Σε δίκη ο κεντρικός τραπεζίτης της Λετονίας


Του
ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ


-Ενεργοποιήθηκε το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων

Στις 14 Ιουνίου, η ΕΚΤ θα συνεδριάσει στη Ρίγα για να συζητήσει το μέλλον της ποσοτικής χαλάρωσης. Η συμμετοχή του κεντρικού τραπεζίτη Ρίμσεβικς σε αυτήν τη συνεδρίαση δεν είναι δεδομένη. Η κυβέρνηση της Λετονίας έχει αφαιρέσει από τον ομόλογο του κ. Στουρνάρα τη δυνατότητα να ασκεί τα καθήκοντά του. Από τον Φεβρουάριο του έχει απαγορευθεί η έξοδος από τη χώρα, αλλά τώρα η συνεδρίασή θα γίνει στην έδρα του. Η ΕΚΤ ζήτησε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, όπου εκδικάζονται προσφυγές, να εκδώσει ενδιάμεση απόφαση για να καμφθεί η στάση της κυβέρνησης.

Ο τραπεζικός τομέας της Λετονίας υπέστη τεράστιο σοκ, όταν, τον Φεβρουάριο, το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών πρότεινε στις ΗΠΑ την εξαίρεση της τράπεζας ABLV, που είναι το τρίτο σε τάξη μεγέθους τραπεζικό ίδρυμα της Λετονίας. Οι καταθέσεις της τράπεζας ξαφνικά «δεν ήταν διαθέσιμες».

Στις 26 Φεβρουαρίου 2018 η γενική συνέλευση των μετόχων της τράπεζας έλαβε απόφαση άμεσης ρευστοποίησης των διαθεσίμων της. Τρεις μέρες αργότερα η υπηρεσία εναντίον της διαφθοράς έθεσε τον Ρίμσεβικς υπό περιορισμό για 48 ώρες. Η κατηγορία είναι ότι αποτελεί μέλος ομάδας που ζήτησε και έλαβε δωροδοκία ύψους 100.000 ευρώ. Η κυβέρνηση στη συνέχεια απέπεμψε τον Ρίμσεβικς από τη θέση του, εξαιτίας των κατηγοριών που αντιμετωπίζει για «συμμετοχή σε τραπεζικό σκάνδαλο».
Ο Ρίμσεβικς αρνείται τις κατηγορίες και μαζί με την ΕΚΤ προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο «κατά των ε­μποδίων που η λετονική κυβέρνηση προβάλλει στην άσκηση των καθηκό­ντων του». Ο κεντρικός τραπεζίτης και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατηγορούν την κυβέρνηση της Λετονίας για παραβίαση της ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας. Η ΕΚΤ κατηγορεί επίσης την κυβέρνηση πως επέβαλε αυστηρούς όρους στον Ρίμσεβικς πριν από την έκδοση σχετικής απόφασης για την ενοχή του. Ο Ρίμσεβικς είναι επίσημα ακόμη μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ, αλλά του έχει απαγορευθεί η έξοδος από τη χώρα και δεν μπορεί να συμμετάσχει σε συναντήσεις της ΕΚΤ στο εξωτερικό.

Ο πρωθυπουργός της Λετονίας όμως δήλωσε πως «οι ανησυχίες της ΕΚΤ είναι κατανοητές, όσο κατανοητές είναι και οι δικές μας απαντήσεις». Παράλληλα, η τράπεζα ABLV προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Λουξεμβούργου, εναντίον της απόφασης που δημοσιοποίησε η ΕΚΤ, επισημαίνοντας ότι η τράπεζα ABLV βρίσκεται «στο χείλος της πτώχευσης».

Η τράπεζα είχε τότε κλείσει, όπως προβλέπει ο λετονικός νόμος, καθώς η υπηρεσία της ΕΚΤ για την αναδιάρθρωση των τραπεζών ανακοίνωσε πως «η ABLV είναι πολύ μικρή για να εγγυηθεί τη διάσωσή της». Η κίνηση αυτή θεωρήθηκε πως θίγει δραστηριότητα με χαρακτηριστικά ενδογενούς ανάπτυξης της χώρας. Η τράπεζα ABLV από την πλευρά της, δημοσιεύοντας την κατάθεση της προσφυγής της στο Δικαστήριο του Λουξεμβούργου, δήλωσε αυστηρά πως «η ABLV και η θυγατρική της στο Λουξεμβούργο δεν είχαν πρόβλημα ρευστότητας, ούτε υπήρχε πρόβλημα ρευστότητας στο προβλεπτό μέλλον».
Αντίθετα, «είχαν εξαιρετικά ισχυρή χρηματοοικονομική θέση, όχι μόνο σε ό,τι αφορά την κεφαλαιακή της επάρκεια και την κερδοφορία της, αλλά επίσης και ιδιαίτερα όσον αφορά τη ρευστότητά τους».

Η τράπεζα, που είχε βελτιώσει εντυπωσιακά την ανταγωνιστική της θέση στον τομέα των επενδύσεων και συμβουλευτικών υπηρεσιών, έχει ενεργοποιήσει από τις 3 Μαρτίου σχέδιο ρευστοποίησής για την προστασία των πελατών της, με την πληρωμή υποχρεώσεων ύψους 480.000 ευρώ. Η επόμενη φάση θα καλύψει ιδιωτικές καταθέσεις και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με βάση το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων. Η περίπτωση της Λετονίας έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς η τραπεζική ένωση προχωρά με τρόπο που παρακάμπτει την εθνική κυριαρχία και δεν γίνεται πάντα με σεβασμό των εθνικών προτεραιοτήτων.

Το πρόβλημα καθίσταται ιδιαίτερα σοβαρό για τις μικρές χώρες, καθώς συμβιβασμοί βρίσκονται μόνο για τις μεγάλες χώρες. Πρόσφατα στην Ιταλία σώθηκε, κατά παράβαση των συνθηκών, η τράπεζα της Σιένα. Την ίδια στιγμή η συζήτηση για την ευρωπαϊκή εγγύηση καταθέσεων έχει μπλοκάρει στη στάση της Γερμανίας.


Σχολιάστε εδώ