Ιστορικές και πολιτισμικές ανακρίβειες από αμαθή άτομα ή φορείς γειτονικών χωρών
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.
Oι σχέσεις μεταξύ κρατών και λαών έχουν πολλές διαστάσεις και τομείς στους οποίους αναπτύσσονται. Τον πολιτικό, οικονομικό-εμπορικό, αμυντικό, μορφωτικό, πολιτιστικό, επιστημονικό και άλλους πολλούς. Κοινός στόχος και σκοπός όλων η ανάπτυξη της διμερούς ή πολυμερούς συνεργασίας αλλά και της αλληλοκατανόησης μεταξύ των λαών. Πρωταρχικής σημασίας ο πολιτικός τομέας, επειδή από τις φιλικές ή μη σχέσεις εξαρτάται η συνεργασία και η προώθηση όλων των άλλων τομέων. Οι σχέσεις της Ελλάδος με τους γείτονές της εκτείνονται σε όλους τους παραπάνω τομείς και κυμαίνονται από άριστες (Βουλγαρία) -όπως έχουν χαρακτηρισθεί από τις πολιτικές ηγεσίες των δύο χωρών- έως καλές (Αλβανία, ΠΓΔΜ) και προβληματικές (Τουρκία). Στην ανάπτυξη της διμερούς ή πολυμερούς συνεργασίας σημαντικός είναι και ο μορφωτικός-πολιτιστικός τομέας, ο οποίος επιδρά ευεργετικά στην αλληλογνωριμία των λαών και τον αλληλοσεβασμό της ιστορίας και της πολιτιστικής παράδοσής τους.
Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις ο πολιτιστικός τομέας λειτουργεί ευεργετικά και κατευναστικά επί των πολιτικών εντάσεων και αντιπαραθέσεων. Θυμίζουμε ότι η προσέγγιση ΗΠΑ – Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, που προωθήθηκε από τον πολυσυζητημένο Χένρι Κίσινγκερ, έγινε μέσω μορφωτικών ανταλλαγών και τη διπλωματία των αγώνων πινγκ πονγκ!
Ο μορφωτικός και πολιτιστικός τομέας παράγει αντίθετα αποτελέσματα όταν δεν γίνεται σεβαστή ή διαστρεβλώνεται η ιστορική αλήθεια ή σφετερίζεται η ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά άλλης χώρας. Χαρακτηριστική είναι περίπτωση του ψευδομακεδονικού προβλήματος, που γαλούχησε γενιές Σλαβομακεδόνων και σήμερα συζητείται σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας – ΠΓΔΜ για την εύρεση συνολικής λύσης, αμοιβαία αποδεκτής. Ιδιάζουσα είναι η περίπτωση των Αλβανών, που διεκδικούν αλβανική καταγωγή και ταυτότητα σε ολόκληρα αρχαιοελληνικά φύλλα ή προσωπικότητες της αρχαίας αλλά και της σύγχρονης Ελλάδας, βασισμένοι σε εικασίες, φαντασιώσεις και αυθαίρετες ερμηνείες.
Ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια της γειτονικής μας χώρας πρόβαλαν και προβάλουν ιστορικές ανακρίβειες, σε βαθμό φαιδρότητας, όπως, π.χ., ότι ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν Ιλλύριος κατά το ήμισυ, γιατί η μητέρα του η Ολυμπιάδα από το γένος των Μολοσσών ήταν Ιλλυρίδα. Ως Αλβανούς καταγράφουν, επίσης, τους περισσότερους ήρωες του απελευθερωτικού αγώνα του 1821, όπως τους σουλιώτες οπλαρχηγούς Μπότσαρη, Τζαβέλα, τον Κολοκοτρώνη, τον Μιαούλη κ.ά.
Παρά την ιλαρότητα που προκαλούν τέτοιοι αβάσιμοι και ανιστόρητοι ισχυρισμοί, δεν παύουν να επιδρούν δυσμενώς στη συνείδηση των Ελλήνων, με επιπτώσεις και στον αλληλοσεβασμό των δύο λαών. Θα στερούνταν δε οιασδήποτε σημασίας και δεν θα είχαν καμιά επίπτωση στις σχέσεις των δύο λαών αν ίδιες ή παραπλήσιες θέσεις δεν παρουσιάζονταν και σε σχολικά τους βιβλία και άλλα εκπαιδευτικά έντυπα. Το να ισχυρίζονται αδαείς παραγωγοί και παρουσιαστές τηλεοπτικών ιστορικών προγραμμάτων ότι ονομαστοί έλληνες οπλαρχηγοί και αγωνιστές του ’21 ήσαν Αλβανοί ή αλβανικής καταγωγής επειδή μιλούσαν και τα αρβανίτικα -όχι αλβανικά- δηλώνει παχυλή αμάθεια.
Το στοιχείο της γλώσσας, βάσει της θεωρίας του διεθνούς δικαίου για την αναγνώριση της εθνικότητας σε κάποιον, είναι μεν ισχυρό, κυριότατο όμως είναι εκείνο της συνείδησης, δηλαδή σε ποια εθνικότητα πιστεύει ότι ανήκει.
Δεκάδες χιλιάδες Έλληνες της Μικράς Ασίας, κυρίως οι προερχόμενοι από την περιοχή της Σελεύκειας αλλά και της Καππαδοκίας, συμπεριελήφθησαν στην υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών, αν και πολλοί δεν ομιλούσαν την ελληνική, επειδή αισθάνονταν και δήλωναν Έλληνες. Τι αισθάνονταν και για την απελευθέρωση ποιας χώρας πολέμησαν ο Κολοκοτρώνης, ο Μπότσαρης και τόσοι άλλοι αγωνιστές, που μπορεί εκτός από την ελληνική γλώσσα να μιλούσαν και την αρβανίτικη διάλεκτο; Οι πολιτικές ηγεσίες Ελλάδας και Αλβανίας έχουν δρομολογήσει μια συνολική συζήτηση εφ’ όλων των θεμάτων που άπτονται των διμερών σχέσεων, που αξίζει να τύχουν της υποστήριξης όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων των δύο χωρών.
Στον μορφωτικό-πολιτιστικό τομέα οι οικείες ομάδες εργασίες εξετάζουν, μεταξύ άλλων, και το περιεχόμενο των σχολικών εγχειριδίων και άλλων βιβλίων με στόχο την αφαίρεση ή τη διόρθωση όσων στοιχείων διαστρεβλώνουν την ιστορική αλήθεια στις μακραίωνες σχέσεις μεταξύ των δύο εθνών. Δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια να αναγνωρισθεί, π.χ., από τους Αλβανούς ότι η Επίδαμνος και η Απολλωνία ήσαν ελληνικές αμιγώς αποικίες, όπως και τα ευρήματα των ανασκαφών που εκτίθενται στα μουσεία τους. Στα Γιάννενα αναγνωρίζεται η αλβανική καταγωγή του Αλή Πασά και ουδείς διανοήθηκε να την αμφισβητήσει ή να ζητήσει να εκλείψει ο μιναρές του παραλίμνιου τζαμιού, που έχει καταστεί και το έμβλημα της πόλης.
Στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, στην Τουρκία, οι τουρίστες και άλλοι επισκέπτες σε αρχαιολογικούς μικρασιατικούς χώρους της αρχαιοελληνικής και ελληνιστικής περιόδου εκπλήσσονται και συχνά αγανακτούν από τις ιστορικές ανακρίβειες των οδηγών, που συνήθως είναι υπάλληλοι του Δημοσίου και όχι ιδιώτες. Επιπλέον, αποσιωπάται η προέλευση πασίγνωστων ελληνικών και ελληνιστικών μνημείων, νομισμάτων και άλλων αρχαιολογικών ευρημάτων και πολύ συχνά τα ανάγουν στη ρωμαϊκή εποχή. Τα αίτια της αποσιώπησης ή παραχάραξης της ιστορικής αλήθειας από χώρες του άμεσου ελληνικού περίγυρου μπορούν να αποδοθούν είτε σε εθνική ανασφάλεια είτε σε ανωριμότητα.
Δεν ταιριάζει όμως σε μία εποχή που τα σύνορα έχουν παγιωθεί και η ιστορία των λαών έχει κάνει τον κύκλο της. Άλλωστε, χώρες όπως η Αλβανία, η ΠΓΔΜ και Τουρκία προσβλέπουν στην ένταξή τους στην ΕΕ, όπου προβάλλεται η κοινή αλλά και η χωριστή ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά των λαών των χωρών-μελών. Μήπως στις σχετικές προϋποθέσεις προς ένταξη θα ήταν σκόπιμο να προστεθεί και ο σεβασμός της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς των χωρών-μελών της Ένωσης; Στη Διακήρυξη των Αθηνών (24 Απριλίου 2017), που θέσπισε τη δημιουργία του Φόρουμ Αρχαίων Πολιτισμών (ACF – Ancient Civilizations Forum) -μία από τις εμπνευσμένες και από τις πλέον επιτυχείς πρωτοβουλίες του έλληνα υπουργού Εξωτερικών κ. Νίκου Κοτζιά-, ρητώς προβλέπεται η συνεργασία των χωρών-μελών, σε συντονισμό με την UNESCO, για τη διαφύλαξη της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς τους.
Τελικά, σε ό,τι αφορά αυτά που προβάλλονται ή γράφονται από ακραία και αμαθή στοιχεία, που παραχαράσσουν την ιστορική αλήθεια, ενώ είναι πιθανό να υποκρύπτουν και πολιτικές σκοπιμότητες, αντί κριτικής και λοιδορίας προτιμότερη θα ήταν η αγνόησή τους.