N. ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗΣ: Η ελπίδα που αναβάλλεται την καρδιά την τσακίζει… (Παλιά γερμανική παροιμία)
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Η οικονομική και πολιτική αστάθεια είναι χαρακτηριστική των περιόδων καπιταλιστικής κρίσης. Εκεί που πράγματα μοιάζουν να εξομαλύνονται μια φράση, ένα περιστατικό, μια εξέλιξη ανατρέπει το σκηνικό άρδην. Στις αρχές της περασμένης εβδομάδας όλοι πίστευαν ότι μια κυβέρνηση μετριοπαθών ευρωσκεπτικιστών θα σχηματιζόταν στην Ιταλία, ο Ραχόι θα παρέμενε πρωθυπουργός της Ισπανίας, οι σχέσεις Αμερικής – Ευρώπης θα συνέχιζαν να είναι παραδοσιακά καλές, θα είχαμε εξελίξεις αναφορικά με την ονομασία της ΠΓΔΜ και οι όποιες αποφάσεις γύρω από τα οικονομικά στην Ελλάδα θα πήγαιναν για τον Σεπτέμβρη.
Αντ’ αυτού είχαμε μια μίνι συνταγματική κρίση στην Ιταλία, όπου η πραξικοπηματική απαίτηση του Προέδρου της Δημοκρατίας για αλλαγή του προσώπου του υπουργού Οικονομικών έφερε τη χώρα μπροστά σε πρόωρες εκλογές, πυροδοτώντας παράλληλα ένα γενικό ξεπούλημα μετοχών, ευρωπαϊκών ομολόγων αλλά και του ίδιου του ευρώ. Σε διάστημα λίγων ημερών τα επιτόκια του ιταλικού δεκαετούς αυξήθηκαν σχεδόν 1%, συμπαρασύροντας το ελληνικό δεκαετές, που έφτασε στα απαγορευτικά επίπεδα του 4,5%. Μικρότερης έντασης πιέσεις είχαμε στις αποδόσεις (επιτόκια) των ομολόγων και των υπολοίπων χωρών της ΕΕ. Οι εξελίξεις στην Ισπανία επίσης έχουν οσμή συνταγματικής ανωμαλίας μιας και ο πρωθυπουργός Ραχόι παραιτήθηκε υπό το βάρος σκανδάλων για να αντικατασταθεί στην πρωθυπουργία από τον ηττημένο των τελευταίων εκλογών, αρχηγό των Σοσιαλδημοκρατών, κ. Σάντσεζ.
Ανεξάρτητα από το εάν ο σχηματισμός κυβέρνησης Λέγκας – Πέντε Αστέρων στην Ιταλία, με την πέτρα του σκανδάλου, τον κ. Σαβόνα, να μετακινείται από το υπουργείο Οικονομίας στο υπουργείο Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, έφερε σχετική ηρεμία στις αγορές, η κρίση δύσκολα θα αντιμετωπιστεί. Είναι πολύ δύσκολο να σταθούν οι ιταλικές τράπεζες χωρίς πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και το μέγεθος της Ιταλίας (τρίτη οικονομία στην Ευρωζώνη) δεν επιτρέπει τη σύναψη Μνημονίου. Αντίστοιχα είναι απίθανο να σταθεί κυβέρνηση μειοψηφίας χωρίς το πρώτο σε δύναμη κόμμα στην Ισπανία. Μάλιστα το γεγονός ότι ο κ. Σάντσεζ αποδέχθηκε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης αντί να ζητήσει εκλογές, ευελπιστώντας σε νίκη του κόμματός του τώρα που ο Ραχόι βρίσκεται στη δίνη οικονομικών σκανδάλων, μαρτυρά το βάθος της πολιτικής κρίσης στην Ισπανία.
Όμως οι εκπλήξεις δεν σταματούν στην όξυνση της πολιτικής κρίσης στην Ευρωζώνη. Από την 1 Ιουνίου 2018, με μονομερή απόφαση, υπάρχουν δασμοί 25% στις εισαγωγές ευρωπαϊκού χάλυβα στις ΗΠΑ και 10% στις εισαγωγές αλουμινίου. Είναι προφανές ότι η συγκεκριμένη ενέργεια δεν αφορά τα 3,5 δισ. ευρώ αξία εισαγωγών ευρωπαϊκού ατσαλιού και αλουμινίου στις ΗΠΑ. Αρκετοί θεωρούν ότι έχει να κάνει με τη συνεδρίαση του G8 την επόμενη Παρασκευή 8 Ιουνίου και συγκεκριμένα με τις αμερικανικές διαμαρτυρίες για την επιδότηση της κινεζικής χαλυβουργίας, ένα θέμα για το οποίο δεν υπήρξε συμφωνία στις πρόσφατες αμερικανοκινεζικές εμπορικές συνομιλίες. Συνολικά είναι ένδειξη της συνεχιζόμενης κρίσης, που οδηγεί στην ανάγκη προστασίας της εγχώριας βιομηχανίας ακόμη και από δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ.
Σε ένα τόσο ασταθές διεθνές περιβάλλον θα ήταν περίεργο να μην τρωθούν σημαντικά τα δύο βασικά κυβερνητικά αφηγήματα. Πρώτα πρώτα το αφήγημα της ισχυρής Ελλάδας στα Βαλκάνια, που λανσαριζόταν στο πλαίσιο της συμφωνίας για την ονομασία της ΠΓΔΜ, μοιάζει να καίγεται. Η γειτονική χώρα δεν μοιάζει διατεθειμένη να συζητήσει τη συνταγματική αναθεώρηση, την ονομασία του πανεπιστημίου της και ένα σωρό τέτοια θέματα και ως εκ τούτου η συζήτηση μοιάζει να παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες. Ίσως είναι ένα ακόμη καψόνι των Αμερικάνων στους Ευρωπαίους, ή το ανάποδο, με παράπλευρη απώλεια τον κ. Τσίπρα και τον κ. Κοτζιά. Στασιμότητα στο θέμα του ονόματος σημαίνει μη ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ για τη γείτονα χώρα.
Όμως είναι και μια αποτυχία για τον κ. Τσίπρα, που το είχε αναγάγει σε κεντρικό θέμα στην ομιλία του στο ΣΕΒ, σε μια προσπάθεια να διασκεδάσει τις εντυπώσεις για τις εξελίξεις αναφορικά με το δεύτερο αφήγημά του, αυτό της καθαρής εξόδου. Σχετικά με το τελευταίο η εβδομάδα επεφύλαξε κάποιες δυσάρεστες δηλώσεις. Ο επικεφαλής των «θεσμών» κ. Κοστέλο από το βήμα του Οικονομικού Επιμελητηρίου δήλωσε ότι «οι βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα θα χρειαστούν πέντε με δέκα χρόνια για να ολοκληρωθούν», για να συμπληρώσει ότι αυτό που επείγει είναι η δημιουργία μαξιλαριού διαθεσίμων, τα μέτρα για το χρέος και το πλαίσιο επιτήρησης.
Από κοντά ο κ. Στράουχ, του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης (ESM), δήλωσε συμβολικά ότι εάν δεν υπάρξει δήλωση αξιόχρεου για την Ελλάδα που να επιτρέψει στην ΕΚΤ να αποδεχθεί τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο, η έξοδος από το Μνημόνιο περιπλέκεται. Όλα αυτά μάλιστα συζητιούνται 20 μέρες πριν από το τέλος του Μνημονίου και χωρίς να υπάρχει κάποιο σχέδιο στο τραπέζι για κανένα από τα επίμαχα ζητήματα. Στο Βερολίνο και με δεδομένη τη θέση του ΔΝΤ συζητούν ήδη για «υφέρπον Μνημόνιο» που θα βασιστεί σε εμπροσθοβαρή μέτρα και το αδιάθετο υπόλοιπο του τρίτου Μνημονίου.
Για την κυβέρνηση μοιάζει να ισχύει η παλιά γερμανική παροιμία: «Η ελπίδα που αναβάλλεται την καρδιά την τσακίζει…». Το ζήτημα είναι να μην ισχύσει για την κοινωνία, γιατί στην ουσία δεν πρόκειται για ελπίδα αλλά για μνημονιακή αυταπάτη.