Η πολιτική ανατροπή στην Ιταλία: Υπάρχουν «νεώτερα από το δυτικό μέτωπο»
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Όσο απίθανο και αν φαινόταν πριν από τις εκλογές, το κόμμα των Πέντε Αστέρων και η Λέγκα του Βορρά συμφώνησαν κατ’ αρχήν να συμπήξουν κυβέρνηση συνασπισμού. Παρέμεναν ακόμη διαφωνίες για το πρόσωπο του πρωθυπουργού, αλλά φαίνεται πως η λύση θα βρεθεί σε πρόσωπο εκτός των ηγετών των δύο κομμάτων Λουίτζι Ντι Μάιο και Ματέο Σαλβίν. Και τα δύο κόμματα δεν είναι συνηθισμένοι πολιτικοί σχηματισμοί του Ιταλικού πολιτικού συστήματος. Το πρώτο ξεκίνησε ως κόμμα αντιδράσεως στις Ευρωπαϊκές πολιτικές και στο ευρώ, αλλά επίσης στην παραλυσία, την ανεπάρκεια και τη διαφθορά των παραδοσιακών Ιταλικών κομμάτων.
Το δεύτερο ξεκίνησε ως κόμμα περιφερειακής αυτονομίας, ανταγωνιζόμενο τον φτωχό Ιταλικό Νότο αλλά ταυτόχρονα ως κίνημα κατά της παράνομης μεταναστεύσεως που δοκιμάζει την Ιταλία, όπως και την Ελλάδα.
Κοινός παρονομαστής και των δύο κομμάτων είναι η σφοδρή κριτική στις Ευρωπαϊκές πολιτικές και το ευρώ, που καταγγέλλουν ότι έχουν φέρει σε αδιέξοδο την Ιταλία, και η εισαγωγή νέων αναπτυξιακών πολιτικών, μακριά από την καταστροφική πολιτική της λιτότητας, που επιτείνει συνεχώς τη στασιμότητα και μεγαλώνει το χρέος. Ήδη, διαρροή στον Τύπο σχεδίου κοινού προγράμματος, που συζητήθηκε μεταξύ των δύο κομμάτων και περιλαμβάνει την πρόταση για περικοπή από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα 250 δισ. ευρώ Ιταλικού χρέους, προκάλεσε μεγάλη ανησυχία στις Βρυξέλλες. Οι τελευταίες βλέπουν τώρα μια μεγάλη χώρα, την Τρίτη σε μέγεθος χώρα της Ευρωζώνης, να παίρνει τη σκυτάλη μιας πολύ πιθανής νέας κρίσεως του ευρώ.
Ένας άλλος κοινός παρονομαστής των δύο κομμάτων είναι ο έλεγχος της παράνομης μεταναστεύσεως. Η Ιταλία, όπως και η Ελλάδα, είναι, από τη γεωγραφική της θέση, χώρα πρώτης εισόδου και αντιμετωπίζει πολύ μεγάλο πρόβλημα. Το τελευταίο έχει επιδεινωθεί, όπως και στην Ελλάδα, μετά την επίσημη εγκατάλειψη από τις Βρυξέλλες οποιασδήποτε πολιτικής ανακατανομής των προσφύγων – μεταναστών από την Ελλάδα και την Ιταλία σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.
Η διατήρηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή της γνωστής Ευρωπαϊκής Οδηγίας για το Άσυλο, χωρίς οποιαδήποτε πρόνοια ανακατανομής, καθιστά μονόδρομο την πολιτική της μόνιμης εγκαταστάσεως των προσφύγων – μεταναστών στην Ελλάδα και την Ιταλία, με Ευρωπαϊκή οικονομική βοήθεια. Τι σημαίνει όμως, στην πραγματικότητα η πολιτική αυτή; Δεν είναι Ευρωπαϊκή επιδότηση εποικισμού των χωρών αυτών;
Στην Ελλάδα, η ακολουθούμενη ιδεοληπτική πολιτική συμπλέει, σε βάρος της χώρας, με την Ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική της επιδοτήσεως του εποικισμού. Τα προγράμματα «Ήλιος» και «Εστία», που έχουν προσφάτως εισαχθεί, αποβλέπουν ακριβώς μόνιμη εγκατάσταση Μουσουλμάνων προσφύγων και μεταναστών σ’ όλη τη χώρα.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η νέα κυβέρνηση στην Ιταλία, με πρωτοστατούσα τη Λέγκα του Βορρά, θα πάρει δρακόντεια μέτρα για τον έλεγχο της λαθρομεταναστεύσεως. Το ότι αυτό είναι δυνατό φαίνεται από την περίπτωση της Ισπανίας. Η χώρα αυτή, όταν ξέσπασε η μεταναστευτική κρίση, αντιμετώπιζε επίσης ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα. Το τελευταίο όμως είχε προέλθει από τη χαλαρή πολιτική που είχε ακολουθήσει αρχικά η κυβέρνηση Θαπατέρο. Ενώπιον του προβλήματος, η χώρα αυτή πήρε αποτελεσματικά μέτρα για τον έλεγχο των συνόρων της και κατόρθωσε, μέσα σε λίγο χρόνο, να βγει από το κάδρο των χωρών πρώτης εισόδου και να μην αντιμετωπίζει σήμερα το πρόβλημα που έχει η Ιταλία και η Ελλάδα.
Οι λαθρομετανάστες από το Μαρόκο, την Αλγερία και την Τυνησία δεν πάνε στα γειτονικά Ισπανικά σύνορα. Έρχονται στον Έβρο και στα νησιά του Αιγαίου. Αυτό από μόνο του λέει πολλά για την ακολουθούμενη από την Ελλάδα πολιτική, όταν μάλιστα η τελευταία έχει απέναντί της την Άγκυρα, που εκμεταλλεύεται τη λαθρομετανάστευση για τους δικούς της, διπλωματικούς αλλά και γεωστρατηγικούς, σκοπούς.
Είναι βέβαιο ότι η εισαγωγή στην Ιταλία αυστηρών μέτρων κατά της παράνομης μεταναστεύσεως θα μεταστρέψει προς την Ελλάδα ένα ακόμη μεγαλύτερο κύμα παρανόμων μεταναστών, αφού η χώρα αυτή θα παραμείνει το μόνο ξέφραγο αμπέλι στην Ευρώπη με την ακολουθούμενη ανεδαφική πολιτική των ανοικτών συνόρων. Ο Ελληνικός λαός πρέπει ο ίδιος να κινητοποιηθεί για να θέσει τέλος στην πολιτική αυτή που θέτει νάρκη στα θεμέλια της Ελληνικής κοινωνίας και της εθνικής συνοχής της χώρας.
Τα όσα όμως συμβαίνουν στην Ιταλία επαναθέτουν τα προβλήματα που έχουν σχέση με την ίδια τη δομή της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και το σύστημα του ευρώ και για τα οποία γίνεται προσπάθεια από τις Βρυξέλλες να συγκαλυφθούν, αποδιδόμενα σε ανεύθυνες και άσωτες πολιτικές της μίας ή της άλλης χώρας-μέλους.
Η Ελλάδα είναι η πρώτη που πλήρωσε την πολιτική αυτή, με το επιχείρημα του διεφθαρμένου πολιτικού της συστήματος. Ασφαλώς, υπάρχει αλήθεια στις καταγγελίες για το πολιτικό της σύστημα. Αυτό όμως χρησιμοποιείται ως άλλοθι για τη συγκάλυψη ενός άλλου, πολύ μεγαλύτερου εγκλήματος, σε βάρος της. Το φόρτωμα σε αυτήν των προβλημάτων που προέρχονται από το σύστημα του ευρώ και την κερδοσκοπική λειτουργία των αγορών μέσα σ’ αυτό. Φορτώθηκαν στην Ελλάδα, με την εγκληματική συναίνεση των ηγεσιών της, τεράστια ποσά ομολόγων, που αφορούσαν το Ευρωπαϊκό και το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ως δήθεν δημόσιο χρέος, το οποίο μετεβλήθη από ιδιωτικό σε διακρατικό.
Βλέπει κανείς σήμερα, με την απόσταση του χρόνου, πού έχουν οδηγήσει την Ελλάδα οι ακραίες πολιτικές λιτότητας που επεβλήθησαν από τους δανειστές. Το αδιέξοδο στην Ιταλία, που έφερε στην εξουσία τα δύο αντισυστημικά κόμματα, δείχνει σαφώς ότι το πρόβλημα είναι ευρύτερο. Δεν έχει μόνο να κάνει με τις πολιτικές σε εθνικό επίπεδο. Έχει να κάνει με τις αντιφάσεις και τα προβλήματα που χαρακτηρίζουν το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ευρώ, χωρίς πολιτική ενοποίηση και κοινή δημοσιονομική πολιτική, είναι προβληματικό και στρέφεται εναντίον των ασθενέστερων χωρών. Η περίπτωση της Ιταλίας, ανεξάρτητα από το τι τελικά θα κάνει η νέα κυβέρνηση, θέτει την Ευρώπη ενώπιον των θεμελιακών προβλημάτων της.