MoU και OCW

Υπό
JOHN GALT


Τα δύο αγγλικά ακρωνύμια του τίτλου είναι στο ευρύ κοινό γνωστά ως Μνημόνιο και εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών. Σε ελεύθερη μετάφραση είναι το Μνημόνιο κατανόησης (Memorandum of Understanding) και η εξωδικαστική επίλυση (Out-of Court Workout). Και τα δύο μπήκαν στη ζωή μας μετά την κρίση, και η πατρότητα ανήκει για το μεν πρώτο στο ΔΝΤ για το δε δεύτερο στην Παγκόσμια Τράπεζα. Και τα δύο ως μοναδικό τους αντικείμενο και στόχο έχουν την αναδιάρθρωση προβληματικών οφειλών μετά από συμφωνία επίλυσης των διαφορών μεταξύ πολλών πιστωτών και ενός οφειλέτη. Στην πρώτη περίπτωση οφειλέτης είναι το Δημόσιο και στη δεύτερη ο ιδιώτης.

Η λογική και των δύο καλύπτεται από τη φιλοσοφία του αγγλοσαξονικού δικαίου, που στην ουσία προσβλέπει στην αποτροπή και σύγκρουση συμφερόντων με δικαστικές και ποινικές αντεγκλήσεις και προτρέπει στα μέρη να δεσμεύονται με προσυμφωνημένες αμοιβαίες υποχωρήσεις. Σε πολλούς η ιδέα ταυτίζεται με τη λογική της γνωστής πολιτικής που φέρει τον τίτλο «δεύτερη ευκαιρία». Είναι προφανές ότι η προσφυγή στη συγκεκριμένη διαδικασία και η επιλογή της αμοιβαιότητας απαιτεί αξιοπιστία των μερών και ποινές σε περιπτώσεις αφερεγγυότητας. Έρχεται μάλιστα ως λύση σε περιπτώσεις απρόβλεπτων γεγονότων, όπως, για παράδειγμα, μια παγκόσμια κρίση.

Ένα συμβόλαιο – σύμβαση υπογράφεται μεταξύ πιστωτών και οφειλέτη και στις δύο περιπτώσεις. Το πρώτο είναι η δανειακή σύμβαση της Ελλάδος, για παράδειγμα, με τα τεχνικά παραρτήματα που δεσμεύουν τα δύο μέρη σε συγκεκριμένες εκταμιεύσεις και σε συγκεκριμένους στόχους και μέτρα, το δεύτερο αποκαλείται σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών και προκύπτει ως συμφωνία πιστωτών. Και στις δύο περιπτώσεις προβλέπεται ταυτόσημη «καθαρή έξοδος». Είτε τήρηση και από τα δύο μέρη των συμφωνηθέντων είτε πτώχευση. Η ουσιώδης διαφορά μεταξύ των δύο έγκειται στην ιδιότητα του οφειλέτη και όχι των πιστωτών. Στην πρώτη περίπτωση οφειλέτης είναι κράτος στη δεύτερη επιχειρήσεις και ιδιώτες. Άρα και οι δύο δικαιούνται μία δεύτερη ευκαιρία αλλά η καθαρή τους έξοδος διαφέρει στο κυρίαρχο αντικείμενο της πτώχευσης, που προφανώς προκύπτει όταν εμφανιστεί το ενδεχόμενο της αδυναμίας εξυπηρέτησης της σύμβασης ή δανείου από τον οφειλέτη.

Το αγγλικό δίκαιο επιβάλλει, δυστυχώς, ότι στην περίπτωση αφερεγγυότητας του οφειλέτη (βλέπε αδυναμία εξόφλησης μίας τυχαίας δόσης) τα μέρη οδηγούνται σε καταρράκτη (άμεση απαίτηση από όλους τους πιστωτές όλου του ποσού των δανείων, ανεξαρτήτως πιστωτή η χρόνου λήξης), όπως λένε τα τραπεζικά στελέχη, εδώ και τώρα. Στην περίπτωση του ιδιώτη η πτώχευση είναι ραγδαία και τελειωτική.

A la uno, a la due, a la tre. Οι χώρες όμως δεν πτωχεύουν. Μπορούν να υποθηκεύσουν δημόσιες περιουσίες, δικαιώματα και συμμετοχές, ακόμη και φορολογικά έσοδα και πλεονάσματα μέχρι Δευτέρας Παρουσίας, αλλά πτώχευση δεν υπάρχει. Επειδή αυτό το γνωρίζουν οι πιστωτές, γι’ αυτό και στη διαδικασία εφαρμογής του Μνημονίου δημιουργούν ρήτρες διαφυγής. Για παράδειγμα, ελέγχουν ΕΣΠΑ και μετοχές τραπεζών, Υπερταμεία και ΔΕΚΟ, ρήτρες πλεονάσματος κ.ά.

Τι γίνεται τώρα στην περίπτωση που η εθνική κυβέρνηση αρνηθεί την εκτέλεση των συμφωνηθέντων και απαιτήσει την ολοκλήρωση της σύμβασης, ζητώντας όμως οι πιστωτές να εκτελέσουν στο ακέραιο τις υποχρεώσεις τους; Τι επιφυλάξεις και ποια προστασία έχουν οι πιστωτές της Ελλάδος, σύμφωνα με το αγγλικό δίκαιο, αν τηρήσουν στο ακέραιο, πληρώνοντας τα 11,7 δισ. τον Ιούλιο, ως έχουν συμφωνήσει, ή αν εκτελέσουν τα τελευταία στάδια της αναδιάρθρωσης του δημοσίου χρέους που απομένουν μέχρι τη λήξη τον Αύγουστο, χωρίς η Ελλάδα να είναι συνεπής προς τα συμφωνηθέντα (π.χ. 88 προαπαιτούμενα, περικοπή των συντάξεων ή κατάργηση του αφορολογήτου);

Το σενάριο της κυβέρνησης προβλέπει να κάνουμε όσα μας συμφέρουν από τα προαπαιτούμενα. Τα υπόλοιπα υποσχόμαστε ότι θα τα κάνουμε μέσα στο καλοκαίρι. Οι δανειστές αποπληρώνουν τις υποχρεώσεις μας 11,7 δισ. και στη χειρότερη περίπτωση δεν μας δίνουν τα χρήματα για να μειώσουμε τις υποχρεώσεις του Δημοσίου προς τους προμηθευτές. Η κυβέρνηση στη συνέχεια εξασφαλίζει περίπου 5 δισ. από την αγορά συνολικά για να εξυπηρετήσουμε μόνοι μας τις δανειακές υποχρεώσεις του Δημοσίου μέχρι τον Μάρτη του 2019. Η χώρα βγαίνει από τα Μνημόνια τον Αύγουστο και αρχίζει να εφαρμόζει μια ανεξάρτητη ή έντονα παλινδρομούσα οικονομική πολιτική (επιλογή κ. Δραγασάκη με ολίγη Τσακαλώτου). Δυνατότητα πυροσβεστικής πώλησης των περιουσιακών στοιχείων που έχουν στη διαχείριση τους οι δανειστές δεν υπάρχει καθώς θεωρούνται δημόσια περιουσία. Μολών λαβέ.

Η ελληνική οικονομία τότε θα είναι εκτός Μνημονίου, αλλά μέσα στην Ευρωζώνη. Η κυβέρνηση υπολογίζει, κατά τη γνώμη μας, χωρίς τον ξενοδόχο, καθότι στη χειρότερη των περιπτώσεων θα διαπραγματεύεται εκ νέου (βλέπε 2015) χωρίς ρευστότητα μια νέα σχέση για την επομένη. Η θέση της στηρίζεται στην υπόθεση ότι οι εταίροι θα είναι συνεπείς, αποδεσμεύοντας τα 11,7 δισ., έστω κι αν η χώρα αφήσει ορισμένα προαπαιτούμενα να εκτελεστούν κάποια στιγμή στο μέλλον μαζί με το Ασφαλιστικό και το αφορολόγητο. Θεωρούν ότι θα γίνει πολιτική διαπραγμάτευση στην Ευρωζώνη με βάση τον κίνδυνο μιας νέας κρίσης, υπό το πρίσμα και την απειλή τελειωτικής εξόδου της χώρας από το ευρώ. Θεωρούν ότι ο λαϊκισμός στη γείτονα Ιταλία θα μας βοηθήσει και μαζί της και το ΔΝΤ. Στη χειρότερη περίπτωση, εκτιμούν, θα υπάρχει έκτακτη πιστωτική γραμμή, όπως και το 2015, μέχρι να κλείσει το Μνημόνιο.

Είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι φαίνεται να μην τους προβληματίζουν τα εξής: Μπορεί ο ESM και οι υπόλοιποι εμπλεκόμενοι να εκτελέσουν τη συμφωνία χωρίς η Ελλάδα να έχει συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις του Μνημονίου του 2015; Μπορούν να υποχρεωθούν από τις πολιτικές ηγεσίες των χωρών να θεωρήσουν τη συμφωνία ως μη ολοκληρωμένη; Μπορούν να δεσμευτούν να μην απειλήσουν με καταρράκτη, επιστρέφοντας ταυτόχρονα τα δεσμευμένα κεφάλαια στις κυβερνήσεις και στα Κοινοβούλια; Μπορούν να εξασφαλίσουν τη σύμπραξη του Γερμανικού Κοινοβουλίου, έναν μήνα πριν από τις κρίσιμες εκλογές της Βαυαρίας; Μπορούν να τα κάνουν όλα αυτά οι «θεσμοί» και παράλληλα να πληρώσουν τα 11,7 δισ. σύμφωνα με το αγγλικό δίκαιο; Και αν όχι, επηρεάζεται καθόλου η αποδέσμευση των πρόσφατων 3 δισ. που δανειστήκαμε από την αγορά; Μήπως η σύμβαση που υπογράψαμε με τους συμμετέχοντες τους διασφαλίζει με ρήτρα διαφυγής από το συγκεκριμένο ενδεχόμενο; Μήπως τη στιγμή εκείνη δεν θα είναι ούτε κι αυτά διαθέσιμα; Μήπως τότε θα επανέλθουν στις μνήμες μας καταστάσεις μετά τα capital controls του 2015;

Στη Φλωρεντία, πριν από κάποιες ημέρες, σ’ ένα πολύ κλειστό συνέδριο των καλυτέρων μακροοικονομολόγων της Ευρώπης, συζητήθηκαν αρκετά ενδιαφέροντα επιστημονικά προβλήματα εφαρμοσμένης μακροοικονομίας. Μέσα σ’ αυτά ήταν και το σενάριο αδυναμίας πληρωμών σε μία χώρα της Ευρωζώνης. Όσοι παραβρέθηκαν στο συνέδριο είχαν λάβει πρόσκληση. Μετά από μεγάλη συζήτηση διαμορφώθηκε ένας μπούσουλας πρακτικής αντιμετώπισης του προβλήματος. Πριν λοιπόν αποφασίσει η κυβέρνηση να προχωρήσει, μήπως θα ήταν σκόπιμο να κάνει τον κόπο να ενημερωθεί για το τι την περιμένει;


Σχολιάστε εδώ