«Η ηλεκτρονική τιμολόγηση, ως δυνατότητα, έχει νομοθετηθεί από το 2006, ωστόσο στο μεσοδιάστημα δεν αποτέλεσε ποτέ προτεραιότητα της ίδιας της Πολιτείας και αυτό δεν επέτρεψε την μέχρι σήμερα υλοποίησή της.
Εμείς χαιρετίζουμε την νέα αυτή προσπάθεια του Υπουργείου και της ΑΑΔΕ να ξεπεραστούν τα όποια προβλήματα και να χαράξουμε μαζί ένα πλαίσιο πλήρους ψηφιοποίησης των φορολογικών υποχρεώσεων εν γένει, που σήμερα λείπει από την ελληνική αγορά και η εισαγωγή του θα καθιερώσει μεγαλύτερο βαθμό διαφάνειας στις συναλλαγές, θα συμβάλλει στον περιορισμό της φοροδιαφυγής και εντέλει θα εξοικονομήσει χρόνο, χώρο και κόστος για τις ίδιες τις επιχειρήσεις.
Χρειάζεται, όμως, προσοχή: Υπάρχουν δυσκολίες στην εφαρμογή της ηλεκτρονικής τιμολόγησης που πρέπει να ξεπεραστούν, όπως για παράδειγμα στις συναλλαγές που απαιτούν την φυσική υπογραφή επί των τιμολογίων από τον παραλήπτη όπως στο τομέα του εφοδιασμού των πλοίων, καθώς και στην εξαγωγική δραστηριότητα που απαιτεί τη μεσολάβηση των τελωνειακών διαδικασιών.
Ως ΕΣΕΕ, προτείνουμε την πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος σε περιβάλλον Β2Β και την σταδιακή γενίκευση του ανάλογα με τις εμπειρίες που αποκομίζουμε από την αγορά. Το όριο εφαρμογής που έχουμε προτείνει, είναι οι 200.000 ευρώ, που αποτελεί και το στατιστικό όριο της ΕΛΣΤΑΤ για τον χαρακτηρισμό των συναλλαγών της μικρής και της πολύ μικρής επιχείρησης. Επιπλέον, θα πρέπει να εξασφαλιστούν πόροι από το ΕΣΠΑ για το κόστος εγκατάστασης στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, συμφωνούμε με την συνολική πρωτοβουλία του Υπουργείου και της ΑΑΔΕ και την σύσταση ειδικής ομάδας εργασίας η οποία θα μελετήσει το γενικότερο περιβάλλον σε εθνικό επίπεδο και θα διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξουν προβλήματα. Είναι σαφές ότι, τα οφέλη από την ηλεκτρονική τιμολόγηση θα ξεδιπλωθούν μόνο μέσα από την πλήρη εκδοχή και ανάπτυξη του συστήματος, αφού πρώτα έχουν λυθεί τα προβλήματα και έχουν μελετηθεί καλά οι επιπτώσεις που μπορεί να επιφέρουν στις συναλλαγές».