Κλειστή η πόρτα ΝΑΤΟ και ΕΕ για τα Σκόπια
Γιατί έκανε πίσω ο Ζάεφ από τα όσα είχε συμφωνήσει με τον Τσίπρα
Στο άγνωστο μέλλον παραπέμπεται η λύση του Σκοπιανού μετά το τελευταίο ναυάγιο στις διαπραγματεύσεις. Οι αυξημένες προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί –κυρίως από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών– αποδείχθηκαν αβάσιμες, με συνέπεια η υπόθεση να καταλήξει σε «φιάσκο». Η υπαναχώρηση του Ζόραν Ζάεφ από τα συμφωνηθέντα με τον Αλ. Τσίπρα και η απόπειρά του να ανατρέψει την ακολουθούμενη έως τώρα διαδικασία, όπως και η προβολή νέων απαιτήσεων έναντι της Αθήνας, τίναξαν τα πάντα στον αέρα.
Μετά τις τελευταίες εξελίξεις, καταρρέει και το όνειρο των Σκοπίων για ένταξη σε ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση, οι πόρτες των οποίων θα παραμείνουν κλειστές μέχρι νεωτέρας. Από την πλευρά τους, παράγοντες του υπουργείου Εξωτερικών απορρίπτουν τα περί υπεραισιοδοξίας και επιμένουν ότι στις διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν στη Νέα Υόρκη –με τη συμβολή της ελληνικής ομογένειας σε ΗΠΑ και Καναδά– η σκοπιανή πλευρά είχε αποδεχθεί τους όρους που έθεσε η χώρα μας. Παράλληλα, αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο να δώσουν στη δημοσιότητα με κάθε λεπτομέρεια τα σημεία στα οποία είχαν καταλήξει και συμφωνήσει οι δύο πλευρές.
Στο μεταξύ, μέχρι την ύστατη ώρα φαίνεται ότι θα συνεχιστούν οι ασφυκτικές πιέσεις που ασκεί η Γερμανία προς τις κυβερνήσεις και των δύο πλευρών προκειμένου να αρθούν όλα τα εμπόδια και να επιτευχθεί συμφωνία.
Ο ρόλος της Γερμανίας, που θέλει προτεκτοράτο της τα Σκόπια
Πίσω από τις πιέσεις αυτές και την απροκάλυπτη αδημονία κρύβεται η επιδίωξη του Βερολίνου να «βάλει πόδι» στα Σκόπια, να μετατρέψει το γειτονικό κρατίδιο σε οικονομικό «προτεκτοράτο» της Γερμανίας και να επιβλέπει από εκεί τα Δυτικά Βαλκάνια.
Και ενώ στο Μέγαρο Μαξίμου περίμεναν το τηλεφώνημα του Ζ. Ζάεφ που θα άναβε το «πράσινο φως» για τη συνάντηση με τον Αλ. Τσίπρα –πιθανότατα στην περιοχή των Πρεσπών–, όπου θα επικυρωνόταν η συμφωνία, και ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς ήταν έτοιμος να ξεκινήσει τις προετοιμασίες για τη… γιορτή στα σύνορα, την Παρασκευή έφτασαν από τα Σκόπια τα κακά μαντάτα. Ο Ζ. Ζάεφ όχι μόνον έκανε πίσω από όσα είχε συμφωνήσει με τον κ. Τσίπρα, αλλά διατύπωνε και την απαίτηση για νέο γύρο διαπραγματεύσεων με αντικείμενο το «erga omnes».
Είχε προηγηθεί, ένα εικοσιτετράωρο νωρίτερα, η δημόσια διαφοροποίηση του σκοπιανού Προέδρου Ιβάνοφ, ο οποίος τόνισε ότι διαφωνεί κάθετα με το «erga omnes». Ορισμένοι θεωρούν ότι η διαφοροποίηση ήταν προσχεδιασμένη και είχε σκοπό να διευκολύνει την υπαναχώρηση του Ζ. Ζάεφ, παρότι εκ των αρμοδιοτήτων του ο Ιβάνοφ δεν έχει τη δυνατότητα να μπλοκάρει τη συμφωνία, αλλά μόνο να καθυστερήσει την υπογραφή σχετικού διατάγματος.
Ο κ. Ζάεφ είχε να αντιμετωπίσει το προγραμματισμένο για το Σάββατο 2 Ιουνίου μεγάλο συλλαλητήριο της αντιπολίτευσης, με επικεφαλής το VMRO-DPMNE, το οποίο καλούσε σε συγκέντρωση έξω από κτίριο της κυβέρνησης με σύνθημα: «Να πούμε “ΟΧΙ” στην αντιδημοκρατική και αντεθνική κυβέρνηση». Βεβαίως, το μανιφέστο της συγκέντρωσης αναφερόταν κυρίως στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Ζάεφ και στις ιδιωτικοποιήσεις που γίνονται, αλλά είναι σαφές ότι η διαμαρτυρία θα ξεσπάσει και στο ονοματολογικό, καθώς το VMRO-DPMNE, στριμωγμένο από την ΕΕ και την Ουάσινγκτον, μπορεί να αποφεύγει την κλιμάκωση των αντιδράσεων μέχρις ότου τουλάχιστον υπάρξει και ανακοινωθεί η τελική συμφωνία, αλλά υποθάλπει το κλίμα εναντίον μιας συμφωνίας.
«Η πλευρά της ΠΓΔΜ, απ’ ό,τι φαίνεται, δεν είναι ακόμη έτοιμη να ανταποκριθεί στα όσα συμφωνήθηκαν στις Βρυξέλλες ανάμεσα στους δύο υπουργούς Εξωτερικών. Συνεπώς, η πιθανότητα συμφωνίας εντός των επόμενων ημερών φαίνεται πως απομακρύνεται», ανέφερε κυβερνητική πηγή το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής.
Τις τελευταίες ώρες, βεβαίως, και όσο καθυστερούσε το τηλεφώνημα από το γραφείο του κ. Ζάεφ στο Μέγαρο Μαξίμου, ήταν προφανές ότι ετίθετο και ένα σοβαρό ζήτημα αξιοπιστίας της άλλης πλευράς. Διότι οι δύο υπουργοί Εξωτερικών, Ν. Κοτζιάς και Ν. Δημητρόφ, είχαν κατά κοινή εκτίμησή τους ετοιμάσει και διαμορφώσει όλο το δύσκολο νομικό κομμάτι της αποτύπωσης της λύσης σε κείμενο συμφωνιών και ενώ επρόκειτο οι δύο πρωθυπουργοί να επικυρώσουν την τελική συμφωνία με την επιλογή της μίας εκ των τριών ονομασιών που είναι στο τραπέζι, με πιθανότερη εκείνη της «Βόρειας Μακεδονίας» («Republika Severna Makedonija»), ο κ. Ζάεφ ανακάλυψε ξαφνικά ότι θα δυσκολευθεί να περάσει στο εσωτερικό της χώρας του τη συμφωνία αυτή.
Βεβαίως, ο σκοπιανός πρωθυπουργός ίσως θέλησε έτσι να κάνει ένα τελευταίο παζάρι για να κερδίσει περισσότερα στο κεφάλαιο που αφορά την ταυτότητα, καθώς αυτό έχει σκοπό να «πουλήσει» στο εσωτερικό της χώρας του. Ότι, δηλαδή, μπορεί να αλλάξει η συνταγματική ονομασία, αλλά η «μακεδονική ταυτότητα» διατηρείται…
Στο τραπέζι είναι το θέμα της εθνότητας και της γλώσσας. Μάλιστα, όπως ισχυρίστηκε ο Ζόραν Ζάεφ, «η γλώσσα και η ταυτότητα των πολιτών έχουν διασφαλιστεί από τη σχεδιαζόμενη συμφωνία με την Ελλάδα». Τόνισε δε ότι «οι δύο χώρες δεν υπήρξαν ποτέ πιο κοντά σε λύση».
Όπως αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές σχετικά με τις συζητήσεις που γίνονται, η γλώσσα θα παραμείνει «μακεδονική» (makedonski, αμετάφραστο), όπως ακριβώς αναγνωρίστηκε από τον ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο του 1977, επί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που φαίνεται να είχε συμφωνηθεί, ο κ. Ζάεφ, εφόσον περάσει τη συμφωνία με απλή πλειοψηφία στη Βουλή, θα λάβει από την Αθήνα τη συναίνεση για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ και λίγες ημέρες αργότερα, στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ (12-13 Ιουλίου), την πρόσκληση για ένταξη της χώρας του στο ΝΑΤΟ, με την αίρεση της τήρησης των δεσμεύσεων για ολοκλήρωση της έγκρισης της συμφωνίας μέσω δημοψηφίσματος και για αλλαγή στο Σύνταγμα.
Σε ό,τι αφορά το εκκλησιαστικό ζήτημα, για λόγους που έχουν σχέση μάλλον με τη συγκυρία και με στόχο να περιορισθεί η στήριξη της Ελληνικής Εκκλησίας στα συλλαλητήρια, γνωστοποιήθηκε η συνεννόηση της σχισματικής Σκοπιανής Εκκλησίας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο για επανένταξή της στην κανονικότητα με το όνομα «Αρχιεπισκοπή Αχριδών», με παράλειψη δηλαδή της ονομασίας «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία». Ο κ. Ζάεφ, πάντως, διευκρίνισε ότι στην επιστολή που είχε διαβιβάσει στον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο δεν είχε ζητήσει αλλαγή ονόματος της Εκκλησίας, αλλά απλώς είχε υποστηρίξει το αίτημα της Σκοπιανής Εκκλησίας.
Επιπλέον, πηγές της σχισματικής Εκκλησίας ανέφεραν ότι δεν ζήτησαν αλλαγή ονομασίας, αλλά μόνο την επανένταξη της Εκκλησίας στην ορθόδοξη εκκλησιαστική οικογένεια με το όνομα «Αρχιεπισκοπή Αχριδών».
Διχασμένοι οι πολίτες
Το ζήτημα των Σκοπίων εξακολουθεί να διχάζει τους έλληνες πολίτες. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Rass, το 48,3% απάντησε ότι τώρα είναι ευνοϊκή η συγκυρία για λύση του προβλήματος, ενώ το 43,9% έχει αντίθετη γνώμη.