Ο Τραμπ άνοιξε τον ασκό του Αιόλου στην περιοχή
Ο ρόλος του Ισραήλ και της Μόσχας στην κρίση με το Ιράν και οι επιπτώσεις για την Ελλάδα
Τον ασκό του Αιόλου άνοιξε ο αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, υλοποιώντας την απειλή του για απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για τον έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, καθώς όχι μόνο ενθαρρύνει με την απόφαση αυτή κλιμάκωση τοπικών ανταγωνισμών, αλλά κυρίως, με τον μονομερή τρόπο που έδρασε, θέτει υπό αμφισβήτηση όλο το πλαίσιο μεγάλων διεθνών συμφωνιών και συνθηκών, είτε αυτές αφορούν το περιβάλλον είτε το εμπόριο ή τον έλεγχο των εξοπλισμών.
Η απόφαση του κ. Τραμπ ουσιαστικά οδηγεί στην υπονόμευση μιας συμφωνίας την οποία δεν έχουν υπογράψει μόνον οι ΗΠΑ αλλά και οι υπόλοιπες χώρες-μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και η Γερμανία (5+1). Με δεδομένο μάλιστα ότι τόσο ο Εμανουέλ Μακρόν όσο και η Άνγκελα Μέρκελ με επισκέψεις τους στον Λευκό Οίκο επιχείρησαν να αποτρέψουν την εξέλιξη αυτή, αλλά δεν κατόρθωσαν να πείσουν τον κ. Τραμπ να προχωρήσει μονομερώς στην επιλογή αυτή, υπάρχει πλέον ένα πολύ βαθύ ρήγμα έλλειψης εμπιστοσύνης, τουλάχιστον στις διατλαντικές σχέσεις.
Και αυτό σε μία περίοδο που η ΕΕ αναζητά ρόλο και τους τρόπους που θα αναπτύξει τις δικές της δυνατότητες, στρατιωτικές, οικονομικές, διπλωματικές και πολιτικές, ήπιας ισχύος, ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει και με ευρωπαϊκές μόνο δυνάμεις τις νέες απειλές ασφάλειας.
Ο κ. Τραμπ με την απόφασή του αυτή προδιαγράφει και την επαναφορά οικονομικών και εμπορικών κυρώσεων εναντίον του Ιράν, μια απόφαση η οποία όμως δεν αφορά μόνο τις ΗΠΑ, αλλά φέρνει την Ουάσινγκτον αντιμέτωπη με όλες τις χώρες που διατηρούν σχέσεις με το Ιράν, από τη Γερμανία, τη Γαλλία, τη Ρωσία και την Τουρκία μέχρι την Κίνα, την Ινδία και τη Νότιο Κορέα, πολλώ δε μάλλον τις τρεις τελευταίες, που είναι στην κορυφή της λίστας των χωρών που εισάγουν ιρανικό πετρέλαιο.
Μεγάλες συμφωνίες για αγορά αεροσκαφών από το Ιράν (από την Boeing και την Airbus) τίθενται πλέον υπό αμφισβήτηση, ενώ προβληματισμός υπάρχει και στις πετρελαϊκές εταιρείες, δεδομένου μάλιστα ότι πρόσφατα η γαλλική TOTAL απέκτησε δικαιώματα για την ανάπτυξη ενός μεγάλου πετρελαιοφόρου κοιτάσματος στο Ιράν.
Όμως η απόφαση αυτή του αμερικανού Προέδρου έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τους δύο μεγάλους αντιπάλους του Ιράν, το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία.
Η σουνιτική Σαουδική Αραβία, που βλέπει ως άμεση απειλή την επέκταση του σιιτικού Ιράν στη Μέση Ανατολή και στην Υεμένη, όχι μόνο υποστήριξε την απόφαση Τραμπ αλλά δήλωσε ότι είναι έτοιμη να ρυθμίσει την παραγωγή πετρελαίου ώστε να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα που πιθανόν θα δημιουργηθούν από την επιβολή νέων κυρώσεων.
Το Ισραήλ έσπευσε να «χαιρετίσει» την απόφαση Τραμπ εξαπολύοντας μια καταιγιστική επίθεση σε ιρανικούς στόχους στο έδαφος της Συρίας, με αφορμή την επίθεση που δέχθηκε από τη Συρία με πυραύλους, την οποία απέδωσε σε δυνάμεις του Ιράν που βρίσκονται στη Συρία και μάχονται στο πλευρό του Προέδρου Άσαντ.
Η προσπάθεια των Ευρωπαίων να πείσουν το Ιράν να μείνει δεσμευμένο στη συμφωνία, κάτι στο οποίο συγκλίνουν και Ρωσία και Κίνα, έχει ιδιαίτερη σημασία. Αν το Ιράν επιλέξει την άλλη πορεία τότε ανοίγει ο δρόμος για μια επικίνδυνη κλιμάκωση της έντασης στην περιοχή. Ίσως αναζητηθεί η πρόσβαση σε πυρηνικά όπλα κι από άλλες δυνάμεις στην περιοχή (Σαουδική Αραβία, Αίγυπτος), αλλά κυρίως θα γεννηθεί ο πειρασμός στο Ισραήλ να πλήξει στόχους που θα συνδέονται με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, οδηγώντας σε μια γενικευμένη κλιμάκωση της σύγκρουσης με απρόβλεπτες συνέπειες.
Η πρόσφατη περιορισμένη και έμμεση στρατιωτική αντιπαράθεση Ιράν – Ισραήλ στο έδαφος της Συρίας ήταν περισσότερο μια προσπάθεια να επανατοποθετηθούν οι «κόκκινες γραμμές» των δύο πλευρών, κυρίως από τη μεριά του Ισραήλ, παρά μια πρόβα γενικευμένης σύγκρουσης.
Το Ισραήλ, με τρόπο απόλυτο, έστειλε το μήνυμα ότι δεν θα ανεχθεί εδραίωση της παρουσίας του Ιράν στα σύνορά του.
Και αυτή η προειδοποίηση δεν αφορά μόνο τη Συρία αλλά κυρίως τον Λίβανο, όπου η Χεζμπολάχ διαθέτει, σύμφωνα με στοιχεία που πολλές πηγές έχουν επιβεβαιώσει, έναν μεγάλο αριθμό πυραύλων (σχεδόν 100.000), με τους οποίους έχει τη δυνατότητα να πλήξει στόχους στο έδαφος του Ισραήλ. Και η ανησυχία των Ισραηλινών φυσικά μεγάλωσε μετά τις εκλογές του Λιβάνου, όπου επικράτησαν οι δυνάμεις που έχουν την πολιτική στήριξη της Χεζμπολάχ.
Προς το παρόν, ενισχυμένη και πάλι ειδικά στο πεδίο της Συρίας εμφανίζεται η Ρωσία, η οποία δεν αντέδρασε και άφησε να εξελιχθούν οι επιθέσεις του Ισραήλ εναντίον ιρανικών στόχων (την προηγουμένη μέρα είχαν συναντηθεί στη Μόσχα οι κ. Πούτιν και Νετανιάχου), παρά το γεγονός ότι διατηρεί άριστες σχέσεις με το Ιράν και από κοινού στηρίζουν το καθεστώς Άσαντ. Και η Μόσχα φαίνεται να είναι η δύναμη που κρατά τις ισορροπίες μεταξύ όλων των παικτών στη Συρία: Της Τουρκίας, του Ιράν, του Ισραήλ αλλά και των Κούρδων.
Η κατάσταση που δημιουργείται για το Ιράν με την απόφαση Τραμπ προσθέτει αβεβαιότητα στην ήδη δύσκολη κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή λόγω Συρίας και διατηρεί το πεδίο αντιπαράθεσης ξένων δυνάμεων στη χώρα αυτή, με αποτέλεσμα να συνεχίζεται η αλληλοσφαγή. Η απουσία ορατής προοπτικής για λήξη των συγκρούσεων απειλεί να δημιουργήσει νέα καραβάνια προσφύγων, που, με τον πόλεμο να διαρκεί ήδη επτά χρόνια, θα αναζητήσουν μάλλον μόνιμο καταφύγιο φθάνοντας στα ελληνικά σύνορα και προσδοκώντας να καταλήξουν στην Ευρώπη.
Σε οικονομικό επίπεδο, η Ελλάδα θα πληγεί από μια άνοδο στις τιμές του πετρελαίου, ειδικά τη στιγμή που επιχειρεί να βγει από το Μνημόνιο. Σε άλλα επίπεδα οι συνέπειες δεν θα είναι μεγάλες καθώς μετά την υπογραφή της Συμφωνίας για το Πυρηνικό Πρόγραμμα και με την άρση του εμπάργκο η Ελλάδα, ευρισκόμενη ήδη σε κρίση, δεν μπόρεσε να διεκδικήσει μερίδιο στην ιρανική αγορά. Επίσης, οι σχέσεις των δύο χωρών είναι αρκετά ψυχρές σε σχέση με το παρελθόν λόγω των αντιφατικών μηνυμάτων που έστειλε και η νυν κυβέρνηση στην Τεχεράνη, με την όλο και μεγαλύτερη πρόσδεση στη συνεργασία με το Ισραήλ.
Πάντως ο κ. Τσίπρας, κρατώντας τις ισορροπίες, αναφέρθηκε με απόλυτη σαφήνεια στο θέμα του Ιράν ενώπιον του κ. Νετανιάχου στη διάρκεια της Τριμερούς, συμμεριζόμενος τις ανησυχίες του Ισραήλ, αλλά συγχρόνως δηλώνοντας ότι η Ελλάδα δεν πιστεύει ότι η απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία θα συμβάλει στην ειρήνη…
Κωνσταντίνος Τσάκαλος