Εκείνο που είναι βέβαιο όμως είναι ότι χρησιμοποιώντας τη λογική ένα πρέπει να είναι το συμπέρασμα. Όχι στη βία. Συμβαίνει όμως; Όχι βέβαια! Γιατί, μήπως δεν έχουμε λογική ή γιατί υπάρχει ένα ολόκληρο περιβάλλον, με πολλές παραμέτρους, στις οποίες, ενώ πρέπει, αδυνατούμε να ανταποκριθούμε, ασφυκτιούμε, οδηγούμαστε σε αδιέξοδα και η αντίδραση είναι βίαια; Και η φύση λειτουργεί με τον νόμο της δράσης και της αυτόματα εμφανιζόμενης αντίδρασης. Έκρηξη μετά από εσωτερική συσσώρευση πίεσης. Είναι μακρύς ο δρόμος που θα οδηγούσε (;) στην ερμηνεία εμφάνισης βίας, αν ακολουθηθεί η φιλοσοφική οδός παρακολούθησης της εκδήλωσης του φαινόμενου.

Εγώ όμως θα ήθελα να σταθώ σε ένα φαινόμενο που προδίδει θρασύτητα, αθλιότητα, πώρωση ή όπως αλλιώς θα ήθελε κανείς να το χαρακτηρίσει. Είναι όμως βία.

Όταν ο ασκών βία προκλητικά και πολλάκις, σύμφωνα με τον νόμο, γίνεται κήνσορας και τιμητής (όχι υποστηρικτής ) της βίας, αυτό είναι θράσος. Δεν είναι βία όταν, χωρίς να το θέλεις, χωρίς να το έχεις εγκρίνει, χωρίς να έχεις ενημερωθεί, όταν σ’ έχουν όχι απλώς ξεγελάσει, αλλά εξαπατήσει, σου βάζουν το χέρι στην τσέπη και σου παίρνουν και το τελευταίο κέρμα, που κρατούσες για έναν καφέ και μία καραμέλα στο εγγόνι σου; Όταν αυτός γυρίζει και λέει με στόμφο ότι «στα πολιτισμένα κράτη δεν χωράει η βία», πώς να τον χειριστείς; (Είναι παρεμπιπτόντως από αυτούς που άρπαξαν στον δρόμο κάποιες «ψιλές».) Η βία ήταν καταδικαστέα για τον πολίτη. Ο πολιτικός αυτός έγινε «ήρωας» (!). Ο πολίτης τιμωρήθηκε και ο πολιτικός τιμήθηκε (πολιτισμένο κράτος!).

Όταν στη Βουλή ψηφίζεται νόμος για παραχώρηση δικαιώματος είσπραξης από τις τράπεζες σε εισπρακτικές εταιρείες, οι οποίες απειλούν διά του τηλεφώνου και με άκομψο τρόπο, δεν είναι βία; Οι ψηφίσαντες του νόμου δεν είναι ηθικοί αυτουργοί; Ας άφηναν τις τράπεζες να τα βγάλουν πέρα με την ισχύουσα νομοθεσία περί χρεών. Γιατί έπρεπε να νομοθετηθεί η διαδικασία της ψυχολογικής βίας;

Σε τι διαφέρει από τον μπράβο της νύχτας, που εντέλλεται να εισπράττει δανεικά για λογαριασμό τοκογλύφων; Άλλος, πάλι, πολιτικός (κι αυτός εισέπραξε τις «ψιλές» του) γνωμοδότησε ότι «η κρίση είναι το λίπασμα της βίας».

Αυτός που δέρνει ασκεί βία. Αυτός που ευθύνεται γι’ αυτό που αναίτια συνέβη τι ακριβώς κάνει; Δεν έχει ευθύνη;

Βέβαια, ακούστηκε από τον ίδιο «σοφό» ότι «δεν δικαιολογούνται να κάνουν κριτική όσοι δεν πάνε να ψηφίσουν, γιατί αφήνουν τους άλλους να εκλέγουν για λογαριασμό τους». Όταν όμως, π.χ., σε μια περιφέρεια ορίζονται κεντρικά δέκα ηλίθιοι για να εκλεγούν οι πέντε ως εκπρόσωποι, τι ακριβώς συμβαίνει;

Πρώτον, διά της βίας εφαρμόζεται η ψήφος όσων ψηφίζουν για να εκλεγούν οι πέντε από τους δέκα ηλίθιους και, δεύτερον, δίνεται το δικαίωμα στους μη ψηφίζοντες να δηλώνουν αξιοπρεπείς γιατί δεν συμμετέχουν στη βία αυτού του τύπου. Ακόμη πιο χτυπητό παράδειγμα «νόμιμης» βίας είναι η βία της πλειοψηφίας. Όταν επιβάλλεται η κομματική πειθαρχία σε βουλευτές, οι οποίοι οδηγούνται ως πρόβατα να ψηφίσουν ή να καταψηφίσουν νόμους, και δέχονται τη βία αυτή με αντάλλαγμα να μη χάσουν την καρέκλα τους. Δεν είναι βία και μάλιστα αντίθετη και με την επιλογή του ανταλλάγματος, που αναφέρεται στο συμπέρασμα του βουλευτή (ελεύθερη βούληση);

Τα παραδείγματα νομιμοποιημένης βίας, άπειρα.

Η προστασία από τέτοια βία, μηδενική.

Ο διασυρμός και η τιμωρία σε όσους αντιδρούν άκομψα μέχρι βίαια ατελείωτος.

Η βία όμως είναι μία. Η αυθαίρετη συμπεριφορά του ισχυρού απέναντι στον αδύναμο. Όπως θέλει κανείς ας το ερμηνεύσει.

Φαντάζεται κανείς ότι κάποιος θα επιχειρούσε αν δεν ένιωθε ασφαλής απέναντι σε κίνηση βίας;
Μεγάλη σύγχυση, σε πολλές περιπτώσεις, υπάρχει (σκόπιμα) μεταξύ βίας και αυτοάμυνας.

Καταλήγοντας θα πρέπει πάλι να δηλώσω ότι είμαι κατά της βίας από όποιον και αν προέρχεται και ότι ο ασκών βία θα πρέπει να τιμωρείται. Αλλά όχι επιλεκτικά, όπως και οι πιθανοί αυτουργοί.

Η βία δεν είναι τόσο επιφανειακό φαινόμενο, όσο θέλουν να το παρουσιάζουν. Πάντα έχει βαθύτερα αίτια και αν πρέπει να αποτολμήσω μια αξιολόγηση-διαβάθμιση στη βία θα έλεγα ότι η ψυχολογικά ασκούμενη με κάθε (νόμιμο ή μη) τρόπο και μέσο βία είναι η χειρότερη, γιατί έχει πολύ σοβαρότερες επιπτώσεις από ένα γιαούρτωμα, που ίσως βάλει και σε σκέψεις (!) τον γιαουρτώμενο ως προς το γιατί του συνέβη.

Γιατί δεν τα φάγαμε μαζί.


Σχολιάστε εδώ